Οι παίκτες γνωρίζουν ποιοι είναι, το ίδιο και ο Τύπος, ενώ χάρη στο Ίντερνετ

εκατομμύρια «δικτυωμένοι» γνωρίζουν επίσης ποιοι είναι.

Το Σάββατο όμως, παρά τους φόβους που υπήρχαν ότι οι οπαδοί των ομάδων θα

εκμεταλλεύονταν τις καταγγελίες που έκανε μια 17χρονη πως βιάσθηκε από

ποδοσφαιριστές της πρέμιερσιπ και θα «εκτόξευαν» συνθήματα εναντίον τους, το

αποτέλεσμα ήταν εντελώς διαφορετικό.

Οι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί που μετέδιδαν τους αγώνες, για να

σιγουρευτούν πως δεν πρόκειται να φτάσει κανένα από τα συνθήματα των οπαδών

(που θα αναφέρονταν στους πρωταγωνιστές του σκανδάλου) στα αυτιά των ακροατών

και των τηλεθεατών τους, έκλεισαν τα μικρόφωνα σε όλα τα γήπεδα.

Τελικά όμως, αποδείχτηκε ότι δεν ήταν απαραίτητο να προβούν σε μια τέτοια

κίνηση. Οι φίλαθλοι, γνωρίζοντας ίσως καλύτερα τους νόμους από μερικές

εφημερίδες και τα σάιτ του Ίντερνετ, δεν «εκτόξευσαν» ούτε ένα σύνθημα.

Όταν η ομάδα που βρίσκεται στο επίκεντρο των γεγονότων μπήκε το Σάββατο στον

αγωνιστικό χώρο, η ατμόσφαιρα στο γήπεδο ήταν ήρεμη, ακόμη και όταν από τα

μικρόφωνα ανακοινώνονταν τα ονόματα των παικτών.

«Ακούγεται πολύ άσχημο. Ελπίζω να μην είναι αλήθεια όσα λέγονται», δήλωσε ένας

φίλαθλος.

Ένας οπαδός της αντίπαλης ομάδας ήταν πιο καυστικός: «H συμπεριφορά τους ήταν

απαράδεκτη ακόμη και αν αποδειχτεί πως η κοπέλα δεν βιάσθηκε.

Οι ποδοσφαιριστές έχουν πολλά χρήματα και πολύ διαθέσιμο χρόνο. Πιστεύουν πως

είναι ανώτεροι από τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας».

Οι αστυνομικοί και οι υπεύθυνοι ασφαλείας του γηπέδου είχαν εντολή να

συλλαμβάνουν τους οπαδούς που θα προκαλούσαν τους παίκτες με συνθήματα, ενώ

πολύ δύσκολο ήταν και το έργο των τηλεοπτικών συνεργείων, καθώς δεν έπρεπε να

ακουστεί στον «αέρα» κανένα από τα συνθήματα.

Αρκετά σάιτ του Ίντερνετ έκλεισαν, γιατί ανέφεραν τα ονόματα των

ποδοσφαιριστών τη στιγμή που η έρευνα της αστυνομίας συνεχίζεται και δεν έχει

γίνει καμία σύλληψη.