H μεταπτυχιακή γνώση και η γενικότερη μόρφωση είναι απολύτως αναγκαία για

όποιον επιδιώκει την επαγγελματική ανέλιξη. Μοιάζει λοιπόν μονόδρομος η

απόκτηση ενός ΜΒΑ, υποστηρίζει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων

(ΣΕΒ) και πρόεδρος της S&Β κ. Οδυσσέας Κυριακόπουλος, αναγνωρίζοντας ότι

οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν παίρνουν εύκολα το ρίσκο να εκπαιδεύσουν τα

στελέχη τους.

Το MBA τα τελευταία χρόνια θεωρείται αλλά και «πωλείται» ως «διαβατήριο»

για την εύρεση εργασίας σε όλους τους επιχειρηματικούς κλάδους.

Πιστεύετε ότι η ζήτηση στελεχών με MBA είναι τόσο μεγάλη όσο και η προσφορά

πτυχίων;

Πιστεύω ότι το MBA – σίγουρα για πάρα πολύ κόσμο – θεωρείται και είναι το

«διαβατήριο» για εύρεση εργασίας, τουλάχιστον ως ένας τρόπος να μπει κανείς με

μια πιο υπεύθυνη θέση για να δουλέψει σε μια εταιρεία. H ζήτηση για MBA’ s

πιστεύω ότι είναι μεγάλη, αλλά ίσως και η προσφορά μεγαλώνει – κι αυτή – με

πολύ μεγάλη ταχύτητα και θα μπορούσε να πει κανείς ότι υπάρχει μια

υπερ-προσφορά πτυχίων MBA. Γι’ αυτό και το θέμα της ποιότητας παίζει έναν

εξαιρετικά σημαντικό ρόλο.

Βάσει της δικής σας εμπειρίας και ως επιχειρηματία, αλλά και ως αποφοίτου

του INSEAD, τι εφόδια πιστεύετε ότι παρέχει ένα MBA;

Πρόκειται για μια μεταπτυχιακή γνώση και μια γενικότερη μόρφωση που οπωσδήποτε

πρέπει να έχει κανείς. Αυτό σημαίνει – και – MBA. Είναι το πτυχίο που δίνει

ένα «λούστρο», και συγχρόνως και κάποια εργαλεία χρήσιμα στην επαγγελματική

ανέλιξη. Θα το συμψήφιζε κανείς με την εμπειρία δουλειάς περίπου 10 ετών και η

οποία σε ένα MBA προσφέρεται συγκεντρωμένη σε μια μικρή περίοδο σπουδών.

Πράγμα που σημαίνει ότι με ένα ΜΒΑ κερδίζεις την πείρα κάποιων ετών. Τώρα –

συνήθως – πέρα από τις θεωρητικές γνώσεις, μαθαίνεις να εργάζεσαι ομαδικά.

Μαθαίνεις να αντιμετωπίζεις ανθρώπους με διαφορετικές και συχνά αντίθετες

αντιλήψεις από τις δικές σου. Μαθαίνεις τον τρόπο με τον οποίον γίνονται οι

διαπραγματεύσεις ή μπορεί κανείς να φτάσει σε ένα αποτέλεσμα – όχι απλώς με

έναν τρόπο καθαρά ιεραρχικό – αλλά μέσα από την επεξεργασία των διαφορετικών

θέσεων και τη σύγκλιση.

Ποια ήταν τα κριτήριά σας όταν επιλέξατε το INSEAD;

Εγώ φοίτησα στο INSEAD το 1976. Τα πράγματα έχουν προχωρήσει ραγδαία από τότε.

Τα κριτήρια πάντως ήταν, κατ’ αρχήν, ότι επρόκειτο για το καλύτερο σχολείο

στην Ευρώπη – με την πλέον ευρωπαϊκή και διεθνή διάσταση – χωρίς εξάρτηση από

κανένα κράτος και καμία δημόσια Παιδεία. Είχε μιαν αυτονομία και ταυτόχρονα

σύνδεση με τις επιχειρήσεις, πράγμα πολύ σημαντικό. Γιατί πιστεύω ότι η

σύνδεση αυτή, ιδιαίτερα για τις σπουδές πάνω στη διοίκηση επιχειρήσεων, δεν

είναι μόνο εξαιρετικά χρήσιμη· είναι και αναγκαία. Επιπλέον ήταν σημαντικό για

μένα το μονοετές πρόγραμμα σπουδών, σε σχέση με τα εναλλακτικά διετή

προσφερόμενα. Επί πλέον, τότε, μου άρεσε η ευρωπαϊκή διάσταση· γιατί τώρα έχει

αλλάξει. Να προσθέσω ότι απαιτούνταν 3 ευρωπαϊκές γλώσσες για μπει κανείς· και

αυτό ήταν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για μένα, καθώς μιλούσα γαλλικά, αγγλικά

