ΜΙΑ ΑΠΟ τις παλαιότερες κοινωνικές διακρίσεις είναι αυτή που χωρίζει τα καλά κορίτσια από τα κακά, την Παναγία από την πόρνη. Ωστόσο στις φτωχές χώρες, όπου το τράφικινγκ και η παγκοσμιοποίηση έχουν γεννήσει νέες μορφές δουλείας, οι πιο καλές κοπέλες- αυτές που διακινδυνεύουν εγκαταλείποντας τα χωριά τους για να βοηθήσουν τις οικογένειές τους, συνεισφέροντας οικονομικά- συχνά καταλήγουν πόρνες.

Η Γιαν Κοζάλ, 26χρονη από τη Βορειοδυτική Καμπότζη, ήταν αφοσιωμένη στους ηλικιωμένους γονείς της και ήθελε να τους φροντίσει πάση θυσία. Η μητέρα της είναι τυφλή, ο πατέρας της αδύναμος και βασίζονται σε αυτήν, που είναι το μόνο εν ζωή παιδί τους, για να ζήσουν. Η Κοζάλ ως μικροπωλητής κέρδιζε μόνο 30 δολάρια τον μήνα, τα οποία δεν ήταν αρκετά ούτε καν για να επιβιώσει. Μια γνωστή της της είπε ότι θα μπορούσε να κερδίζει 90 δολάρια τον μήνα πουλώντας σνακ στην Ταϊλάνδη και η Κοζάλ ενθουσιάστηκε με την ευκαιρία. Μόλις όμως βρέθηκαν στην Μπανγκόκ όπου η Κοζάλ δεν ήξερε τη γλώσσα, η γνωστή της που αποδείχθηκε πως ήταν δουλέμπορος, την πούλησε σε οίκο ανοχής. Η Κοζάλ αρνήθηκε σθεναρά να εργαστεί ως πόρνη, αλλά ύστερα από ξυλοδαρμό αναγκάστηκε να υποκύψει.

Είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει κάποιος πόσο συνήθης είναι ο εξαναγκασμός γυναικών στην πορνεία και φαίνεται ότι στην Ασία η πλειονότητα των γυναικών που μπαίνουν στην πορνεία δεν το θέλει.

Άλλωστε, συνήθως είναι υπερβολικά νεαρές και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη η συναίνεσή τους. Μετά, αφού έχουν στιγματιστεί κοινωνικά ως πόρνες και έχουν χάσει την ελπίδα να γυρίσουν στα χωριά τους- σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν εθιστεί και στα ναρκωτικάαποδέχονται την κατάστασή τους και συνεχίζουν την πορνεία, χωρίς πλέον να εξαναγκάζονται με τη βία.

Όσον αφορά την Κοζάλ, τελικά κατάφερε να διαφύγει. Υπέφερε από κοιλιακούς πόνους ενώ βρισκόταν στον οίκο ανοχής και μέχρις ότου γυρίσει στην Καμπότζη ήταν βαριά άρρωστη. Σύμφωνα με την εξαδέλφη της, πρόκειται για γυναικολογικό πρόβλημα που προέρχεται από σεξουαλική κακοποίηση. Τώρα η Κοζάλ κινδυνεύει να πεθάνει. Γι΄ αυτό, μπορεί στους Αμερικανούς η φράση «δουλεία του 21ου αιώνα» να μοιάζει υπερβολική, αλλά όταν παρακολουθήσει κανείς από κοντά τις ιστορίες των γυναικών που αιχμαλωτίστηκαν σε σύγχρονους οίκους ανοχής, καταλαβαίνει ότι η βασική διαφορά ανάμεσα σε αυτές και στους δούλους του 19ου αιώνα είναι πως οι σημερινές κοπέλες πεθαίνουν από ΑΙDS έως τα 30 τους χρόνια.