Μπροστά σε ένα φαινόμενο που παρατηρείται μία φορά κάθε 50 χρόνια βρέθηκαν

χθες οι Έλληνες μετεωρολόγοι. Στις δύο το μεσημέρι το θερμόμετρο στη Κοζάνη

έδειχνε -7° Κελσίου. Την ίδια στιγμή, στο Ηράκλειο Κρήτης ο υδράργυρος είχε

κολλήσει στους 25° Κελσίου. Υπήρχε δηλαδή διαφορά θερμοκρασίας 32° Κελσίου

(!).

Ο Μάρτιος θεωρείται άστατος, ούτως ή άλλως, και πολλές φορές αρκετά ψυχρός ή

και απρόβλεπτος μήνας. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 40 ετών, σύμφωνα με τα

αρχεία των μετεωρολόγων, έχουν παρατηρηθεί 18 ψυχρές «εισβολές» με έντονες

χιονοπτώσεις και πολύ κρύο – ο Μάρτιος του 1987, τότε που το είχε στρώσει για

τα καλά στο Κέντρο της Αθήνας, είναι ενδεικτικό παράδειγμα. Οι άνεμοι πνέουν

πολλές φορές θυελλώδεις (κατά μέσο όρο, τέσσερις ημέρες κάθε Μάρτιο· τον

Φεβρουάριο αυτό συμβαίνει τρεις φορές), ενώ η μέση μέγιστη θερμοκρασία του

μήνα στο Λεκανοπέδιο είναι 18°Κελσίου – τιμή πλησιέστερη σε αυτήν του

Φεβρουαρίου (16° Κελσίου) από ό,τι του Απριλίου (23° Κελσίου).

Πάντως, οι διακυμάνσεις της θερμοκρασίας τον Μάρτιο συνήθως έχουν μικρότερο

εύρος. Όπως λένε οι μετεωρολόγοι, αποτελούν εύκολα προβλέψιμη παράμετρο στην

Ελλάδα. «Σπανίως προκαλεί εκπλήξεις. Άλλωστε, η χώρα μας είναι μικρή. H

χθεσινή ημέρα, ωστόσο, ήταν μία από αυτές που παρουσιάζουν εξαιρετικό

ενδιαφέρον», επισημαίνει ο ερευνητής του Αστεροσκοπείου, μετεωρολόγος κ.

Κώστας Λαγουβάρδος.

«Ουσιαστικά η Ελλάδα είχε χωριστεί, με μια νοητή γραμμή, στα δύο», λέει ο

μετεωρολόγος. «Από την Αλεξανδρούπολη έως την Καστοριά και από τη Δράμα έως τη

Λάρισα, η μέση θερμοκρασία κατά τη διάρκεια της χθεσινής ημέρας ήταν κοντά στο

μηδέν, το κρύο ήταν τσουχτερό, οι χιονοπτώσεις έντονες και οι βοριάδες

θυελλώδεις». Στην Πελοπόννησο, στα νησιά του Αιγαίου και ιδιαίτερα στην Κρήτη

το σκηνικό ήταν διαφορετικό. Ο υδράργυρος έδειχνε πάνω από τους 17° Κελσίου, η

ζέστη ήταν έντονη, επικρατούσε άπνοια και η ηλιοφάνεια ήταν σχεδόν ενοχλητική.

H Αθήνα πάλι, που βρίσκεται – σύμφωνα πάντα με τους μετεωρολόγους – ελάχιστα

κάτω από τη νοητή γραμμή, είχε άστατο καιρό, αλλά χωρίς τα έντονα καιρικά

φαινόμενα που αναμένονταν από τη Μετεωρολογική Υπηρεσία.

H χώρα μας επηρεαζόταν ταυτόχρονα από ένα ψυχρό αέριο ρεύμα προερχόμενο από

τον Βορρά καθώς και από ένα θερμό, που ήρθε από τη Βόρεια Αφρική πιο γρήγορα

από ό,τι περίμεναν οι μετεωρολόγοι και ανέβασε τις θερμοκρασίες σε όλη την

Ανατολική Μεσόγειο έως την Κύπρο. Αποτέλεσμα της ταυτόχρονης εισβολής ήταν η

διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ Βορρά και Νότου να φτάσει τους 32° Κελσίου.