και γερμανικά.

Πώς αξιολογείται το επίπεδο των προσφερόμενων MBA στην Ελλάδα, σε

σχέση με τα διεθνή; Τι θα προτείνατε εσείς, αν αναλογιστεί

κανείς ότι και τα δίδακτρα στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλά;

Πιστεύω ότι υπάρχουν καλά MBA στην Ελλάδα· και δεν αναφέρομαι μόνο στο ALBA,

με το οποίο είμαι και άμεσα συνδεδεμένος – ως μέλος τού διοικητικού συμβουλίου

τα τελευταία χρόνια αλλά και ουσιαστικός υποστηρικτής του. Υπάρχουν κι άλλα

καλά MBA στη χώρα και από δημόσια Πανεπιστήμια και από ιδιωτικούς φορείς, τα

οποία πραγματικά συνεχώς αναβαθμίζονται, βελτιώνονται και παράγουν πολύ καλούς

αποφοίτους. Νομίζω ότι το MBA πρέπει κανείς να το δει ως μια επένδυση· κι αν

έχει τις προϋποθέσεις, πρέπει να πάρει το ρίσκο. Ακόμα κι αν δεν έχει χρήματα

θα πρότεινα να δανειστεί, γιατί είναι μια σημαντική επένδυση γνώσης. Θεωρώ ότι

για κάποιον που θα κάνει μια σωστή επιλογή στη Σχολή, πιστεύει στον εαυτό του,

έχει την απόδοση που απαιτείται – μπορεί να πληρώσει και τα δίδακτρα – είναι

μια, πολύ καλή επένδυση που μέσα σε δύο έως τρία χρόνια θα τον αποζημιώσει!

Μόνο και μόνο από τη διαφορά στον μισθό ή τις αξιώσεις που μπορεί να έχει

αναζητώντας μια δουλειά, τουλάχιστον στον ιδιωτικό τομέα.

Ασκεί ο ΣΕΒ κάποια πολιτική που να υποστηρίζει ή να ωθεί την επαγγελματική

εκπαίδευση;

Να θυμίσω ότι το ΙΟΒΕ είναι «παιδί» του ΣΕΒ. Ότι το ALBA είναι – και – «παιδί»

του ΣΕΒ. Πέρα από αυτό, να τονίσω ότι ο ΣΕΒ έχει κάνει μια προσπάθεια τα

τελευταία χρόνια να προωθήσει την εκπαίδευση στον χώρο της επιχειρηματικότητας

στα σχολεία, με ένα πρόγραμμα που «έτρεξε» πιλοτικά και πολύ πετυχημένα σε

πάνω από 150 σχολεία επί τρία χρόνια. Περισσότερα από δέκα χιλιάδες παιδιά

είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν αυτά τα μαθήματα. Άρα, ο ΣΕΒ έχει ενεργή

συμμετοχή και ασκεί πολιτική προς αυτήν την κατεύθυνση. Μην ξεχνάμε, επίσης,

ότι μαζί με τους άλλους κοινωνικούς εταίρους έχει ιδρύσει και το ΛΑΕΚ, το

οποίο είναι ένας επιδοτούμενος λογαριασμός που αφορά την καταπολέμηση της

ανεργίας μέσα από την επαγγελματική κατάρτιση και εκπαίδευση. Πιστεύουμε

ακράδαντα στη διά βίου εκπαίδευση και προσπαθούμε αυτά τα μηνύματα να τα

περάσουμε και στα μέλη μας και στην ευρύτερη κοινωνία.

