Μετά τα δύο τους χρόνια, τα περισσότερα παιδιά αρχίζουν να παρουσιάζουν

μικρές ή μεγάλες ιδιοτροπίες στο φαγητό

Τα παιδιά που είναι ιδιότροπα με το φαγητό έχουν τώρα την τέλεια

δικαιολογία να το κάνουν. H ιδιοτροπία τους μπορεί να αποτελεί εξελικτικό

χαρακτηριστικό, σχεδιασμένο για να τα προστατεύει! H ιδιοτροπία των παιδιών

στο φαγητό είναι συνηθισμένη. Αν και τα πολύ μικρά παιδιά είναι ευτυχισμένα

όταν βάζουν σχεδόν τα πάντα στο στόμα τους, στην ηλικία των 2 ετών πολλά

αρνούνται να δοκιμάσουν νέες γεύσεις. Αυτού του είδους η συμπεριφορά

αποκαλείται από τους ειδικούς νεοφοβία και σχεδόν όλα τα παιδιά την

επιδεικνύουν έως έναν βαθμό.

Επιστήμονες από τη Μονάδα Συμπεριφοράς της Υγείας του βρετανικού οργανισμού

Cancer Research UK, η οποία εδρεύει στο University College του Λονδίνου,

προσπάθησαν να εντοπίσουν τις ρίζες της νεοφοβίας, δίνοντας λεπτομερή

διατροφικά ερωτηματολόγια σε 564 μητέρες με παιδιά ηλικίας 2 έως 6 ετών.

Στόχος των ερευνητών ήταν να διαπιστώσουν αν η νεοφοβία αφορά όλα τα τρόφιμα ή

αν τα παιδιά εκ φύσεως απορρίπτουν ορισμένα – πιθανώς αυτά που έχουν τις

περισσότερες πιθανότητες να απειλήσουν την υγεία τους. Και αυτό, διότι στις

αρχές της ανθρώπινης ιστορίας η παρουσία τοξινών σε πολλά φυτά καθιστούσε

επικίνδυνη για τα παιδιά την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, ενώ το κρέας

έφερε υψηλό κίνδυνο τροφικής δηλητηρίασης.

Μηχανισμός αυτοπροστασίας

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα νεοφοβικά παιδιά δεν είναι συνήθως ιδιότροπα

με όλα τα άγνωστα τρόφιμα, αλλά κυρίως με αυτά που κάποτε εθεωρούντο «υψηλού

κινδύνου». Έτσι, τα νεοφοβικά παιδιά συνήθως κατανάλωναν πολύ μικρές ποσότητες

πράσινων λαχανικών, κρέατος και φρούτων, αλλά φυσιολογικές ποσότητες από

τρόφιμα όπως οι πατάτες, τα δημητριακά, τα μπισκότα, τα κριτσίνια και τα κέικ.

Τα στοιχεία αυτά οδήγησαν τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι η νεοφοβία δεν

είναι ένα τυχαίο γεγονός, αλλά ένας μηχανισμός αυτοπροστασίας.

«Δυστυχώς, όμως, αυτού του είδους οι πρωτόγονοι μηχανισμοί δεν αποτελούν

σήμερα καλή ιδέα», σχολιάζει η επικεφαλής ερευνήτρια Λούσι Κουκ. «Μπορεί να

συμβάλουν στη χαμηλή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, τα οποία θεωρούνται

ασπίδα εναντίον σοβαρών ασθενειών, όπως ο καρκίνος».