H τουρκική πλευρά αποδέχθηκε τους ιδιαίτερα σκληρούς όρους, που δεν ίσχυσαν

για καμία άλλη υποψήφια χώρα κατά το παρελθόν. Σύμφωνα με το πλαίσιο που

συμφωνήθηκε μεταξύ E.E. – Τουρκίας:

* H έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας να μην είναι

άμεση, αλλά τοποθετείται στο δεύτερο εξάμηνο του 2005 (με μικρές πιθανότητες

για την αρχή του 2006).

* H διάρκεια των διαπραγματεύσεων να είναι απροσδιόριστη (open –

ended), αλλά σε κάθε περίπτωση να μην ολοκληρωθούν πριν από το 2014, οπότε θα

γίνει η νέα κατανομή κονδυλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

* Στόχος των διαπραγματεύσεων να είναι η πλήρης ένταξη της Τουρκίας –

κάτι για το οποίο, όμως, ουδείς μπορείς να εγγυηθεί προκαταβολικά. Επιπλέον,

στο κείμενο να περιλαμβάνεται πρόβλεψη, σύμφωνα με την οποία όταν τελειώσουν

οι διαπραγματεύσεις, θα ληφθεί υπόψη και ένα – ξεχασμένο – κριτήριο της

Κοπεγχάγης: κατά πόσον η E.E. θα είναι σε θέση να αφομοιώσει μία χώρα

ισλαμική, 80 εκατομμυρίων κατοίκων, φτωχή, με ισχυρές απόψεις.

* Οι διαπραγματεύσεις θα μπορούν να διακοπούν ανά πάσα στιγμή, αν

διαπιστωθεί κάποιο «στραβοπάτημα» της Άγκυρας, είτε πρόκειται για καταπάτηση

ανθρωπίνων δικαιωμάτων είτε για διατάραξη των σχέσεων καλής γειτονίας είτε για

μη εφαρμογή των εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων. Μπορούν, επίσης, να

διακόπτονται οι συνομιλίες σε επιμέρους κεφάλαια των διαπραγματεύσεων, με

απόφαση ενός – και μόνο – κράτους μέλους.

* Ακόμη και αν κάποια μέρα γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Τουρκία

ενδέχεται να εξαιρείται από βασικά δικαιώματα τα οποία απολαμβάνουν όλες οι

άλλες χώρες μέλη: ελευθερία μετακίνησης και εγκατάστασης των πολιτών της

Τουρκίας, αγροτικές επιδοτήσεις, πρόσβαση σε σειρά κοινοτικών κονδυλίων.

Όλοι αυτοί οι όροι διασφάλιζαν ότι η Τουρκία κατ’ αρχήν θα ελάμβανε την

πολυπόθητη ημερομηνία (3 Οκτωβρίου 2005), αλλά με ένα εξαιρετικά σκληρό

«κολάρο», που δεν είναι βέβαιο – όπως έλεγαν διπλωματικοί κύκλοι – ότι η

Άγκυρα θα μπορέσει να αντέξει.