Νέφος από τζάκι έχει αποκτήσει η Αθήνα! Το απαραίτητο σε κάθε καινούργιο διαμέρισμα τζάκι, εκτός από ζέστη και θαλπωρή, προσφέρει και ρύπους.


«Τα χιλιάδες φουγάρα που έχουν ξεφυτρώσει στις ταράτσες των πολυκατοικιών τα τελευταία χρόνια αποτελούν αναμφισβήτητα πηγή ρύπων. Το τζάκι είναι εστία καύσης. Η καύση απελευθερώνει στην ατμόσφαιρα αιωρούμενα σωματίδια» επισημαίνει ο καθηγητής Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου κ. Γιάννης Ζιώμας.

Όσο ο λέβητας

Σύμφωνα μάλιστα με έρευνα που επιμελήθηκε ο περιβαλλοντολόγος κ. Στέλιος Ψωμάς, και παραδόθηκε πρόσφατα στο ΥΠΕΧΩΔΕ, το τζάκι διαμερίσματος σε πολυκατοικία εκπέμπει την ίδια ποσότητα ρύπων με αυτήν με την οποία επιβαρύνει την ατμόσφαιρα ο κεντρικός

ΣΤΑ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ

πωλούνται συσκευασίες προσαναμμάτων που κανείς δεν γνωρίζει με τι χημικές ουσίες είναι εμπλουτισμένα

λέβητας της ίδιας πολυκατοικίας. «Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι οι νέες πολυκατοικίες είναι χιλιάδες και ότι στο 90% των καινούργιων διαμερισμάτων υπάρχει τζάκι, τότε καταλαβαίνει πόσο θα μας απασχολήσει το πρόβλημα αυτό τα επόμενα χρόνια» ισχυρίζεται ο κ. Ψωμάς. Το ζήτημα έχει ήδη απασχολήσει ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπως το Λονδίνο, όπου απαγορεύεται να ανάψει κανείς τζάκι.

Για ομορφιά

Αιωρούμενα σωματίδια (ΡΜ10 και ΡΜ2,5) που θεωρούνται εξαιρετικά επικίνδυνα για τον ανθρώπινο οργανισμό, διοξείδιο του θείου, διοξείδιο του αζώτου και μονοξείδιο του άνθρακα είναι μερικοί από τους ρύπους που προστίθενται στο νέφος της Αθήνας κάθε φορά που ανάβουμε τζάκι. Έχει υπολογιστεί ότι ένα τζάκι που λειτουργεί για μία ώρα εκπέμπει 47 γραμμάρια ρύπων, ελάχιστα λιγότερα (κατά 0,4 γραμμάρια) από αυτούς που θα έδινε ο κεντρικός λέβητας της ίδιας πολυκατοικίας για το ίδιο διάστημα.

Είναι ενδεικτικό ότι η παραδοσιακή ξυλόσομπα εκπέμπει 42 γραμμάρια ρύπων την ώρα. «Το τζάκι δεν χρησιμοποιείται για θέρμανση αλλά για ομορφιά. Άρα οι ρύποι αυτοί προστίθενται στους ήδη εκλύοντες ρύπους των κεντρικών θερμάνσεων» επισημαίνει ο περιβαλλοντολόγος.

Χημικά

«Υπάρχουν ξύλα αμφίβολης προέλευσης, εμπλουτισμένα με χημικά, ώστε να παίρνουν αμέσως φωτιά» λέει ο κ. Ζιώμας. «Κατά καιρούς έχουν πωληθεί ακόμα και σανίδες από πατώματα, με βερνίκια, για προσανάμματα. Στα σούπερ μάρκετ πωλούνται λογής λογής συσκευασίες προσαναμμάτων, από μικρούς χρωματισμένους κύβους έως ολόκληρα κούτσουρα. Τα περισσότερα είναι εισαγόμενα και κανείς δεν γνωρίζει από πού προέρχονται και με τι χημικές ουσίες είναι εμπλουτισμένα ώστε να καίγονται και να προσφέρουν εντυπωσιακή φωτιά επί μία ή και μιάμιση ώρα. Το σίγουρο είναι ότι εκπέμπουν ρύπους ύπουλους, άχρωμους, άοσμους αλλά πολύ επικίνδυνους και τοξικούς» συμπληρώνει.

Νέφος στο σαλόνι

Ο καθηγητής Χημείας Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Παναγιώτης Σίσκος που ειδικεύεται σε θέματα εσωτερικής ρύπανσης επισημαίνει ότι «εάν το τζάκι δεν αερίζεται σωστά, εγκυμονεί κινδύνους και μέσα στο ίδιο μας το σπίτι».

Σε μετρήσεις μάλιστα που έχουν γίνει, αναφέρει, έχουν μετρηθεί έως και κατά 30% περισσότερα αιωρούμενα σωματίδια σε δωμάτια με τζάκι εν λειτουργία σε σχέση με αυτά χωρίς τζάκι. «Η ελαττωματική κατασκευή, η ελλιπής συντήρηση των καπνοδόχων και των τζακιών αλλά και λανθασμένες ενέργειες των χρηστών, όπως η ταυτόχρονη λειτουργία τζακιού και απορροφητήρα, δημιουργούν νέφος μέσα στο ίδιο μας το σαλόνι» επισημαίνει ο κ. Σίσκος.

Εκτός από τη σωστή συντήρηση του τζακιού, η αγορά επεξεργασμένης ξυλείας που δεν περιέχει επικίνδυνες χημικές ουσίες θα μπορούσε να διασφαλίσει λιγότερους ρύπους, ωστόσο θεωρείται ακριβή λύση, αφού το κιλό των ξύλων αυτών εκτινάσσεται στα 30 ή και 40 λεπτά, από 14 που είναι η τιμή των κλασικών κούτσουρων.

Εναλλακτική λύση το οικολογικό τζάκι


ΤΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ τζάκι θεωρείται επίσης εναλλακτική πρόταση. Είναι ακριβή η αγορά και η εγκατάστασή του (φτάνει και τις 3.000 ευρώ), ωστόσο η απόδοσή του θεωρείται από τις πλέον αποτελεσματικές. Εξασφαλίζει χαμηλή κατανάλωση ξύλουσχεδόν κατά 30% μικρότερη. Αυτό που το κάνει να διαφέρει είναι το ειδικό σύστημα καθαρής καύσης που βρίσκεται πάνω ακριβώς από την εστία της φωτιάς. Αυτό βομβαρδίζει τα σωματίδια που παράγονται με οξυγόνο, με αποτέλεσμα να ξανακαίγονται και να απομακρύνονται πιο καθαρά από τη χοάνη της καπνοδόχου. Η εξοικονόμηση ενέργειας εξασφαλίζεται και από τη διπλή φλόγα.