Πώς μπορεί η εκάστοτε κυβέρνηση να παρέμβει στη λειτουργία της οικονομίας,

προκειμένου να βελτιώσει τα «κακώς κείμενα», όπως ο πληθωρισμός και η ανεργία;

Αυτό είναι το θεμελιώδες ερώτημα! Διότι όλα τα μεγέθη της οικονομίας είναι

άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, με αποτέλεσμα η βελτίωση ενός συγκεκριμένου

προβλήματος να προκαλέσει, ενδεχομένως, «κραδασμούς» σε κάποιο άλλον τομέα.

ΚΛΑΣΙΚΟΙ KAI ΚΕΫΝΣΙΑΝΟΙ

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί η βασική αντιπαράθεση στο πεδίο της

μακροοικονομικής θεωρίας: από τη μία πλευρά συναντάμε τους Κλασικούς, οι

οποίοι διατείνονται πως οποιαδήποτε παρέμβαση στην αγορά μόνο περισσότερο

«κακό» μπορεί να προκαλέσει, διότι η αγορά ενέχει τις δυνάμεις που σε βάθος

χρόνου επαναφέρουν την ισορροπία στην οικονομία και μάλιστα στο σημείο

«πλήρους απασχόλησης». Δηλαδή, στο σημείο που όλοι οι συντελεστές της

παραγωγής απασχολούνται πλήρως και παράγεται το μέγιστο δυνατό προϊόν στην

οικονομία.

Από την άλλη, οι Κεϋνσιανοί (παίρνοντας το όνομά τους από τον Κέυνς)

ισχυρίζονται ότι η κρατική παρέμβαση κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να

διορθωθούν οι ανισορροπίες που παρατηρούνται στην οικονομία. Αφορμή για την

άποψη αυτή υπήρξε η μεγάλη κρίση του 1929, κατά την οποία, αν και ουσιαστικά

δεν είχε μεταβληθεί τίποτε το θεμελιώδες στις οικονομίες, οι δυνάμεις της

αγοράς οδήγησαν σε σοβαρά προβλήματα. Επομένως, ο Κέυνς υποστήριξε ότι η

κυβέρνηση δεν είναι δυνατόν να στέκεται απλός παρατηρητής στα τεκταινόμενα

αλλά οφείλει να έχει ενεργό ρόλο.

Ο «ΧΡΟΝΟΣ»

Πίσω από τις δύο εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις κρύβεται ο «χρόνος»! Οι

Κλασικοί αναφέρονται στις δυνάμεις της αγοράς σε «βάθος χρόνου», δηλαδή στη

μακροχρόνια περίοδο που κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πόσο μακροχρόνια θα

είναι! Αντιθέτως, ο Κέυνς και οι Κεϋνσιανοί αναφέρονται στη βραχυχρόνια

περίοδο, στο άμεσο μέλλον κατά το οποίο δεν είναι δυνατόν να διορθωθούν «τα

πράγματα», καθώς υπάρχουν ακαμψίες στις αγορές. Για να γίνει πιο κατανοητό, οι

πρώτοι βασίζονται στις μεταβολές των τιμών στις αγορές που ακολουθούν

οποιαδήποτε ανισορροπία και επαναφέρουν την οικονομία στο επίπεδο ισορροπίας

πλήρους απασχόλησης. Πόσο εύκολα, όμως, μπορούν να μεταβληθούν οι τιμές,

αναρωτιούνται οι Κεϋνσιανοί. Βραχυχρόνια, καθόλου εύκολα, καθώς υπάρχουν

δεσμεύσεις – όπως οι συμβάσεις εργοδοτών και εργαζομένων για συγκεκριμένα

ημερομίσθια και συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Και στο μεταξύ, τι γίνεται; H

κυβέρνηση θα παραμένει ουδέτερη; (Βλ. σχήματα A και B).

