Αποφασισμένη να βάλει τον νόμο για τον βασικό μέτοχο στο… χρονοντούλαπο

της Ιστορίας είναι η κυβέρνηση (και ο Πρωθυπουργός) και το μόνο που δεν έχει

διευκρινιστεί – σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές στις Βρυξέλλες – είναι ο τρόπος

με τον οποίο θα επικυρώσει τη «δολοφονία» του νόμου και ο χρόνος που θα λάβει

χώρα αυτός ο… φόνος.

Ο Κώστας Καραμανλής, κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνέντευξης Τύπου, απέφυγε

να ανακοινώσει ευθέως την απόσυρση του νόμου, αλλά άφησε ανοιχτό παράθυρο για

παρόμοια εξέλιξη, αφού είπε κατ’ επανάληψη πως «δεν προδικάζει το μέλλον», ενώ

υπογράμμισε ότι «προσπαθούμε να βρούμε κοινό τόπο με την Κομισιόν». Ακόμη ο κ.

Καραμανλής, όταν ρωτήθηκε κατά πόσον εγγυάται πως δεν θα υπάρξει απώλεια

κοινοτικών κονδυλίων, τόνισε με έμφαση ότι είναι αποφασισμένος «να

υπερασπιστεί το εθνικό συμφέρον».

Σε μια προσπάθεια να ανατρέψει το κλίμα που έχει δημιουργηθεί στην Ευρώπη εις

βάρος της Ελλάδας, ο Πρωθυπουργός υποστήριξε πως «σε μια Ένωση των 25

προκύπτουν ζητήματα, δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η δεύτερη φορά», και…

συνέστησε να μην υπάρχει υπερδραματοποίηση. Αυτό το «κατέβασμα των τόνων» εκ

μέρους του Πρωθυπουργού είχε και ως στόχο το εσωτερικό του κόμματός του, όπου

υπάρχουν φωνές υπέρ της ανοικτής σύγκρουσης με την Ευρώπη. Γι’ αυτό και σε

άλλο σημείο είπε πως στόχος του είναι η Ελλάδα να είναι «στην καρδιά της

Ευρώπης» και ότι «δεν θα οδηγηθούμε σε ευρωσκεπτικισμό», υπογραμμίζοντας πως

«είμαστε χωρίς φόβο και χωρίς πάθος».

Στην κυβέρνηση και στο επιτελείο του Πρωθυπουργού υπάρχουν δυο σενάρια για την

απόσυρση του νόμου περί βασικού μετόχου.

Το ένα, το οποίο φέρεται να υποστηρίζει ο υπουργός Εσωτερικών Προκόπης

Παυλόπουλος, είναι να αφεθεί η υπόθεση να οδηγηθεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κι

όταν εκεί ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα – καταπέσει, δηλαδή, ο νόμος και διαταχθεί

η Ελλάδα να τον καταργήσει – τότε η ελληνική κυβέρνηση να συμμορφωθεί,

«φορτώνοντας» την υπόθεση στις Βρυξέλλες.

Το Μαξίμου

Το παραπάνω σενάριο δεν φαίνεται να υιοθετείται από το Μέγαρο Μαξίμου, καθώς

διαθέτει ένα πολύ σοβαρό μειονέκτημα: θα παραταθεί τουλάχιστον για τρεις μήνες

το αρνητικό για την Ελλάδα κλίμα στην Ευρώπη, ενώ παράλληλα σε ένα μήνα θα

έχει ληφθεί και η απόφαση της Κομισιόν για το πάγωμα των κοινοτικών κονδυλίων,

με σοβαρές συνέπειες για την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα κα τις

επενδύσεις.

Σύμφωνα με πληροφορίες, κατά την παραμονή του στις Βρυξέλλες ο κ. Παυλόπουλος

προέβη σε κάποιες διερευνητικές επαφές με νομικούς εγκεφάλους της Ένωσης,

προκειμένου να διακριβώσει εάν υπάρχει δυνατότητα τροπολογιών στον νόμο για

τον βασικό μέτοχο, έτσι ώστε και η Επιτροπή να ικανοποιηθεί και η κυβέρνηση να

μην υποχρεωθεί σε πλήρη υποχώρηση. Η προοπτική αυτή όμως αποκλείστηκε, κάτι

που γίνεται σαφές και από την επιστολή του επιτρόπου Τσάρλι Μακρίβι, την οποία

δημοσίευσαν «ΤΑ ΝΕΑ». Σε αυτήν καταρρίπτονται ως ασύμβατα με το κοινοτικό

δίκαιο όλα τα βασικά στοιχεία του νόμου.

Κύκλοι της Κομισιόν, πάντως, υπενθύμιζαν ότι επειδή προβλήματα υπήρχαν και με

τον προηγούμενο νόμο – γνωστό και ως νόμο Βενιζέλου – η Επιτροπή είχε καλέσει

την ελληνική κυβέρνηση από τα τέλη του περασμένου έτους, όταν πληροφορήθηκε

ότι ετοιμάζεται νέος νόμος, για διαβουλεύσεις. Πλην όμως, η κυβέρνηση ουδέποτε

ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση και ούτε, φυσικά, ρωτήθηκαν οι νομικοί εγκέφαλοι

της Ένωσης από τους συντάκτες του νόμου.

Με τα παραπάνω δεδομένα, η κυβέρνηση προσανατολίζεται, σύμφωνα με το δεύτερο

σενάριο, να αποσύρει πλήρως τον υπάρχοντα νόμο εντός του διαστήματος που

απομένει για το πάγωμα των κονδυλίων, δηλαδή, του ενός μηνός. Σύμφωνα με

πληροφορίες, υπέρμαχος αυτού του σεναρίου ήταν εξαρχής ο υπουργός Επικρατείας

Θόδωρος Ρουσόπουλος, ενώ το τελευταίο διάστημα στη γραμμή αυτή πέρασε και

σύσσωμο το οικονομικό επιτελείο.