Η Μεγάλη Ύφεση έφερε τον Τζον Μέιναρντ Κέινς στο προσκήνιο της οικονομικής

σκέψης. H βασική ιδέα ήταν ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι ασταθείς, λόγω

των διαφόρων εμπνεύσεων που έχουν κατά καιρούς οι επενδυτές, των διαφορετικών

αποφάσεων που λαμβάνουν κάθε φορά οι επιχειρηματίες ή επειδή η πτώση των τιμών

επιδρά στο σύστημα χρηματοδότησης.

Οι οπαδοί του Κέινς πίστευαν ότι μια συνετή νομισματική πολιτική – το να

μειώνουν και να αυξάνουν τα επιτόκια κεντρικές τράπεζες για να αντιμετωπίζουν

τις διακυμάνσεις των ιδιωτικών επενδύσεων – χρειάζεται για να σταθεροποιηθεί

εν μέρει η οικονομία. Πίστευαν όμως ότι θα έπρεπε και η κυβέρνηση να

επεμβαίνει μέσω της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής ώστε να διατηρείται η

αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας σε περιόδους ύφεσης. Μια τέτοια πολιτική,

πίστευαν, θα εξαφάνιζε για πάντα το φάσμα της μαζικής ανεργίας, όπως αυτής που

υπήρξε στη Μεγάλη Ύφεση.

Οι οπαδοί του Κέινς προέβλεπαν ότι, όταν υπάρχει σχεδόν πλήρης απασχόληση,

αυξάνεται ο κίνδυνος για άνοδο του πληθωρισμού. Και αυτό, επειδή οι

συνδικαλιστικές ενώσεις και οι εργαζόμενοι δεν είχαν λόγο να μετριάζουν τις

απαιτήσεις τους για μισθούς, εφόσον οι κυβερνήσεις ήταν έτοιμες να αυξήσουν

την κατανάλωση, κάθε φορά που υπήρχε κίνδυνος ανεργίας. Έτσι, ένα μεγάλο

εμπόδιο στις απαιτήσεις για υψηλούς μισθούς, χανόταν. Τι θα το αντικαθιστούσε;

Για την πρώτη γενιά μετά το 1945, η βασική απάντηση ήταν ότι οι εργατικές

ενώσεις θα δέχονταν να καθορίζουν οι κυβερνήσεις τις απαιτήσεις τους για

αυξήσεις σε μισθούς και – σε αντάλλαγμα – οι κυβερνήσεις θα δέχονταν να

ικανοποιούν τις απαιτήσεις των συνδικάτων για κοινωνική ασφάλιση.

Αναθεώρηση

H σκέψη του Κέινς εγγυάτο ότι δεν θα συνέβαινε ξανά Μεγάλη Ύφεση. Όμως, η λύση

του Κέινς στο πρόβλημα του πληθωρισμού κατέρρευσε τη δεκαετία του ’70. Μετά

την έκρηξη του πληθωρισμού στις βιομηχανοποιημένες χώρες, η βασική οικονομική

σκέψη άλλαξε.

H νίκη του Μίλτον Φρίντμαν δεν ήταν ποτέ ολοκληρωτική, όπως ήταν η νίκη του

Κέινς. Όμως, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80, οι διαμορφωτές της

οικονομικής πολιτικής σε όλο τον κόσμο πίστευαν τα ακόλουθα:

Οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να παρεμβαίνουν ώστε να εξασφαλίζουν μακροχρόνια

σταθερότητα στις τιμές.

Οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να δεχθούν ότι τα μέσα ποσοστά ανεργίας

καθορίζονται από διαρθρωτικούς παράγοντες, τους οποίους δεν έχουν λόγο να

προσπαθούν να ελέγξουν.

Το να προσπαθούν οι κεντρικές τράπεζες να διατηρούν συγκεκριμένο ρυθμό αύξησης

της προσφοράς χρήματος είναι ένας εύκολος τρόπος για τις τράπεζες να

παρουσιάζουν τις βασικές τους προθέσεις, να κερδίζουν αξιοπιστία και να

προσφέρουν τη δυνατότητα σε τρίτους να ελέγχουν αν ακολουθείται πράγματι

σταθερή πολιτική.

Αντεστραμμένο είδωλο

Ο J. Bradford DeLong είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ

της Καλιφόρνιας και πρώην βοηθός του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ

Ο μονεταρισμός ήταν σαν το αντεστραμμένο είδωλο του Κεϊνσιανισμού στον

καθρέφτη. Όμως δεν προσέφερε λύσεις στο πρόβλημα της διαρθρωτικής ανεργίας που

δημιουργήθηκε στη Δυτική Ευρώπη. H τελευταία δεκαετία απέδειξε ότι ο

μονεταρισμός δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει την πτώση στις τιμές, όπως ο

Κεϊνσιανισμός δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει την πρόκληση του πληθωρισμού.

