Οι περισσότεροι έφηβοι μαθητές θα βολεύονταν με μια επίσκεψη στο τοπικό

μουσείο. Ο Φάρις Χασάν όμως είχε πιο φιλόδοξα σχέδια για τη σχολική εκδρομή:

το έσκασε από το σπίτι του στη Φλόριντα, για να πάει να δει από κοντά τη ζωή

στη Βαγδάτη, μία από τις πιο επικίνδυνες πόλεις του κόσμου.

«Νιώθω ένοχος που απολαμβάνω όλο αυτό το ευλογημένο πλήθος αγαθών για το

οποίο εγώ δεν έκανα τίποτε για να τ’ αξίζω, ενώ οι Ιρακινοί, από τους οποίους

πολλοί είναι πολύ καλύτεροι από μένα, υποφέρουν φρικτά», έγραφε στη σχολική

εργασία του ο Φάρις Χασάν

Όλα άρχισαν όταν στον ιρακινής καταγωγής 16χρονο μαθητή ανατέθηκε μια εργασία

με θέμα τον πόλεμο στο Ιράκ. Τότε ο Φάρις, ο οποίος θέλει να γίνει

δημοσιογράφος, αποφάσισε ότι έπρεπε οπωσδήποτε να πάει στο Ιράκ για να δει από

κοντά – όπως είπε ο ίδιος – πόσο υποφέρουν οι Ιρακινοί πολίτες, αλλά και

επειδή ένιωθε ένοχος που ο ίδιος μπορούσε να χαρεί τη ζωή ενός μέσου

Αμερικανού εφήβου, ενώ οι έφηβοι στην πατρίδα του πατέρα του υποφέρουν.

«Νιώθω ένοχος»

«Υπάρχει μία πάλη στο Ιράκ μεταξύ του καλού και του κακού», έγραφε στη σχολική

εργασία, «το ξέρω ότι δεν μπορώ να κάνω πολλά. Το ξέρω ότι δεν μπορώ να

σταματήσω τους σκοτωμούς και να σώσω τους αθώους, αλλά επίσης ξέρω πως δεν

μπορώ απλώς να κάθομαι εδώ. Νιώθω ένοχος που ζω σε ένα μεγάλο σπίτι, οδηγώ ένα

ωραίο αυτοκίνητο και πάω σε ένα καταπληκτικό σχολείο. Νιώθω ένοχος που κάθομαι

με τους φίλους μου σε ένα καφέ, χωρίς τον φόβο ότι μπορεί να μας τινάξει στον

αέρα ένας καμικάζι. Νιώθω ένοχος που απολαμβάνω όλο αυτό το ευλογημένο πλήθος

αγαθών που εγώ δεν έκανα τίποτε για να τα αξίζω, την ώρα που οι Ιρακινοί, από

τους οποίους πολλοί είναι πολύ καλύτεροι από εμένα, υποφέρουν φρικτά».

Ο πατέρας του δρ Ρέντχα Χασάν υποσχέθηκε στον Φάρις να πάνε μαζί στο Ιράκ το

καλοκαίρι, αλλά ο Φάρις αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να περιμένει μέχρι τότε.

Έτσι, στις 11 Δεκεμβρίου, άφησε ένα μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας στους

γονείς του, λέγοντάς τους να μην ανησυχούν, και έβγαλε αεροπορικά εισιτήρια

από το Μαϊάμι στο Κουβέιτ. Φτάνοντας στο Κουβέιτ, έφτασε στα σύνορα Ιράκ –

Κουβέιτ με ταξί, αλλά δεν μπόρεσε να μπει στην χώρα εξαιτίας των μέτρων

αυξημένης ασφαλείας που επικρατούσαν στο Ιράκ λόγω των εκλογών. Έτσι, αφού

πήρε τηλέφωνο τον πατέρα του, ο Φάρις ταξίδεψε στη Βηρυτό, όπου έμεινε με

οικογενειακούς φίλους. Τελικά μπήκε στη Βαγδάτη ανήμερα Χριστουγέννων.

Την περασμένη Τρίτη, όμως, ενώ ο έφηβος μαθητής βρισκόταν σε μια υπαίθρια

αγορά της Βαγδάτης και προσπαθούσε να αγοράσει τρόφιμα κρατώντας ανά χείρας

ένα αραβικό λεξικό για αρχαρίους, ανησύχησε όταν αντιλήφθηκε να τον

περικυκλώνουν διάφοροι άγνωστοι και να τον κοροϊδεύουν που φορούσε παπούτσια

Nike και τζιν παντελόνι. Μπήκε λοιπόν στο γραφείο του Ασοσιέτεντ Πρες για να

ζητήσει βοήθεια. Το Πρακτορείο ενημέρωσε την αμερικανική διοίκηση και έτσι,

πολύ σύντομα, κατέφθασαν στα γραφεία Αμερικανοί στρατιώτες που παρέλαβαν τον

μαθητή και τον οδήγησαν στην αμερικανική πρεσβεία. Από εκεί, ο Φάρις

επιβιβάστηκε σε αεροπλάνο με προορισμό τις ΗΠΑ.

ΘΥΜΩΜΕΝΟΙ, ΑΛΛΑ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΜΕΝΟΙ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ

«Δεν θα τον αφήνουμε ούτε έξω να βγαίνει…»

«Θα χάσει για αρκετό καιρό την αυτονομία του, και να μη μιλήσουμε καν για το

διαβατήριό του…» δήλωσε η μητέρα του Φάρις, Σάτχα Ατίγια

Ο ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΩΔΗΣ μαθητής βρίσκεται σε δύσκολη θέση, καθώς είναι

αντιμέτωπος με την οργή της θυμωμένης αλλά άκρως ανακουφισμένης οικογένειάς

του, τα μέλη της οποίας λένε ότι τρελάθηκαν από την ανησυχία τους όταν έμαθαν

ότι βρισκόταν σε μια χώρα όπου οι αντάρτες έχουν απαγάγει περισσότερους από

400 ξένους πολίτες – 40 εκ των οποίων Αμερικανοί – από την αρχή του πολέμου

στο Ιράκ. «Δεν υπάρχει περίπτωση να βγει από το σπίτι τώρα», δήλωσε η μητέρα

του Φάρις, Σάτχα Ατίγια, «θα χάσει για αρκετό καιρό την αυτονομία του, και να

μη μιλήσουμε καν για το διαβατήριό του…».