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

H κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της δύο βασικά εργαλεία, με τα οποία μπορεί να

παρέμβει στην αγορά και να διορθώσει τυχόν προβλήματα: τη Δημοσιονομική και τη

Νομισματική Πολιτική (Δ.Π. και N.Π. αντίστοιχα).

* Δημοσιονομική Πολιτική: H Δ.Π. αναφέρεται σε δύο κυρίως μέρη, σύμφωνα

με την εθνικολογιστική ταυτότητα του εισοδήματος: στις Δημόσιες Δαπάνες

(το αντίστοιχο G) και στη Φορολογία (η οποία εμπλέκεται έμμεσα στην κατανάλωση

C). H αύξηση των δημοσίων δαπανών ή η μείωση της φορολογίας είναι γνωστές ως

επεκτατική / διασταλτική πολιτική. Στην αντίθετη περίπτωση, πρόκειται για

συσταλτική πολιτική.

Ας θυμηθούμε την εθνικολογιστική ταυτότητα του εισοδήματος:

Υ = C + Ι + G + ΝΧ

Αν αυξηθούν οι δημόσιες δαπάνες – G – θα αυξηθεί και το εισόδημα της

οικονομίας Υ. Από την άλλη, αν μειωθούν οι φόροι (τους οποίους συμβολίζουμε με

T), πάλι θα αυξηθεί το Y. Πώς; H κατανάλωση – C – αναφέρεται στην κατανάλωση

των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Όμως, τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι

επιχειρήσεις καταναλώνουν από το εισόδημα που τους απομένει μετά την καταβολή

της φορολογίας στο κράτος, δηλαδή η κατανάλωσή τους εξαρτάται από το

διαθέσιμο εισόδημά τους που συμβολίζεται ως Yd, όπου Yd = Y – T. Άρα,

αν μειωθούν οι φόροι, αυξάνεται το διαθέσιμο εισόδημα, συνεπώς και το συνολικό

εισόδημα της οικονομίας (Y)!

* Νομισματική Πολιτική: H Νομισματική Πολιτική είναι λιγότερο προφανής

σε σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική. Χρησιμοποιεί δύο επιμέρους εργαλεία:

την ποσότητα του χρήματος που διακινείται στην οικονομία – Μ – και τα επιτόκια

– r. H ΝΠ ασκείται από την Κεντρική Τράπεζα (K.T.) κάθε χώρας. Στην Ελλάδα,

την ευθύνη της άσκησης N.Π. φέρει η Τράπεζα της Ελλάδος.

Με ποιο τρόπο επιδρά η N.Π. για τη διόρθωση τυχόν προβλημάτων; H αύξηση της

προσφοράς χρήματος (επεκτατική N.Π.) επιδρά στο επιτόκιο που επικρατεί στην

αγορά για χρηματικά διαθέσιμα (χρήμα). Ας δούμε πώς: ο νόμος της προσφοράς και

της ζήτησης είναι γνωστός σε όλους. Με βάση, λοιπόν, την προσφορά και τη

ζήτηση για ένα αγαθό διαμορφώνεται και η τιμή του αγαθού αυτού. Εν προκειμένω,

το εν λόγω αγαθό είναι το χρήμα: οι άνθρωποι χρειάζονται / ζητούν χρήμα και το

κράτος μέσω της K.T. προσφέρει – κόβει – χρήμα. H τιμή του χρήματος είναι το

επιτόκιο: αν κάποιος καταθέσει τα χρήματά του στην Τράπεζα, θα λάβει τον

γνωστό τόκο, ο οποίος υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που επικρατεί.