Τη δεκαετία του ’70 και αρχές της δεκαετίας του ’80, πολλοί (κι εγώ μαζί)

θεώρησαν υπεύθυνες για την αδυναμία να ελεγχθεί ο πληθωρισμός τις λάθος

αποφάσεις που οδήγησαν στην αποσύνθεση του κοινωνικού κράτους. Οι πολιτικοί

δεν καταλάβαιναν ότι η επέκταση της κοινωνικής ασφάλισης ήταν το αναπόφευκτο

κόστος της συγκράτησης των μισθών.

Σήμερα, πολλοί αποδίδουν σε άλλες λανθασμένες αποφάσεις την κακή οικονομική

κατάσταση που υπάρχει στην Ιαπωνία, καθώς και την ύφεση και τον αποπληθωρισμό

στη Γερμανία. Οι Ιάπωνες και οι Ευρωπαίοι κεντρικοί τραπεζίτες δεν μείωσαν τα

επιτόκια αρκετά και όσο γρήγορα θα έπρεπε, ενώ οι πολιτικοί δεν φάνηκαν

πρόθυμοι να εφαρμόσουν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.

Όμως, δεν είναι αναμενόμενο οι πολιτικοί και οι κεντρικοί τραπεζίτες να

λαμβάνουν πάντοτε τις σωστές αποφάσεις. Ο πληθωρισμός της δεκαετίας του ’70

ήταν αποτέλεσμα της αποτυχίας της πολιτικής του Κέινς. Ο αποπληθωρισμός που

απειλεί την Ιαπωνία, την Ευρώπη και, ίσως, τις ΗΠΑ με την προοπτική να

δημιουργηθούν μεγάλα κενά ανάμεσα στη δυνητική και την πραγματική παραγωγή

προϊόντων, είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας της «ημι-μονεταριστικής»

ορθοδοξίας που κυριαρχούσε στη μακροοικονομική πολιτική, η οποία εφαρμόστηκε

στον βιομηχανικό κόσμο από τις αρχές της δεκαετίας του ’80.

Κάναμε κύκλους, αλλά δεν πρόκειται ακριβώς για κύκλο: καμία κυβέρνηση δεν θα

επιτρέψει να επαναληφθεί ο μηδενισμός της ρευστότητας που παρατηρήθηκε κατά τη

δεκαετία του ’30 ή μια αποτυχία του τραπεζικού συστήματος σε βαθμό που να

θέτει σε κίνδυνο ολόκληρο το οικονομικό σύστημα. Τα μακροοικονομικά προβλήματα

στον κόσμο είναι πραγματικά, αλλά δεν θα οδηγήσουν σε νέα Μεγάλη Ύφεση –

κυρίως επειδή εκείνοι που καθορίζουν την οικονομική πολιτική θυμούνται ότι

κάποτε υπήρξε Μεγάλη Ύφεση.

Νέα επανάσταση

Χρειαζόμαστε μια νέα επανάσταση στον καθορισμό της οικονομικής πολιτικής, σαν

αυτή που έκαναν ο Κέινς και οι μονεταριστές, μια επανάσταση, όμως, που δεν θα

διαγράψει τα επιτεύγματα των δύο προηγούμενων, αλλά θα διορθώσει τα λάθη τους.

Από πού μπορεί να προέλθει μια τέτοια επανάσταση; Ίσως η επόμενη επανάσταση

στην οικονομική σκέψη να προέλθει από το θέμα με το οποίο έχει ασχοληθεί ο

κυβερνήτης της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED) Ben Bernanke και αφορά στις

αξίες των περιουσιακών και χρηματοοικονομικών προϊόντων (ακίνητα, ομόλογα,

μετοχές) και από την ανάγκη των κεντρικών τραπεζών να αντιμετωπίζουν δύσκολες

καταστάσεις κάνοντας κάτι περισσότερο από το να ελέγχουν τη ρευστότητα. Ο

Bernanke υποστηρίζει ότι οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να δοκιμάζουν να κάνουν

πράγματα, όπως το να θεσπίζουν κατώτατα όρια στις τιμές των μακροπρόθεσμων

ομολόγων. Υπάρχει κανείς που να πιστεύει στη θεωρία του;

© Project Syndicate, Ιούνιος 2003

Επιμέλεια διεθνών οικονομικών θεμάτων: Γ. Κανελλόπουλος