H ΛΕΞΗ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ: Αρβανίτικα. H κυριότερη μετά την ελληνική γλώσσα

την εποχή του 1821. Προερχόταν από τα μεσαιωνικά αλβανικά με κοινά γλωσσικά

ιδιώματα με τους τόσκηδες και κυρίως τους τσάμηδες.

Konusiyorsun ελληνικά; Yo, arberist *

ΠΟΡΟΣ 1827. Ο Νίκος Δραγούμης φιλοξενείται στο σπίτι ηλικιωμένης και

περιγράφει:

«Μόλις καθίσαντες περί τον σοφράν εσφραγίσθημεν, ως έθος, διά του σημείου του

σταυρού και η γραία οικοδέσποινα, αποταθείσα προς εμέ τον κατά Φράγκους

ενδεδυμένον,

– Πω, ανεφώνησεν, εσύ Φράγκο, κάνει σταυρό;

– Ναι, απεκρίθην, είμαι και εγώ χριστιανός.

Και εσφραγίσθην εκ νέου. Εκείνη δε, δραμούσα εν αληθή εκστάσει προς την θύραν,

ηκούσθη κράζουσα μεγαλοφώνως:

– Μάρω, Μπίλιω, Κονδύλω, Νέζω, ένι τεchiχνι niu Fragk che bin κρigne (ελάτε να

ιδήτε έναν Φράγκον κάμνοντα τον σταυρόν αυτού).

1821(-1830). Έλληνες (ελληνόφωνοι) ορθόδοξοι, Έλληνες καθολικοί, Αρβανίτες

χριστιανοί, Αρβανίτες μουσουλμάνοι, Αρβανίτες (και) ελληνόφωνοι, μουσουλμάνοι

τουρκόφωνοι αλλά και μουσουλμάνοι (Τούρκοι λόγω ονομάτων;) ελληνόφωνοι,

Εβραίοι ελληνόφωνοι. Ένα μωσαϊκό που κάθε του ψηφίδα πρόλαβε σε έναν αιώνα

πριν από την επανάσταση να συμμαχήσει με όλους αλλά και να πολεμήσει εναντίον

όλων. Σ’ έναν μικρό τόπο (Πελοπόννησος, Ρούμελη, Κυκλάδες, Σποράδες και νησιά

Αργοσαρωνικού) περίπου 700.000 άνθρωποι φαίνεται (αλλά μόνο με τη σημερινή

ματιά) να είχαν περισσότερα πράγματα να χωρίσουν απ’ όσα τελικά (και

πραγματικά) τους χώρισαν.

H απάντηση στο ερώτημα «πόσοι ήταν τι;» ή «πόσοι πίστευαν πού;» ή «πόσοι

μιλούσαν τι;» είναι ακόμη και σήμερα εξαιρετικά δύσκολη. Ακόμη και στο «πόσοι

ζούσαν τότε και πού». Ο ιστορικός Λάμπρος Μπαλτσιώτης είναι από τους ερευνητές

(της νεώτερης γενιάς) που έχει αναζητήσει απαντήσεις.

Φαίνεται ότι το 1821…

…περίπου το 1/5, μπορεί και το 1/4 των χριστιανών κατοίκων ήσαν αλβανόφωνοι.

«Υπήρχε μια συμπαγής αλβανόφωνη περιοχή εξαιρετικά μεγάλη εντός των συνόρων

του πρώτου ελληνικού κράτους», εξηγεί ο Λ. Μπαλτσιώτης. «Έτσι αν κάποιος

ξεκινούσε λίγο κάτω από τα βόρεια σύνορα – τη Νοτιοανατολική Φθιώτιδα –

μπορούσε να διασχίσει όλη τη χώρα μέχρι την Ερμιονίδα περνώντας αποκλειστικά

από αλβανόφωνους οικισμούς και σε μερικούς από αυτούς έχουμε αρκετές ενδείξεις

ότι θα συναντούσε ελάχιστους να γνωρίζουν ελληνικά. Όλη η Αττική, το

μεγαλύτερο μέρος της Βοιωτίας, η Νότια Εύβοια, η Βόρεια Άνδρος, σχεδόν όλη η

Κορινθία και το μεγαλύτερο μέρος της Αργολίδας μιλούσαν αρβανίτικα. Όπως τα

νησιά του Αργοσαρωνικού (άλλωστε σύμφωνα με ιστορικές πηγές ο επαναστατημένος

στόλος ήταν κυρίως αλβανόφωνος – είναι γνωστές οι περιπτώσεις του Μιαούλη, της

Μπουμπουλίνας ή των Κουντουριώτηδων – και είναι μάλλον βέβαιο ότι οι

πολέμαρχοι του στρατού πρέπει να μιλούσαν και αρβανίτικα).

Υπήρχαν βέβαια και σημαντικές νησίδες ελληνοφωνίας: η Θήβα, η Αθήνα, τα Μέγαρα

και η Αίγινα.

