Πετρελαιοκηλίδα μήκους 200 χιλιομέτρων απλώνεται στα νερά του Αιγαίου…

Μέσα σε λίγες ώρες, 235 χιλιόμετρα ακτών – από τις πιο τουριστικές της χώρας

μας – «μαυρίζουν» από το πετρέλαιο, ενώ 35 χιλιόμετρα από αυτές ερημώνουν!

Ψάρια, θαλασσοπούλια και δελφίνια είναι τα πρώτα θύματα της ρύπανσης. Θα

χρειαστούν τουλάχιστον 15 χρόνια, σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις των

επιστημόνων, για να επανέλθει η ισορροπία στο οικοσύστημα…

Το πλεονέκτημα να κερδηθεί η μάχη της πετρελαιοκηλίδας στη θάλασσα (όπου το

πετρέλαιο είναι πιο ρευστό) χάθηκε, αφού εξαιτίας των ισχυρών ανέμων, εντάσεως

6-7 Μπωφόρ, ήταν αδύνατον να ποντιστούν πλωτά φράγματα. Η ζημιά είναι πλέον

αναπόφευκτη… Τώρα, το μόνο που απομένει είναι να καθαριστούν – όσο γίνεται –

οι ακτές, με όλες τις δυσκολίες που αυτό συνεπάγεται…

Αυτά θα συνέβαιναν αν το «Πρεστίζ», που απειλεί με καταστροφή τις ακτές της

Γαλικίας, είχε ναυαγήσει στο Αιγαίο. «ΤΑ ΝΕΑ» εξέτασαν με ειδικούς όλες τις

πιθανότητες, αλλά και τα αποτελέσματα, ενός ναυαγίου στα ελληνικά νερά. Για

μεγαλύτερη ακρίβεια, οι συνθήκες (καιρικές, κ.λπ.) είναι ίδιες με αυτές της

Γαλικίας.

Το εικονικό σενάριο δείχνει τι θα συνέβαινε αν το δεξαμενόπλοιο «Πρεστίζ»

ναυαγούσε στο πέρασμα μεταξύ Μυκόνου και Νάξου, σε βάθος 115 μέτρων, πριν

προλάβουν τα ρυμουλκά να το ρυμουλκήσουν σε ασφαλές καταφύγιο – που για τη

συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να είναι το Νεώριο της Σύρου ή οποιοδήποτε άλλο

καταφύγιο νότια του νησιού, περιοχή που προστατεύεται από τους συγκεκριμένους

ανέμους.

Το πέρασμα που επελέγη βρίσκεται στον θαλάσσιο δρόμο που ακολουθούν τα

δεξαμενόπλοια που έρχονται από τα Δαρδανέλλια, τα κρουαζιερόπλοια, αλλά και τα

επιβατηγά πλοία που κατευθύνονται από τον Πειραιά και τη Ραφήνα προς τα

Δωδεκάνησα.

Οι καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στον Ατλαντικό την ημέρα της βύθισης του

«Πρεστίζ», «μεταφέρθηκαν» με τη βοήθεια του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου

Αθηνών, στο Αιγαίο.

Μάλιστα, το Πανεπιστήμιο Αθηνών συμμετέχει εδώ και λίγο καιρό στο ευρωπαϊκό

πρόγραμμα PROMED. «Πρόκειται για ένα σύστημα υποστήριξης λήψης αποφάσεων σε

περιπτώσεις θαλάσσιας ρύπανσης από πετρελαιοκηλίδες», εξηγεί η δρ Ιφιγένεια

Κεραμιτσόγλου, επιστημονική συνεργάτης του Πανεπιστημίου Αθηνών που συμμετέχει

στο πρόγραμμα. «Προσπαθούμε να προβλέψουμε την πορεία μιας πετρελαιοκηλίδας

λαμβάνοντας υπόψη – μεταξύ άλλων – τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν

κατά τη διάρκεια ενός ατυχήματος, ώστε να ελαχιστοποιήσουμε τις συνέπειες που

θα προκαλούσε».

«Οι συνέπειες ενός τέτοιου ατυχήματος θα ήταν τραγικές για το οικοσύστημα του

Αιγαίου» εξηγεί ο κ. Κίμων Χατζημπίρος, επίκουρος καθηγητής Οικολογίας στην

Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ. «Η γεωγραφία της περιοχής επιτείνει το

πρόβλημα. Μια κλειστή θάλασσα όπως είναι το Αιγαίο, που το μεγαλύτερο βάθος

της δεν ξεπερνάει κάποιες εκατοντάδες μέτρα, είναι πολύ ευάλωτη».

Όπως εξηγεί ο καθηγητής, «η ρύπανση θα είναι διπλή. Θα δημιουργηθεί μια λεπτή

μεμβράνη πετρελαίου στην επιφάνεια της θάλασσας. Αυτή θα καταστρέψει το

φυτοπλαγκτόν και θα εμποδίζει την ανταλλαγή αερίων (οξυγόνου και διοξειδίου

του άνθρακα) μεταξύ ατμόσφαιρας και νερού. Ταυτόχρονα, στον βυθό το πετρέλαιο

θα καλύψει τα πάντα. Φυτά, όστρακα και άλλοι οργανισμοί του βυθού θα

πεθάνουν». Σύμφωνα με τον ίδιο, «η ζημιά θα είναι εξίσου σημαντική και στην

τουριστική βιομηχανία».

Εθνικό Σχέδιο. Για την καταπολέμηση μιας τόσο μεγάλης ρύπανσης, υπάρχει

το Εθνικό Σχέδιο Καταπολέμησης Ρύπανσης, το οποίο προβλέπει μια σειρά από

τρόπους δράσης, ανάλογα με τα δεδομένα που προκύπτουν. Έτσι, σύμφωνα τόσο με

αξιωματικούς του Κέντρου Έρευνας και Διάσωσης όσο και της Διεύθυνσης

Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του ΥΕΝ, το πρώτο μέλημα είναι η διάσωση

του πληρώματος. Το δεύτερο, να ρυμουλκηθεί το πλοίο σε ασφαλές καταφύγιο και

το τρίτο η καταπολέμηση της πετρελαιοκηλίδας.

Το πετρέλαιο που θα απομείνει – πάντα σύμφωνα με το υποθετικό σενάριο – στις

αποθήκες του τάνκερ στον βυθό της θάλασσας θα διαρρέει λίγο – λίγο και θα

χρειαστούν, όπως προαναφέρθηκε, 15 χρόνια μέχρι να εξαφανιστεί, σύμφωνα με

στοιχεία της Greenpeace.