Αν η Ελλάδα δεν ζούσε ως τραγωδία την κωμωδία των κ.κ.

Παυλόπουλου, Ρουσόπουλου και Παπαληγούρα ως νέους Σαμουήλ

στο Κούγκι του ελληνικού Συντάγματος κόντρα στα στίφη των Μακρίβι

και Σάουμπ του Ευρωσυντάγματος, πιθανότατα θα είχαμε δώσει

μεγαλύτερη προσοχή σε μια μείζονα ευρωπαϊκή εξέλιξη, που είναι η απόσυρση της

οδηγίας Μπολκενστάιν, της επονομασθείσας «οδηγίας Φρανκεστάιν».

H οδηγία Μπολκενστάιν δεν είναι άγνωστη στην ελληνική κοινή γνώμη. Πολεμήθηκε

σκληρά από την Ευρωπαϊκή Σοσιαλιστική Ομάδα στο Ευρωκοινοβούλιο, που την

θεώρησε έκφραση ενός ακραίου νεοφιλελευθερισμού, ενώ υποστηρίχθηκε

αποφασιστικά από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. H οδηγία Μπολκενστάιν αποτέλεσε

επίσης αντικείμενο σκληρής διαμάχης του ελληνικού υπουργείου Παιδείας με τον

επίτροπο Μπολκενστάιν για την πρόθεσή του να «περάσει από το παράθυρο», σε μια

ρύθμιση της εσωτερικής αγοράς της Ένωσης, κρίσιμα ζητήματα Ανώτατης

Εκπαίδευσης.

Ο κ. Μπολκενστάιν, με την υποστήριξη της ομάδας της N.Δ. στο Ευρωπαϊκό

Κοινοβούλιο και με συγκεκριμένες μάλιστα τροπολογίες που κατέθεσαν οι

κ.κ. Τρακατέλλης και Χατζηδάκης, επεδίωκε να θεωρήσει την

εκπαίδευση «εμπορικό αγαθό» και «εμπορική υπηρεσία», έτσι ώστε ως «υπηρεσία»

να «απελευθερωθεί» και, επομένως, να αναγνωριστούν αυτομάτως τα πτυχία των

ποικιλώνυμων Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών.

Δόθηκε τότε με συνέπεια από την ελληνική κυβέρνηση και την Ελληνική

Σοσιαλιστική Ομάδα στο Κοινοβούλιο μια μείζων μάχη στην Επιτροπή και στο

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με συγκροτημένα νομικά υπομνήματα του ελληνικού

υπουργείου Παιδείας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στα οποία η Ελλάδα επιφυλασσόταν

– εφόσον γινόταν δεκτή η οδηγία Μπολκενστάιν – να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό

Δικαστήριο.

Στις επιστολές μου ως υπουργός Παιδείας στην Επιτροπή στήριζα τη θέση της

Ελλάδας στο γεγονός ότι τότε οι Συνθήκες – όπως τώρα το ευρωπαϊκό Σύνταγμα –

προσδιορίζουν ότι η εκπαίδευση των κρατών-μελών ανήκει στην περιοχή της

εθνικής κυριαρχίας.

Όλα τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, που σήμερα κόπτονται υπέρ της υπεροχής

του ελληνικού Συντάγματος έναντι του ευρωπαϊκού στο θέμα του βασικού μετόχου,

υποστήριζαν πριν από ένα χρόνο το ακριβώς αντίθετο για την οδηγία

Μπολκενστάιν: καλούσαν την ελληνική κυβέρνηση να υποταγεί στην οδηγία

Μπολκενστάιν και χαρακτήριζαν «λεονταρισμό» την πρόθεση προσφυγής της Ελλάδας

στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Τη θέση ότι μια κοινοτική οδηγία υπερέχει του ελληνικού Συντάγματος εξέφρασε

επίσης επανειλημμένα με δηλώσεις του ο τότε ευρωβουλευτής και νυν πρόεδρος του

Συνασπισμού κ. Αλαβάνος, που καλούσε σε αναγνώριση των τίτλων

των Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών σύμφωνα με το σχέδιο της οδηγίας Μπολκενστάιν.

Μήπως όμως πρέπει να δεχθούμε ότι τότε μεν η N.Δ. και ο κ. Αλαβάνος έκαναν

λάθος, αλλά τώρα έχουν το δικαίωμα στην επανόρθωση;

Δυστυχώς, έκαναν λάθος και τότε και τώρα. Γιατί ο νόμος του βασικού μετόχου

αφορά τις περιοχές που παλαιότερα οι Συνθήκες, και τώρα το ευρωπαϊκό Σύνταγμα,

προσδιορίζουν ρητά ως «τομείς αποκλειστικής αρμοδιότητας της

Ένωσης». Οι τομείς αυτοί είναι: α) η τελωνειακή ένωση, β) η θέσπιση των

αναγκαίων για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς κανόνων ανταγωνισμού, γ) η

νομισματική πολιτική για τα κράτη-μέλη τα οποία έχουν ως νόμισμα το ευρώ, δ) η

κοινή εμπορική πολιτική, ε) η διατήρηση των βιολογικών πόρων της θάλασσας στο

πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

Στους τομείς αυτούς – όπου υπάγεται ο βασικός μέτοχος – σύμφωνα με το άρθρο

1-12 παρ. 1 και άρθρο 1-13 παρ. 1&2, «η Ένωση διαθέτει αποκλειστική

αρμοδιότητα, μόνον αυτή έχει τη δυνατότητα να νομοθετεί (…), τα κράτη – μέλη

δεν έχουν αντίστοιχη δυνατότητα εκτός και αν τα εξουσιοδοτήσει η Ένωση ή αν

πρόκειται απλά για την εφαρμογή ή ενσωμάτωση στο εσωτερικό δίκαιο νομικά

δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης» (Δ. Στεφάνου – Γ. Πετρουλάκης «Το Ευρωπαϊκό

Σύνταγμα»).

Γιατί, λοιπόν, πριν από ένα χρόνο η N.Δ. έδωσε μάχη για να επικρατήσει μια

ευρωπαϊκή οδηγία έναντι του ελληνικού Συντάγματος σε μια περιοχή όπως η

εκπαίδευση, που ήταν και παραμένει στην εθνική κυριαρχία, και τώρα καλεί σε

μια μάχη κατά του ευρωπαϊκού Συντάγματος σε τομέα που ρητά αναφέρεται σε

αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης;

Πρόκειται περί τυπικού οπορτουνισμού; Πρόκειται απλώς για άγνοια; Ή ισχύει

κάτι χειρότερο, ότι προκειμένου δηλαδή η N.Δ. να φέρει τη διακυβέρνηση της

χώρας στα μέτρα της ανικανότητάς της, είναι ικανή να διακυβεύσει τη μορφή της

συμμετοχής μας στην Ένωση και από χώρα του σκληρού πυρήνα να εκπέσουμε σε

«ζώνη ειδικής σχέσης»;

Ο Πέτρος Ευθυμίου είναι βουλευτής B’ Αθήνας του ΠΑΣΟΚ και τέως υπουργός

Παιδείας.