Ο Κώστας Μητρόπουλος είναι διδάκτωρ του London Business School, συνιδρυτής και

πρόεδρος της εταιρείας συμβούλων KANTOR. Έχει εργαστεί ως σύμβουλος στην

Ελλάδα και το εξωτερικό στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Εξαιρετικά σαφής και

απολύτως ξεκάθαρος στις απόψεις του προσδιορίζει την ανέλιξη μιας επιχείρησης

με τη σωστή διαχείριση των οικονομικών. Θυμίζει τους παλιούς «συντηρητικούς» –

όπως βιαστικά κάποιοι χαρακτήρισαν – επιχειρηματίες. Θεωρεί ότι θα πάψει να

υπάρχει έλλειψη ρευστότητας στην αγορά αν η κάθε εταιρεία προγραμματίσει σωστά

τις δυνατότητές της, έτσι ώστε να μην περισσεύουν τα πόδια έξω από το πάπλωμα.

Όσο για τη βιωσιμότητα των μικρών επιχειρήσεων στη σημερινή εποχή, πιστεύει

ότι η παγκοσμιοποίηση δεν αποτελεί μπαμπούλα.

Θεωρείτε ότι υπάρχει εξέλιξη στη λογιστική ως επιστήμη και ως πρακτική;

Βεβαίως. Όχι όμως τόσο ως επιστήμη, αλλά περισσότερο ως πρακτική. Στο πέρασμα

του χρόνου γίνεται ολοένα και πιο πλήρης και αντανακλά ορθότερα και καλύτερα

τα πραγματικά οικονομικά των επιχειρήσεων.

Έχει αναπτυχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η διοικητική λογιστική στη χώρα μας;

Από ελάχιστα έως καθόλου. Θα έλεγα ότι είναι πρακτικώς ανύπαρκτη. Είναι ένας

τομέας που για την ώρα φαίνεται ότι δεν ενδιαφέρει τις εταιρείες. Εξαιρούνται

βέβαια του κανόνα οι πολυεθνικές, αλλά και οι πολύ μεγάλες ελληνικές

επιχειρήσεις. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που αποκαλύπτει ότι η αντίληψή μας

για την πληροφορία, όσον αφορά τη διοικητική λογιστική που κατά τη γνώμη μου

πρέπει να γνωρίζει μια επιχείρηση, σαφώς υστερεί. H υστέρηση, η απουσία αυτή

είναι προφανές ότι έχει συνέπειες στην ποιότητα της διοίκησης μιας εταιρείας.

H λογιστική παίζει ρόλο και ποιον στην εκπόνηση ενός στρατηγικού πλάνου

δράσης;

Είναι πολύ μικρός ο ρόλος της. H εισαγωγή των διεθνών λογιστικών προτύπων θα

ενισχύσει τον ρόλο της λογιστικής στη διαμόρφωση της στρατηγικής της

εταιρείας, κυρίως μέσω του χειρισμού των εξαγορών. M’ άλλα λόγια ο νέος τρόπος

τήρησης των λογιστικών βιβλίων θα επηρεάζει τις κινήσεις των εταιρειών που

αφορούν εξαγορές άλλων επιχειρήσεων, για τις οποίες είναι διατιθέμενες να

πληρώσουν υπεραξίες. Ο λογιστικός χειρισμός των υπεραξιών με τα νέα λογιστικά

πρότυπα θα αποτρέπει κινήσεις, οι οποίες δεν έχουν πραγματική οικονομική αξία.

Τι είναι η αποτίμηση μιας εταιρείας και πόσο σημαντικό ρόλο παίζει για την

αγορά;

Αποτίμηση μιας εταιρείας ονομάζουμε τη δίκαια (fair) εκτίμηση της αξίας μιας

επιχείρησης. Είναι πολύ σημαντική, γιατί έχει επίπτωση στη σωστή και υγιώς

ανταγωνιστική λειτουργία της αγοράς. Είναι εύλογο το γιατί. Διαμορφώνει τις

απόψεις τόσο των αγοραστών όσο και των πωλητών. H αποτίμηση φυσικά μπορεί να

γίνει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, διαφορετικές τεχνικές, το σημαντικό