Αρβανίτικα μιλούσαν και σε μια άλλη συμπαγή περιοχή που ξεκινούσε από τη

Βορειοανατολική Ηλεία και έφτανε έως την Τριφυλία, περιελάμβανε δε ένα κομμάτι

της Νοτιοδυτικής Αρκαδίας. Δύο ακόμη περιοχές μιλούσαν αρβανίτικα, η μία στον

ορεινό όγκο του Παναχαϊκού που, λόγω της μετακίνησης των πληθυσμών σταδιακά

εγκαταστάθηκε σε πολλούς οικισμούς της Δυτικής Αχαΐας και η άλλη στην επαρχία

Επιδαύρου Λιμηράς στην Ανατολική Λακωνία. Υπήρχαν ακόμη και οι αλβανόφωνες

νησίδες, όπως για παράδειγμα τα Δολιανά Αρκαδίας».

Ακόμη και στα 1879 αναφέρει με μια δόση υπερβολής ο περιηγητής M. Σεϊζάνης

υπήρχαν ολόκληρα χωριά που κινδύνευες να πεθάνεις από δίψα ή πείνα αν δεν

ήξερες να πεις «ούγε» (νερό) και «μπουκ» (ψωμί).

Ο χάρτης μπορεί να γίνει ακόμη…

…πιο σύνθετος αν συμπεριληφθεί και το κριτήριο της θρησκείας. Διότι όλοι οι

χριστιανοί δεν ήταν ελληνόφωνοι ούτε όλοι οι μουσουλμάνοι τουρκόφωνοι.

«Εκτιμάται», λέει ο Λ. Μπαλτσιώτης, «ότι οι μουσουλμάνοι αποτελούσαν περίπου

το 1/7 του συνολικού πληθυσμού. Οι πληροφορίες μας όμως είναι αποσπασματικές.

Οι μουσουλμάνοι ήσαν αλβανόφωνοι και τουρκόφωνοι αλλά και ελληνόφωνοι. Οι

πληροφορίες μας όμως είναι αποσπασματικές. Για παράδειγμα στην περιοχή της

Γαστούνης μιλούσαν τουρκικά ενώ στο Φανάρι Ολυμπίας ελληνικά και λιγότερο

αρβανίτικα. Επίσης ελληνικά μιλούσαν και οι μουσουλμάνοι της Καρύστου όπως και

οι χριστιανοί». Τέλος,«αλβανόφωνοι μουσουλμάνοι ζούσαν στην περιοχή του Λάλα

(ορεινή Ηλεία) και στη Βαρδούνια στη Νότια Λακωνία. Φαίνεται ότι οι

μουσουλμάνοι των αστικών κέντρων όπως η Τρίπολη και το Ναύπλιο είχαν μητρική

γλώσσα τα τουρκικά, όμως οι γλωσσικές «παραλλαγές» ήσαν σίγουρα πολλές.»

Φαίνεται ότι υπήρχαν και ισχυρές εβραϊκές κοινότητες – κυρίως στην Τρίπολη,

την Πάτρα, την Κόρινθο και το Αγρίνιο. Οι Εβραίοι ήταν σχεδόν αποκλειστικά

ελληνόφωνοι, αλλά τούτο δεν εμπόδισε τους επαναστατημένους Έλληνες να τους

κατασφάξουν. Ειδικά στην πολιορκία της Τρίπολης και στις σφαγές που

ακολούθησαν, οι Εβραίοι ήταν, σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, ο προσφιλέστερος

στόχος των Ελλήνων. Αν σκεφτεί κανείς ότι στην Τρίπολη είχαν συγκεντρωθεί

φοβισμένοι Εβραίοι και από άλλες περιοχές, τότε εύκολα εξηγείται η

μετεπαναστατική εξαφάνισή τους. Μόνον η Χαλκίδα έδωσε καταφύγιο σε Εβραίους.

Τέλος, για τη γλώσσα των Ρομά «δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία», λέει ο Λ.

Μπαλτσιώτης. «Τα λίγα που εγώ γνωρίζω αφορούν μεταγενέστερη εποχή. Υπήρχαν

Τσιγγάνοι της Πελοποννήσου που στα τέλη του 19ου ήταν ελληνόφωνοι, όπως για

παράδειγμα στο Λιβάρτζι Καλαβρύτων, ενώ την ίδια περίοδο σε περιοχές όπως η

Γαστούνη και το Μεσολόγγι μιλούσαν ρομανί».

