Τον εγκλεισμό στο… Μαξίμου επιλέγει ο Κώστας Καραμανλής για δεύτερη φορά

από τον Οκτώβριο, θέλοντας έτσι να αποφύγει τις απαντήσεις στην υπόθεση των

υποκλοπών.

Ο Κώστας Καραμανλής έχει μείνει χωρίς επικοινωνιακά στηρίγματα. O Ευάγγ.

Μεϊμαράκης δεν έχει πλέον την άνεση της συχνής παρουσίας στα τηλεοπτικά

παράθυρα, ενώ ο Θόδωρος Ρουσόπουλος στέλνει σχεδόν καθημερινά στο «μπρίφινγκ»

τον αναπληρωτή του Βαγγέλη Αντώναρο

Κυβερνητικά στελέχη επισημαίνουν πως το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχει

οδηγήσει την κυβέρνηση αυτή η υπόθεση επηρέασε αρνητικά την ψυχολογική

κατάσταση του Πρωθυπουργού, ο οποίος απομονώθηκε στο Μαξίμου και κυβερνά διά

διαγγελμάτων. H αρνητική ψυχολογία μεταδίδεται και στα μέλη του Υπουργικού

Συμβουλίου, τα οποία αποφεύγουν να εκτίθενται καθώς βλέπουν τη δημοτικότητά

τους να συμπαρασύρεται από την ελεύθερη πτώση της παράταξης.

Κορυφαίο στέλεχος της N.Δ. επισημαίνει πως στην κακή διάθεση του κ. Καραμανλή

συντελεί το γεγονός ότι δεν διαθέτει αποτελεσματικά «όπλα» για να ανατρέψει το

κλίμα. Με τον ανασχηματισμό, υποστηρίζει, έχει εξαντλήσει τις «τακτικές» του

κινήσεις και ελπίζει μόνο στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος.

Το διάγγελμα. Το Μαξίμου ποντάρει πλέον… τα ρέστα του στη μείωση του

ελλείμματος κάτω από το 3% για το 2006 – με τη βούλα της Κομισιόν. Όπως

υποστηρίζουν συνεργάτες του Πρωθυπουργού, αν αυτό πραγματοποιηθεί θα

αποτελέσει ένεση αξιοπιστίας για την κυβέρνηση και αισιοδοξίας για τους

πολίτες, η οποία μπορεί να βελτιώσει το κλίμα, αφού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει

πολύ μεγαλύτερο κύρος στην κοινή γνώμη από οποιαδήποτε ελληνική αρχή ή

πολιτική δύναμη. Οι ίδιοι αναφέρουν ότι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο ο

Πρωθυπουργός προχώρησε στο σύντομο διάγγελμα της τελευταίας εβδομάδας, το

οποίο είχε σκοπό να αναδείξει τον στόχο και να καλλιεργήσει προσδοκίες.

Κυβερνητικά στελέχη επισημαίνουν πάντως πως, παρά την προετοιμασία γι’ αυτό το

διάγγελμα, η κακή ψυχολογία εμπόδισε τον κ. Καραμανλή να περάσει το μήνυμα

αισιοδοξίας που ήθελε. Ο Πρωθυπουργός ήταν βαρύς και σκυθρωπός και έδειχνε,

όπως λένε τα ίδια στελέχη, πως δεν διέρχεται την καλύτερή του περίοδο.

Υποστηρίζουν δε πως η διάθεσή του είναι κακή και ότι είναι ιδιαίτερα ανήσυχος

για την υπόθεση των υποκλοπών. Στο Μαξίμου παραδέχονται πως δεν γνωρίζουν τι

«ουρές» και πόση διάρκεια μπορεί να έχει αυτή η υπόθεση, ενώ επισημαίνουν πως

και ο στενότερος συνεργάτης του Πρωθυπουργού Γιάννης Αγγέλου είναι

αναστατωμένος και νευρικός επειδή έχει κληθεί να καταθέσει στην Επιτροπή

Θεσμών και Διαφάνειας.

Δημοσκοπήσεις. H διάθεση του Πρωθυπουργού χειροτέρευσε όταν

συνειδητοποίησε πως το σκάνδαλο των υποκλοπών τον πλήττει προσωπικά και ότι

αυτό αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Στις 14 Φεβρουαρίου ο κ. Καραμανλής

επιχείρησε με το δημόσιο διάγγελμά του να κλείσει το θέμα, αλλά δεν έπεισε.

Έκτοτε, οι δημόσιες εμφανίσεις του (στη Βουλή, το Υπουργικό Συμβούλιο για τα

δύο χρόνια της N.Δ. και το διάγγελμα για το έλλειμμα) ήταν η μία χειρότερη από

την άλλη. Τονίζουν μάλιστα πως την ίδια περίοδο ο κ. Καραμανλής έκανε τη

χειρότερη παρουσία του ως Πρωθυπουργός στη Βουλή, ενώ έκτοτε διαπιστώνει με

ανησυχία (σε μετρήσεις της Κάπα Research και τώρα της Μέτρον) τη δημοτικότητα

του να υποχωρεί πίσω από εκείνη του Γιώργου Παπανδρέου. Τα ίδια στελέχη

προσθέτουν πως ο Πρωθυπουργός ανέστειλε την προγραμματισμένη συνέντευξη στους

ανταποκριτές Ξένου Τύπου, επειδή δεν ήθελε να αντιμετωπίσει έναν καταιγισμό

ερωτήσεων για τις υποκλοπές.

