Εννέα Κούρδοι γονάτισαν στη μέση του πεζοδρομίου. Την κοίταζαν στα μάτια.

Εκείνη είχε μείνει εκεί, στον δρόμο, μη μπορώντας να μιλήσει. Ένιωθε τα πόδια

της βαριά. Δεν μπορούσε να κάνει βήμα. Τα σπαστά τους ελληνικά ήταν λειψά για

να της εκδηλώσουν τα συναισθήματά τους. Ό,τι είχαν να πουν, το είπαν με την

κίνησή τους. Την ευχαριστούσαν με το βλέμμα τους.

Μια «ιεροτελεστία» που συνέβη κάποια μέρα, την προηγούμενη εβδομάδα, στη

Λεωφόρο Αλεξάνδρας – ακριβώς απέναντι από τα δικαστήρια. Πόσο αλλόκοτο θα

φάνηκε στους περαστικούς;

Ο ομοεθνής φίλος τους, δικαζόταν εκείνη την ημέρα. Κατηγορία: ανθρωποκτονία.

Τιμωρία: ισόβια.

Δεν την ευχαριστούσαν επειδή ο κατηγορούμενος γλίτωσε τη φυλακή. Ευγνωμονούσαν

όλους εκείνους τους ενόρκους που άκουσαν προσεκτικά τους μάρτυρες. Διαπίστωσαν

τις αναλήθειες ή έστω τις ανακρίβειες. Μπήκαν σε δίλημμα. Αγχώθηκαν για μια…

δίκαιη απόφαση. Η ισόβια ανήκει πια στο παρελθόν. Όχι όμως και η φυλακή: θα

εκτίσει αρκετά χρόνια μέχρι να ξεχαστεί το αδίκημά του και να ξεχάσει.

Ζητούσαν ίσως και συγχώρεση, επειδή πίστευαν πως όντας «ξένοι» σε μία χώρα,

κανείς δεν θα ενδιαφερόταν για τη ζωή του φίλου τους. Κανείς δεν θα έχανε τον

χρόνο του για να ακούσει όσα είχαν να πουν…

Ακούστηκαν πολλά… πικρά σχόλια εκείνη την ημέρα στην αίθουσα του

δικαστηρίου. Πολλά γενικόλογα: «Οι μετανάστες σταματάνε τον καβγά μόνο άμα

κυλήσει αίμα», είπε ένας από τους μάρτυρες. Σε ποια σχολή το διδάσκουν αυτό;

Στο Τμήμα Εγκληματολογίας ίσως; Το διαβάζει κανείς σε επιστημονικό βιβλίο;

Πάντως, αυτοί οι εννέα ίσως αναθαρρήσουν για το μέλλον τους στην Ελλάδα. Ίσως

να πουν την ιστορία και στους υπόλοιπους «ξένους». Είναι κι αυτό μια

παρηγοριά… στα όσα τραβάνε αντιμετωπίζοντας ένα κράτος που τους θεωρεί

πολίτες β’ κατηγορίας.