Ούτε η γλώσσα…

…ούτε η θρησκεία φαίνεται να αποτέλεσαν στέρεες βάσεις για μόνιμες

συμμαχίες. Τουλάχιστον μέσα σε έναν αιώνα πριν από το 1821 όλοι είχαν

πολεμήσει με όλους. Αυτή η διαπίστωση στοίχισε και την απόρριψη της

διδακτορικής εργασίας του Μιχαήλ B. Σακελλαρίου το 1932. Ο τίτλος της ήταν «H

Πελοπόννησος κατά την δευτέραν τουρκοκρατίαν». Ο ερευνητής δεν ήταν πολιτικά

ορθός, αφού διαπίστωνε ότι οι Έλληνες (χριστιανοί) μάλλον συνεργάστηκαν το

1714 με τους Τούρκους (μουσουλμάνους) στην εκδίωξη των Βενετών (χριστιανών)

από τα τελευταία λιμάνια τους. Μάλιστα απέδιδε τη συμμαχία στην ευνοϊκότερη

φορολογία από τους Τούρκους.

Μερικά χρόνια αργότερα (1774) οι Έλληνες πάλι συνεργάστηκαν με τους Τούρκους,

αυτήν τη φορά εναντίον αλβανόφωνων πληθυσμών («ληστών»). Τότε μουσουλμάνοι

(τουρκόφωνοι) πολέμησαν εναντίον μουσουλμάνων(αλβανόφωνων). Και λίγα χρόνια

μετά (1821) αλβανόφωνοι (χριστιανοί) πολεμούν εναντίον αλβανόφωνων

(μουσουλμάνων). Αλλά και Έλληνες χριστιανοί(καθολικοί) απέχουν από την

επανάσταση Ελλήνων χριστιανών (ορθοδόξων). Και πιθανόν μισθοφόροι αλβανόφωνοι

χριστιανοί μετείχαν στη φρουρά της Τρίπολης κατά των ομοδόξων πολιορκητών.

Ομόδοξοι εναντίον ομοδόξων, ομόγλωσσοι εναντίον ομογλώσσων. Μέσα σε 100 χρόνια

κάθε συνδυασμός αποδείχθηκε δυνατός.

Είναι γνωστή η διαμάχη αν το κράτος δημιούργησε το έθνος ή το αντίστροφο.

Πάντως τα δύο εργαλεία του έθνους (η γλώσσα – πολιτισμική παράδοση – και η

θρησκεία) απέκτησαν τη (σημερινή διαχωριστική) σημασία – έγιναν «υλικά» του

εθνικισμού – αφού χαράχτηκαν τα πρώτα σύνορα. Ο κρίσιμος παράγοντας στη

δημιουργία του εθνικισμού είναι το σύγχρονο κράτος (Κιτρομηλίδης).

Δεν είναι μόνο η (προαναφερθείσα) διαπλοκή των σχέσεων μεταξύ ομοδόξων –

ετεροδόξων και ομογλώσσων – ετερογλώσσων που αποσιωπήθηκε στα σχολικά

εγχειρίδια μετά τον αγώνα. Ούτε το γεγονός ότι οι διαφορετικές γλώσσες και

θρησκείες δεν εμπόδισαν την επανάσταση, αλλά χρησιμοποιήθηκαν εκ των υστέρων

για να την «περιφρουρήσουν» ή (κυρίως) να την περιορίσουν.

Ακόμη και ο ίδιος ο αγώνας άλλαξε μετά την επανάσταση με το ελληνικό κράτος.

«Από ένα σημείο και μετά», σημείωνε η ιστορικός Έλλη Σκοπετέα, «οι ίδιες οι

υψηλές στιγμές του αγώνα δεν αφορούσαν παρά μόνο τους μύθους τους. Έτσι για

παράδειγμα η ηρωική Έξοδος του Μεσολογγίου επισκίασε το ερώτημα πού έβγαιναν

οι Μεσολογγίτες;».

(Και) H ηρωική Έξοδος έγινε στοιχείο της ιδέας του έθνους και συνέβαλε στην

ταύτιση του λαού με το εδαφικό έθνος – κράτος.

* Μιλάς (στα τουρκικά) ελληνικά; Όχι, αλβανικά (στα αρβανίτικα)

Info

* Λ. Εμπειρίκος, Histoire de la langue albanaise en Grèce de la

création de l’Etat hellénique jusqu’à nos jours, Παρίσι

2002 (ανέκδοτο)

* Λ. Μπαλτσιώτης, L’albanophonie dans l’ État grec. Expansion et

déclin des parlers albanais en Grèce, Παρίσι, 2002 (ανέκδοτο).

* Γ. Νικολάου, Islamisations et christianisations dans le

Ρéloponnèse (1715-1832), Στρασβούργο, 1997 (ανέκδοτο).

* Έλλης Σκοπετέα «Το πρότυπο βασίλειο και η μεγάλη ιδέα», Αθήνα 1998,

ΠΟΛΥΤΥΠΟ

Bernard Pierron «Εβραίοι και Χριστιανοί στη νεότερη Ελλάδα», Αθήνα

2004, ΠΟΛΙΣ

Ευστράτιου Ζεγκίνη (επιμ.) «Μπεκτασήδες δερβίσηδες και εθνικό

κίνημα στην Αλβανία», Γιάννενα 2005, ΙΣΝΑΦΙ

Enstaseis – blog

Θα μας βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http: //enstaseis.blogspot.com