Κατά Βουλγαράκη. Στο μεταξύ, οι γκρίνιες που έχει προκαλέσει στο

εσωτερικό της κυβέρνησης η κρίση των υποκλοπών συνεχίζονται με ένταση. Τα

περισσότερα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου συμφωνούν στις κατ’ ιδίαν

συνομιλίες τους πως ο επικοινωνιακός και πολιτικός χειρισμός της υπόθεσης ήταν

κακός, ενώ πλέον τόσο οι υπουργοί όσο και πολλοί βουλευτές θεωρούν ως κύριο

υπεύθυνο τον πρώην υπουργό Δημόσιας Τάξης Γιώργο Βουλγαράκη, στον οποίο

αποδίδουν την ευθύνη για την υπερβολική – όπως τη χαρακτηρίζουν – εμπιστοσύνη

που έδειξε η κυβέρνηση στα στοιχεία που της παρουσίασε ο Γιώργος Κορωνιάς.

Ωστόσο, άλλα στελέχη διαφωνούν και με τη γραμμή άμυνας που έχει επιλέξει το

Μαξίμου όσον αφορά την υπόθεση των υποκλοπών. «Δεν είναι δυνατόν ο

Πρωθυπουργός να εμφανίζεται ως θύμα και να επιμένει ότι είναι το θύμα. Οι

πολίτες δεν θέλουν να λυπούνται τον Πρωθυπουργό τους», αναφέρει κορυφαίος

υπουργός της κυβέρνησης.

Χωρίς επικοινωνιακά στηρίγματα

Ένας άλλος παράγοντας που συμβάλλει στην αρνητική ψυχολογία του Πρωθυπουργού

είναι το γεγονός ότι δεν έχει επικοινωνιακά στηρίγματα. Κορυφαίο κυβερνητικό

στέλεχος επισημαίνει πως με τον ανασχηματισμό «κάηκε» ο Ευάγγ. Μεϊμαράκης, ο

οποίος ως υπουργός Άμυνας δεν έχει πλέον την άνεση της συχνής παρουσίας στα

τηλεοπτικά παράθυρα. Ο Πάνος Παναγιωτόπουλος, ο οποίος ως υπουργός είχε πάρει

επάνω του πολλές δύσκολες καταστάσεις, έχει επιλέξει μετά την έξοδό του από

την κυβέρνηση τακτική επικοινωνιακής ανάπαυσης. Οι υπόλοιποι υπουργοί

αποφεύγουν να εκτίθενται στην υπόθεση των υποκλοπών, επειδή όπως παραδέχονται

το μόνο που μπορούν να πετύχουν είναι να τρωθεί ακόμα περισσότερο η αξιοπιστία

τους. Είναι ενδεικτικό πως οι στενοί συνεργάτες του κ. Καραμανλή (Γιώργος

Αλογοσκούφης, Προκόπης Παυλόπουλος και Δημήτρης Σιούφας) σιωπούν, ενώ ο

κυβερνητικός εκπρόσωπος Θόδωρος Ρουσόπουλος στέλνει σχεδόν καθημερινά στο

«μπρίφινγκ» τον αναπληρωτή του Βαγγέλη Αντώναρο.

Καθοδική πορεία των υπουργών

Το κακό κλίμα για την κυβέρνηση αποτυπώνεται και στην αρνητική δημοτικότητα

των υπουργών κατά την τελευταία δημοσκόπηση της Μέτρον. Με εξαίρεση τον Ευάγγ.

Μεϊμαράκη και την Ντόρα Μπακογιάννη (οι οποίοι όμως δεν έχουν μετρηθεί στο

παρελθόν ως υπουργοί), όλοι χάνουν. Είναι ενδεικτικό ότι κόστος επιμερίζονται

και οι στενοί επιτελείς του κ. Καραμανλή: 4 μονάδες χάνει ο κ. Παυλόπουλος,

ενώ από δύο οι κ.κ. Σιούφας, Αλογοσκούφης και Σουφλιάς. Την ίδια ώρα, οι

υποκλοπές πλήττουν σημαντικά και τους υπουργούς που εμπλέκονται στην υπόθεση:

ο κ. Ρουσόπουλος χάνει 3 μονάδες και βρίσκεται για πρώτη φορά εκτός δεκάδας,

ενώ τρεις μονάδες χάνει και ο κ. Βουλγαράκης, ο οποίος υποχωρεί στην έκτη θέση

των δημοφιλέστερων στελεχών. Ο κ. Παπαληγούρας περιορίζεται σε απώλεια δύο

μονάδων.