Τέλος στις διακρίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών κατά τη διαδικασία

προσλήψεων στο Δημόσιο, λέει το Συμβούλιο της Επικρατείας, κρίνοντας ότι είναι

αντισυνταγματική η ποσόστωση εις βάρος των γυναικών, είτε οι προσλήψεις

γίνονται κατόπιν διαγωνισμού είτε με το σύστημα της μοριοδότησης.

Μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας στο εξής δεν θα επιτρέπεται

να προκηρύσσονται θέσεις με αναφορά στο φύλο των υποψηφίων

Οριστική απόφαση για το ζήτημα καλείται να λάβει η Ολομέλεια του Συμβουλίου

της Επικρατείας, όπου παραπέμφθηκε η υπόθεση λόγω μείζονος σπουδαιότητας, αλλά

το αρμόδιο Γ’ Τμήμα του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, ερμηνεύοντας για

πρώτη φορά τις αναθεωρημένες συνταγματικές διατάξεις περί της ισότητας των δύο

φύλων, τονίζει ότι οι ποσοστώσεις κατά των γυναικών παραβιάζουν πλέον ευθέως

το Σύνταγμα.

H απόφαση του Τμήματος οδηγεί, μάλιστα, και σε ανατροπή και της μέχρι σήμερα

νομολογίας του ΣτΕ, το οποίο έχει αποδεχθεί (με βάση, όμως, τις προγενέστερες

συνταγματικές διατάξεις) ότι είναι επιτρεπτή η δυσμενής αντιμετώπιση των

γυναικών, μέσω της καθιέρωσης ποσοστώσεων για συγκεκριμένες κατηγορίες

επαγγελμάτων (όπως ειδικές θέσεις στην Αστυνομία, στην Πυροσβεστική κ.λπ.),

αποκλειστικά και μόνο για λόγους φυσικών δυνατοτήτων. Ωστόσο, με τη χθεσινή

απόφαση του Γ’ Τμήματος, υπό τον αντιπρόεδρο του ΣτΕ κ. Γ. Σταυρόπουλο,

υπογραμμίζεται ότι από τα αναθεωρημένα άρθρα 4 και 116 του Συντάγματος (για

την ισότιμη μεταχείριση ανδρών και γυναικών κατά την πρόσβαση στα διάφορα

επαγγέλματα) δεν επιτρέπεται πλέον καμία απόκλιση από την αρχή της ισότητας.

Λόγω αναθεώρησης

«Ο συντακτικός νομοθέτης», σημειώνει το αρμόδιο Τμήμα, «κατά την Αναθεώρηση

του Συντάγματος, επιθυμώντας να αποκαταστήσει μια πραγματική ισότητα μεταξύ

ανδρών και γυναικών κατά την πρόσβαση στα διάφορα επαγγέλματα και στην

εκπαίδευση που είναι απαραίτητη για την άσκηση των επαγγελμάτων αυτών,

απαγόρευσε κάθε απόκλιση από την αρχή της ισότητας των δύο φύλων…».

Με αυτό το σκεπτικό, το Γ’ Τμήμα έκρινε (σ.σ. η απόφαση έχει σε αυτό το στάδιο

τον χαρακτήρα εισήγησης προς την Ολομέλεια) ότι οι νόμοι 2622/98 και

2838/2000, με τους οποίους θεσπίζονται οι διαδικασίες πρόσληψης συνοριακών

φυλάκων και εισάγουν ανεπίτρεπτες αποκλίσεις από την αρχή της ισότητας κατά

τις προσλήψεις, είναι αντισυνταγματικές.

Το ζήτημα απασχολεί το ΣτΕ ύστερα από προσφυγή υποψηφίας που είχε αποκλειστεί,

λόγω της επίμαχης ποσόστωσης, από τον πίνακα επιτυχόντων του διαγωνισμού που

έγινε το 2001 στη Θεσσαλονίκη για την πρόσληψη συνοριακών φυλάκων. H σχετική

προκήρυξη προέβλεπε την πρόσληψη ανδρών σε ποσοστό 90% και 10% γυναικών και η

προσφεύγουσα αποκλείστηκε, καθώς είχε συμπληρωθεί ο αριθμός των γυναικών, έστω

κι αν την ίδια στιγμή εκείνη υπερτερούσε σε μόρια από άνδρες συνυποψηφίους της.

H ΑΠΟΦΑΣΗ

Ανοίγει τον δρόμο για αλλαγές στους διαγωνισμούς

Στην πράξη, η χθεσινή απόφαση ανοίγει τον δρόμο για γενικότερες αλλαγές

στους διαγωνισμούς για προσλήψεις στο Δημόσιο, αφού στο εξής δεν θα

επιτρέπεται να προκηρύσσονται θέσεις με αναφορά στο φύλο των υποψηφίων. Οι

προκηρύξεις, όπως επισημαίνουν μέλη του ΣτΕ, θα πρέπει να αναφέρονται μόνο

στον αριθμό τών υπό πλήρωση θέσεων και να προβλέπουν ενιαία κριτήρια και

προϋποθέσεις για όλους τους υποψηφίους, είτε είναι άνδρες είτε γυναίκες. Και

στην περίπτωση που μια γυναίκα αποκλειστεί, αυτό θα πρέπει να οφείλεται στο

γεγονός και μόνον ότι δεν κατάφερε να καλύψει τα κριτήρια του διαγωνισμού.

Σημειώνεται, εξάλλου, ότι το ΣτΕ με πρόσφατη απόφασή του και σε εφαρμογή των

αναθεωρημένων συνταγματικών διατάξεων, δέχθηκε ότι σε άλλους τομείς που δεν

σχετίζονται με την πρόσβαση στην εργασία, μπορούν να καθιερωθούν ποσοστώσεις

υπέρ των γυναικών, αφού το Σύνταγμα επιτρέπει τη θέσπιση «θετικών μέτρων» υπέρ

του γυναικείου φύλου. Και σε αυτή τη βάση έκρινε ότι είναι απολύτως

συνταγματική η διάταξη του νέου Δημοτικού Κώδικα που προβλέπει ότι ένας

συνδυασμός δεν μπορεί να συμμετάσχει σε νομαρχιακές και δημοτικές εκλογές εάν

τουλάχιστον το 35% των υποψηφίων που συγκροτούν τα ψηφοδέλτιά του δεν είναι γυναίκες.