Τα εφιαλτικά σενάρια για εκτίναξη των διεθνών τιμών του πετρελαίου

επανέρχονται δριμύτερα, προκαλώντας ρίγη ανησυχίας στην Ευρώπη και ειδικότερα

στην Ελλάδα, η οποία εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον μαύρο

χρυσό.

Σειρά παραγόντων και εξελίξεων διεθνώς διατηρούν έντονη πίεση στις τιμές του

πετρελαίου, καθιστώντας τους αναλυτές απαισιόδοξους. H περιοχή των 30 δολαρίων

το βαρέλι μοιάζει πλέον μακρινό όνειρο. H επάνοδος σε αυτά τα επίπεδα τιμών

δεν συζητείται πλέον και άπαντες αναμένουν διατήρηση των πιέσεων στο μέλλον.

Με την Κίνα να διατηρεί ισχυρή την αναπτυξιακή ορμή, η οποία καθοδηγείται από

το συνεχιζόμενο και εντεινόμενο άνοιγμα της οικονομίας και τα τεράστια

αποθέματα ανεκπλήρωτης ζήτησης, συμπαρασύροντας σε ανάλογη κίνηση ολόκληρη τη

ζώνη της Νοτιοανατολικής Ασίας, την Ινδία να βιώνει πρωτοφανές γεωργικό μπουμ

από το ανέλπιστα μακροχρόνιο κύμα βροχοπτώσεων και να βρίσκει τη δική της

αναπτυξιακή διέξοδο, το βόρειο ημισφαίριο να περνάει έναν από τους χειρότερους

χειμώνες των τελευταίων πενήντα χρόνων και τις εστίες διενέξεων στη Μέση

Ανατολή ενεργές, τίποτε δεν παραπέμπει σε εξομάλυνση των διεθνών τιμών του

πετρελαίου.

Προς τα… 100 δολάρια!

Με τη ζήτηση λοιπόν να αυξάνεται διαρκώς, τη Μέση Ανατολή να μη βρίσκει ησυχία

και αντιθέτως να δημιουργείται περιβάλλον κρίσης στη Συρία και στο Ιράν, οι

αναλυτές ανασύρουν από τα συρτάρια τους τα σενάρια σύμφωνα που θέλουν το

πετρέλαιο να ξεφεύγει από την περιοχή των 50 δολ. το βαρέλι και να κινείται

προς εκείνη των 100 δολ.

Σύμφωνα με τη Διεθνή Επιτροπή Ενέργειας του ΟΟΣΑ (International Energy Agency)

οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου που επικράτησαν από το 1999 οδήγησαν στη διεθνή

οικονομική ύφεση των ετών 2000-2001 και σήμερα αναχαιτίζουν την ανάκαμψη

κυρίως στην Ευρώπη. H αύξηση κατά περίπου 10 δολάρια το βαρέλι τον Μάρτιο του

2004 ευθύνεται για τη συγκράτηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 0,5%. Ο ΟΟΣΑ

προειδοποιεί πως μια χώρα που εισάγει πετρέλαιο είναι τόσο ευάλωτη στις υψηλές

τιμές πετρελαίου όσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός της εξάρτησής της, όσο

εντατικότερη είναι η χρήση πετρελαίου που κάνει.

Αύξηση 10 δολ. το βαρέλι οδηγεί σε μείωση του ΑΕΠ κατά 0,4 % στις χώρες του

ΟΟΣΑ. Οι χώρες της ευρωζώνης που είναι περισσότερο εξαρτημένες, θα υποφέρουν

πιο πολύ. Θα χάσουν 0,5% του ΑΕΠ σε ανάπτυξη και θα βιώσουν υψηλότερο

πληθωρισμό κατά μισή μονάδα.

H εξάρτηση της Ελλάδας

H Ελλάδα θεωρείται ξεχωριστή περίπτωση. Παρ’ ότι η εξάρτησή της από το

πετρέλαιο έχει μειωθεί σε σχέση με εκείνη των αρχών της δεκαετίας του ’70,

εξακολουθεί να είναι μεγαλύτερη από αυτή των περισσότερων χωρών της Ευρωπαϊκής

Ένωσης.

Τα προηγούμενα χρόνια η Ελλάδα προσπάθησε να διαφοροποιήσει τις πηγές

ενέργειας: εισήγαγε φυσικό αέριο και αύξησε την προσφορά των ανανεώσιμων πηγών

ενέργειας. Παρά ταύτα όμως απειλείται από την αυξανόμενη με ταχείς ρυθμούς

ζήτηση ενέργειας και όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι το μερίδιο του πετρελαίου

στη συνολική παροχή πρωτογενούς ενέργειας ενδέχεται να αυξηθεί ακόμη

περισσότερο, αν η χρήση του φυσικού αερίου και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας

δεν βρει την αναμενόμενη ανταπόκριση. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το

πετρέλαιο καλύπτει το 56% της συνολικής ζήτησης για καύσιμα στην Ελλάδα και

σχεδόν όλο το αργό πετρέλαιο εισάγεται σε ποσοστό 72% από τις χώρες της

εύφλεκτης Μέσης Ανατολής. H ένταση χρήσης ενέργειας στην Ελλάδα, όπως

προκύπτει από τη Διεθνή Επιτροπή Ενέργειας του ΟΟΣΑ, ξεπερνά τον ευρωπαϊκό

μέσο όρο και μάλιστα βαίνει αυξανόμενη, με αποτέλεσμα να συμμετέχει κατά τρόπο

αποφασιστικό στη διαρκή μείωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων.

Όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για την ελληνική οικονομία οδηγούν στην εκτίμηση ότι

η ελληνική ζήτηση για πετρέλαιο την τρέχουσα δεκαετία θα αυξηθεί κατά 40% σε

σχέση με την προηγούμενη. Οι προδιαγραφόμενες προοπτικές ισχυρής ενίσχυσης της

ζήτησης πετρελαίου καθιστά ακόμη εφιαλτικότερα τα σενάρια ανόδου των διεθνών

τιμών του πετρελαίου για την Ελλάδα. Τυχόν διατήρησή τους πάνω από τα 50

δολάρια, ή ακόμη χειρότερα τυχόν εκτίναξή τους στα 60 δολ. και ακόμη

περισσότερο, θα οδηγούσε την ελληνική οικονομία στον απόλυτο μαρασμό, στη

συρρίκνωση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας.

Απάθεια τέλος

Είναι φανερό πως η κυβέρνηση δεν μπορεί να μένει απαθής σ’ αυτή την επερχόμενη

απειλή. H διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας είναι επιβεβλημένη και η γενίκευση

της χρήσης του φυσικού αερίου είναι απαραίτητο να υιοθετηθεί ως κεντρικός

στόχος, όπως και η στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το 2003 η

Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε ως στόχο μέχρι το 2010 το 12% των συνολικών αναγκών

ενέργειας και το 22% των αναγκών ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχονται από

ανανεώσιμες πηγές. Ουδείς σήμερα μπορεί να βεβαιώσει την πρόοδο σε αυτόν τον

τομέα.

H απειλή του πετρελαίου, διαρκής για την Ελλάδα, επιβάλλει τώρα τη μεγάλη

στροφή ειδικά προς τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, οι οποίες είναι

φιλικότερες προς το περιβάλλον και η ανάπτυξή τους ευνοείται από τις δυνάμεις

της φύσης και τη γεωγραφία της χώρας.