όμως στοιχείο για μια καλή αποτίμηση είναι η ποιότητα των παραδοχών που

αφορούν τις συνθήκες της αγοράς, τον ανταγωνισμό, τις δυνατότητες της

εταιρείας στο παρόν και στο μέλλον, αλλά και στη σημασία των προβλημάτων που

πιθανόν έχουν εμφανιστεί στη σημερινή της κατάσταση. Ατελείς αποτιμήσεις – για

να μην πω κακές – οδηγούν πολλές φορές σε στρεβλώσεις της αγοράς και σε

συναλλαγές που καταστρέφουν παρά δημιουργούν αξίες.

H ιδιωτικοποίηση μιας επιχείρησης ποια βήματα πρέπει να ακολουθεί;

Κατ’ αρχάς υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι ιδιωτικοποίησης και αυτοί καθορίζουν

τα βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν. H μετοχοποίηση, για παράδειγμα, ή η

κατευθείαν πώληση της εταιρείας ίσως και μέρους αυτής της σε στρατηγικό

επενδυτή, αλλά και η ΣΔΙΤ (Σύμπραξη Ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα). Ανάλογα με

το είδος της ιδιωτικοποίησης είναι και διαφορετικά τα βήματα και η διαδικασία

που ακολουθείται.

Στην πρώτη περίπτωση της μετοχοποίησης, η επιχείρηση προετοιμάζεται, γίνεται η

αποτίμησή της, ετοιμάζεται το ενημερωτικό δελτίο, προβάλλεται στους θεσμικούς

επενδυτές και στη συνέχεια παίρνει τον δρόμο της εισαγωγής στο Χρηματιστήριο.

Στη δεύτερη περίπτωση – πώληση μέρους ή όλης της εταιρείας – έχουμε και εδώ

την αποτίμηση της εταιρείας. Στη συνέχεια, οι σύμβουλοι του Δημοσίου

δημιουργούν το ενημερωτικό δελτίο, αναγκαίο για να προσεγγίσουν τους

ενδιαφερόμενους επενδυτές. H προσέγγιση των επενδυτών γίνεται στο πλαίσιο ενός

δημόσιου διαγωνισμού, ώστε να πληροφορηθούν οι ενδιαφερόμενοι τα στοιχεία και

τις δυνατότητες της υπό ιδιωτικοποίηση εταιρείας. Οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές

προχωρούν στον έλεγχο της εταιρείας, προκειμένου να υποβάλουν τις προσφορές

τους.

Στην τρίτη περίπτωση της ΣΔΙΤ το Δημόσιο προσκαλεί ενδιαφερόμενους επενδυτές,

προκειμένου αυτοί να εκμεταλλευτούν ένα δικαίωμα του Δημοσίου, π.χ. έναν

δρόμο, μία έκταση, ένα αποκλειστικό δικαίωμα – όπως ένα νοσοκομείο και άλλα.

Και σ’ αυτήν την περίπτωση προετοιμάζεται ένα ενημερωτικό δελτίο και

παρέχονται στους ενδιαφερόμενους επενδυτές στοιχεία σχετικά με την πιθανή

εκμετάλλευση. Στο πλαίσιο της διαγωνιστικής διαδικασίας για το συγκεκριμένο

δικαίωμα, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν τις τεχνικές και οικονομικές προσφορές

και το Δημόσιο επιλέγει τη βέλτιστη.

Και αν δεν υπάρχουν αρκετοί ενδιαφερόμενοι επενδυτές όπως έχει συμβεί στο

παρελθόν;

Εναπόκειται στο Δημόσιο να αποφασίσει εάν θα πουλήσει το περιουσιακό στοιχείο

υπό συνθήκες περιορισμένου ενδιαφέροντος, το οποίον δεν σημαίνει πάντοτε και

χαμηλή τιμή. Στην τελευταία περίπτωση μπορεί να επαναλάβει τη διαδικασία

μεταβάλλοντας ορισμένους όρους, έτσι ώστε να διεγείρει μεγαλύτερο επενδυτικό

ενδιαφέρον.

