Σπαρακτική έκκληση στην τηλετύχη


Την εκμετάλλευση της ανθρώπινης ανάγκης από τα τηλεπαιχνίδια ανέδειξε παίκτρια με την απελπισμένη ομολογία της πόση ανάγκη έχει τα χρήματα
Ηγυναικεία φωνή στο τηλέφωνο δείχνει άγχος. Η ανάσα γρήγορη, σαν να φοβάται πως θα κοπεί. Έχει μεγάλη αγωνία για τη νίκη η τηλεθεάτρια που παίζει τηλεφωνικά στο «Μεγάλο παζάρι» με τον Μικρούτσικο. Πρέπει οπωσδήποτε να κερδίσει. Το ομολογεί τρέμοντας.

«Πώς σε λένε;» ρωτάει τα βασικά ο Μικρούτσικος.

«Αντιγόνη, Αντρέα μου!» απαντά η γυναικεία φωνή με έκδηλη λαχτάρα. «Τι δουλειά κάνεις;». «Σε εργοστάσιο». «Θα παίξεις, έτσι; Μπορεί να κερδίσεις , μπορεί όχι», σπέρνει την αμφιβολία που θα κάνει τη φωνή-με-τη-λαχτάρα πιο εκδηλωτική, πιο καταναλωτική, Και έχει μαντέψει σωστά. «Αααχ, Αντρέα μου, πρέπει να κερδίσω οπωσδήποτε, χρειάζομαι χρήματα».

Κελεπούρι η κυρία Αντιγόνη. «Τα ΄χεις ανάγκη, ε;». Η φωνή σπάει. Σαν να βλέπουμε τα βουρκωμένα μάτια καθώς ακούμε βιαστικά την προσωπική τραγωδία να ξεδιπλώνεται από τηλεφώνου και να κατρακυλάει στο πολύχρωμο πλατό. «Έχω χάσει τον άνδρα μου πριν από ένα μήνα και έχω μεγάλη ανάγκη, πολύ μεγάλη ανάγκη τα χρήματα». «Παιδιά έχεις;». «Έχω ένα αγόρι», λέει εκείνη.

Ένα άυλο «σώμα» δράματος μεγεθύνεται μέσα από την οθόνη, ενώνεται με πλήθος παρόμοιων απέναντί του που το παρακολουθούν.

Η κυρία Αντιγόνη αποδεικνύεται ιδανική εκπρόσωπος εκείνων που έχουν ανάγκη το όνειρο φυγής, την ψευδαίσθηση μιας μοιραίας στιγμής που η τύχη θα βρεθεί στο πλευρό τους, γιατί άλλο να πιστέψουν πως θα τους βγάλει από την ανέχεια δεν έχουν. Είναι η εποχή του τέλους των οραμάτων, του τέλους των ελπίδων πως ο κόσμος θα αλλάξει. Άλλαξε για πολλούς. Προς το χειρότερο.

Εκπρόσωπος του χρεωμένου μισθοσυντήρητου τόπου μας, η κ. Αντιγόνη και τα «Αντρέα μου» που αρθρώνει μοιάζουν με στεναγμούς προσευχής. Ο Μικρούτσικος μεταμορφώνεται από την απόγνωσή της σε άγγελο της ελπίδας. Τον εκλιπαρεί να μεσολαβήσει, αλήθεια σε ποιον; Στην άγνωστη δύναμη από το υπερπέραν των τηλεπαιχνιδιών, «Αντρέα μου, εσύ που είσαι για όλους…». Θυμίζει προσευχή η έκκλησή της.

Θλιβερή, αλίμονο, η ανθρώπινη ανάγκη που έφτασε να αποδίδει ρόλο θεϊκό στον τηλεστάρ και δύναμη πέρα από την ανθρώπινη. Θλιβερή για την κοινωνία της προόδου και των ευκαιριών αυτή η λαχτάρα για μια στιγμή ελέους, που ταυτίζει τη λάμψη της τηλεόρασης με τον Παράδεισο της παιδικής μυθολογίας της κυρίας Αντιγόνης, εκείνον τον Παράδεισο που «για όλους έχει» και που η δημοκρατία τής τον υποσχόταν.

Ένα άυλο «σώμα» δράματος μεγεθύνεται μέσα από την οθόνη, ενώνεται με πλήθος παρόμοιων απέναντί του που το παρακολουθούν

Αλλά το τηλεπαιχνίδι έχει το τελετουργικό του. «Έλα Αντιγόνη παίζουμε, άνοιξε ένα τετράγωνο». Ανοίγει. Δεν είναι το πιο τυχερό. Έχει και άλλη ευκαιρία. Αποτυχία. Είναι η στιγμή του παζαριού. Ο παρουσιαστής πρέπει να προτείνει ένα ποσό στην παίκτρια, για να αποσυρθεί προτού φτάσει στο τετράγωνο που κρύβει τα πολλά χρήματα. «Με πόσα θα ήσουν ευχαριστημένη;» ρωτάει ο παρουσιαστής. «Με 12.000

ευρώ». Τόσα της λείπουν. Εκείνος όμως, πρέπει να φτάσει την αγωνία μέχρι το τέλος. «Δεν δέχομαι» της λέει, για να την εξωθήσει να ανοίξει και άλλο τετράγωνο, για να απολαύσει και το φιλοθέαμον περισσότερο δράμα.

Ψευδαίσθηση της στιγμιαίας τύχης


Σε κάθε τηλεπαιχνίδι πρέπει ο χρόνος να κυλήσει αργά, δραματικά, για να έχει την κατάλληλη θεατρική ατμόσφαιρα το συγκλονιστικό ξέσπασμα χαράς ή απογοήτευσης που ακολουθεί. Κατά τη διάρκειά του, η σπαρακτική έκκληση της Αντιγόνης σφίγγει την καρδιά. «Αντρέα μου, έχω αγωνία Αντρέα μου, χρειάζομαι τα χρήματα», επαναλαμβάνει διαρκώς.

Το τετράγωνο ανοίγει. Έχει κερδίσει 67.000 ευρώ. «Θα λιποθυμήσω, θα λιποθυμήσω και είμαι μόνη, δεν αντέχω Αντρέα μου, θα σπάσει η καρδιά μου», ακούγονται οι κραυγές της Αντιγόνης.

Κραυγές της νίκης; Όχι, είναι οι κραυγές της ήττας. Της ήττας ενός συστήματος να προστατεύσει κάθε Αντιγόνη από την παγίδα του τζόγου, από την ψευδαίσθηση της στιγμιαίας τύχης που μπορεί να ανατρέψει τα πάντα, γιατί στην πραγματικότητα δεν ανατρέπει απολύτως τίποτε. Απλώς κρατά στη σκιά της στιγμιαίας τύχης της μιας Αντιγόνης το δράμα πολλών άλλων που έχουν την ίδια ζωή και δεν συνέβη τίποτε για να τους την αλλάξει.