H επιχείρηση θα ωφεληθεί επενδύοντας σε σπουδές των στελεχών της

«Το MBA θεωρείται μια μεγάλη επένδυση, την οποία πολύ λίγες επιχειρήσεις

τολμούν» λέει για την επιμόρφωση των στελεχών ο Οδυσσέας Κυριακόπουλος και

δηλώνει απερίφραστα πως οι επιχειρήσεις θα ωφεληθούν ακολουθώντας αυτήν την

πολιτική, «ακόμα και αν μερικά από τα παιδιά αυτά δεν επιστρέψουν στην

επιχείρηση μετά τις σπουδές».

Όλοι μιλούν για τη σημασία της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Πόσο

επενδύουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην εκπαίδευση των στελεχών τους;

Είναι αλήθεια ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν επενδύουν όσο αυτές της

Ευρώπης ή της Αμερικής. Είναι λίγες οι επιχειρήσεις που έχουν το μέγεθος για

να το κάνουν και οι οποίες εντάσσουν στη φιλοσοφία τους εντάσσεται μια τέτοια

εκπαίδευση. Βεβαίως επενδύουν σε επαγγελματικά προγράμματα κατάρτισης που

αναπτύσσουν κάποιες δεξιότητες και είναι άμεσα χρήσιμες στη λειτουργία της

επιχείρησης ή αφορούν την υγιεινή και την ασφάλεια. Αλλά το MBA θεωρείται μια

μεγάλη επένδυση την οποία πολύ λίγες επιχειρήσεις τολμούν.

Αν το τολμούσαν είναι βέβαιο ότι θα εισέπρατταν την επένδυσή τους;

Επειδή η S&Β, της οποίας είμαι πρόεδρος, ακολουθεί αυτή την πολιτική εδώ

και πολλά χρόνια, θα έλεγα και το πιστεύω ακράδαντα ότι αξίζει, ακόμα κι αν

μερικά από τα παιδιά αυτά δεν επιστρέψουν στην επιχείρηση μετά τις σπουδές.

Νομίζω ότι συνολικά η επιχείρηση έχει πολλά να ωφεληθεί επενδύοντας σε παιδιά

τα οποία στέλνει να σπουδάσουν MBA. Άλλωστε έχει και πλεονεκτήματα το να

στείλεις κάποιον για σπουδές, όταν έχει δουλέψει στην παραγωγή ή στις πωλήσεις

ή στην οικονομική διεύθυνση. Αφού τον έχεις δει να δουλεύει – ως ένα νεώτερο

μέλος της ομάδας – και έχει αποκτήσει επαγγελματική πείρα στην εταιρεία, είναι

καλό να πάρει ένα MBA και να τον προωθήσεις προς τα πάνω στη διοικητική

αλυσίδα. H S&Β στηρίζει 2-3 εργαζόμενους τον χρόνο για να κάνουν MBA στην

Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.

Οι υπότροφοι δεν αναλαμβάνουν δέσμευση ότι μετά την ολοκλήρωση των σπουδών

τους θα πρέπει να εργασθούν στην εταιρεία;

Στη δική μας την επιχείρηση δεν υπάρχει τέτοια δέσμευση, σε άλλες επιχειρήσεις

μπορεί να υπάρχει. Εγώ δεν πιστεύω σ αυτές τις δεσμεύσεις διότι κάποιος

δουλεύει σ’ έναν χώρο γιατί τον επιλέγει, του αρέσει αυτός ο χώρος – και όχι

γιατί είναι δεσμευμένος. H πρόκληση είναι διπλή. H επιχείρηση πρέπει να

μπορέσει να αξιοποιήσει αυτό το παιδί, αλλά και το ίδιο να είναι χρήσιμο, ώστε

να τον θέλει η επιχείρηση πίσω. Τώρα εάν στις 10 περιπτώσεις η μία δεν

λειτουργεί, αυτό είναι στο πλαίσιο του εύλογου ρίσκου που είμαι διατεθειμένος

να πάρω.

Είπε

Το MBA πρέπει κανείς να το δει ως μια επένδυση· κι αν έχει τις

προϋποθέσεις, πρέπει να πάρει το ρίσκο. Ακόμα κι αν δεν έχει χρήματα θα

πρότεινα να δανειστεί, γιατί είναι μια σημαντική επένδυση γνώσης