Οι ΠΜΕ και οι MME που δεν μπορούν να έχουν έναν εσωτερικό λογιστή, τι

πρέπει να προσέχουν; Έχουμε δει αρκετές φορές εταιρείες να κλείνουν λόγω

«κακοδιαχείρισης» των οικονομικών τους και ελλιπή προγραμματισμό…

Όσες δεν έχουν εσωτερικό λογιστή θα πρέπει να έχουν έναν καλό εξωτερικό

λογιστή και να είναι σε συνεχή επικοινωνία μαζί του. Είναι πολύ σημαντικό να

προσέχουν την εξέλιξη των οικονομικών τους μεγεθών. H τάξη και η πειθαρχία

είναι απόλυτα απαραίτητη για να μην υπάρχει ή να μην εμφανιστεί

κακοδιαχείριση. Και φυσικά απαιτείται μεγάλη προσοχή στα μετρητά της

εταιρείας. Διότι οι εταιρείες έχει αποδειχθεί ότι δεν κλείνουν ποτέ από

ζημίες, αλλά από την έλλειψη μετρητού που τις καθιστά αδύναμες να

ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

Τα τελευταία χρόνια σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ελλάδα προβάλλεται

η επιχειρηματικότητα ως διέξοδο. Εσείς πιστεύετε ότι σε μια παγκοσμιοποιήμενη

εποχή που οι κυριαρχούν συγχωνεύσεις και οι εξαγορές πολυεθνικών εταιρειών,

μπορεί να επιβιώσει μια μικρή εταιρεία και να αναπτυχθεί; Αν ναι, σε ποιον

κλάδο;

Το αν θα επιβιώσει ή όχι μια μικρή επιχείρηση είναι ανεξάρτητο του κλάδου στον

οποίο λειτουργεί. Για να επιβιώσει είναι απαραίτητο να εξυπηρετεί μια

οικονομική ανάγκη του καταναλωτή – του πελάτη – και να την εξυπηρετεί με

αποτελεσματικό τρόπο. Για να το πετύχει αυτό η εταιρεία πρέπει να έχει

νεωτεριστικές ιδέες, καλή αντίληψη των αναγκών της αγοράς, καλό τρόπο

οργάνωσης και μεγάλη προσοχή στα οικονομικά. Κατά συνέπεια, η παγκοσμιοποίηση

δεν είναι μπαμπούλας και το αποδεικνύουν πολλές μικρές και επιτυχημένες

εταιρείες που υπάρχουν και δρουν στην Ελλάδα.

H έλλειψη ρευστότητας είναι κάτι που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί

Υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης της έλλειψης ρευστότητας που επικρατεί στην

αγορά; Τι μπορεί να κάνει μια εταιρεία για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις

της;

H απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Δεν υπάρχει κανένας τρόπος. Είμαι της

παλιάς σχολής και πιστεύω ότι ο καλύτερος δρόμος για να μην αντιμετωπίσει αυτό

το πρόβλημα μια εταιρεία είναι να μην το συναντήσει ποτέ. Πράγμα που σημαίνει

ότι μια επιχείρηση αναλαμβάνει υποχρεώσεις, μόνο μέχρι το ύψος των δυνατοτήτων

αποπληρωμής τους.

Αυτό όμως δεν έρχεται σε αντίφαση με την ανάγκη διαρκούς επέκτασης μιας

εταιρείας, προκειμένου να δείχνει εύρωστη και – εάν είναι δυνατόν κάθε χρόνο –

με μεγαλύτερο κύκλο εργασιών;

H οικονομική ευρωστία δεν εκφράζεται αποκλειστικά από το μέγεθος των εσόδων

μιας εταιρείας, αλλά κυρίως από τον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτείται η

ανάπτυξή της. Σε μια υγιή και εύρωστη εταιρεία η σχέση των ίδιων και των ξένων

κεφαλαίων υπακούει στη λογική της συνεχούς, της αδιάλειπτης εξυπηρέτησης των

ξένων κεφαλαίων. M’ άλλα λόγια δεν δανείζομαι περισσότερα απ’ όσα εκτιμώ ότι

μπορώ να εξυπηρετώ στο μέλλον.