H επεκτατική N.Π. επομένως, αυξάνοντας την ποσότητα του χρήματος για δεδομένη

ζήτηση χρήματος, είναι εύλογο ότι θα μεταβάλει και την τιμή του – το επιτόκιο

– και μάλιστα στην περίπτωση αυτή το επιτόκιο θα μειωθεί. Ναι, αλλά τι

σημαίνει η μείωση των επιτοκίων για το εισόδημα μιας οικονομίας;

Και πάλι η εθνικολογιστική ταυτότητα του εισοδήματος: Ο ρόλος των

επενδύσεων είναι σαφής. Αν και δεν αποτελούν μέσο άσκησης Δ.Π., η αύξησή τους

αυξάνει και το εισόδημα (Υ). Εδώ τίθεται το ερώτημα: από τι εξαρτώνται οι

επενδύσεις; Το «κόστος» το οποίο πληρώνει ένας επιχειρηματίας προκειμένου να

προβεί σε κάποια επένδυση υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο. Αν το επιτόκιο

είναι υψηλό, είναι ασύμφορο για τον επιχειρηματία να δεσμεύσει τα κεφάλαιά του

για κάποια συγκεκριμένη επένδυση, η οποία ενέχει και ρίσκο, και να μην τα

τοποθετήσει κάπου αλλού, στην Τράπεζα ενδεχομένως, ώστε να απολαμβάνει χωρίς

κανέναν κίνδυνο τους τόκους!

Να, λοιπόν, ο ρόλος της επεκτατικής N.Π. με την αύξηση της προσφοράς χρήματος:

μείωση επιτοκίων, αύξηση επενδύσεων, συνεπώς αύξηση του προϊόντος της

οικονομίας.

Το δεύτερο μέσο άσκησης N.Π. είναι η παρέμβαση στα επιτόκια. Από τα παραπάνω

είναι πλέον προφανές ότι η παρέμβαση κατευθείαν στα επιτόκια επιφέρει πιο

άμεσα τα αποτελέσματα που εν τέλει επιφέρει η μεταβολή της ποσότητας του

χρήματος.

Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΟΥ ΖΗΤΗΣΗΣ

Τα παραπάνω μέσα άσκησης οικονομικής πολιτικής που πρότεινε ο Κέυνς, σκοπό

έχουν να τονώσουν την «ενεργό ζήτηση», όπως τόνισε ο ίδιος. Πίστευε ότι όταν

μια οικονομία δεν είναι στο σημείο ισορροπίας πλήρους απασχόλησης αυτό

οφείλεται στην πλευρά της «ζήτησης» και γι’ αυτό την αποκάλεσε «ενεργό».

Στο Σχήμα Γ, όπως πρεσβεύουν οι Κλασικοί, η καμπύλη της συνολικής

παραγωγής της οικονομίας είναι κάθετη, καθώς αναφέρεται στη μακροχρόνια

περίοδο, όπου όλες οι τιμές είναι εύκαμπτες. Άρα, η άσκηση οποιασδήποτε

επεκτατικής πολιτικής με στόχο να «τονωθεί» περισσότερο η οικονομία μόνο

πληθωρισμό μπορεί να προκαλέσει (το επίπεδο των τιμών Ρ1 αυξήθηκε σε Ρ2).

Στο Σχήμα Δ, αντιθέτως, μπορεί να αυξήθηκε το επίπεδο των τιμών, αλλά η

διασταλτική πολιτική είναι επιτυχής! Το συνολικό εισόδημα της οικονομίας

αυξήθηκε από Y1 σε Y2. Συνοψίζοντας, η επιλογή και στη συνέχεια η εφαρμογή

κατάλληλων μέτρων οικονομικής πολιτικής κρίνονται με βάση την επικρατούσα κάθε

φορά κατάσταση στις επιμέρους αγορές, καθώς και τον χρονικό ορίζοντα μέσα στον

οποίο επιθυμείται να διορθωθούν τυχόν ανισορροπίες ή να μεταβληθούν τα

οικονομικά μεγέθη.

Tips

O Κέυνς…

…πίστευε ότι όταν μια οικονομία δεν είναι στο σημείο ισορροπίας πλήρους

απασχόλησης αυτό οφείλεται στην πλευρά της «ζήτησης» και γι’ αυτό την

αποκάλεσε «ενεργό»