Οι νέες επιθέσεις του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη κατά του

Προέδρου της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλου δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία.

Έχουν… ιστορία, τουλάχιστον είκοσι χρόνων, από τότε που οι δύο πολιτικοί

έδειχναν να εκφράζουν μέσα στη Ν.Δ. άλλες αντιλήψεις και νοοτροπίες.

Ο πρώτος ικανός σε παρασκηνιακές στρατηγικές και διαβουλεύσεις, ο δεύτερος

ικανός ρήτορας, πιστός στη λογική της ανοιχτής πολιτικής δράσης, ήρθαν

αντιμέτωποι την 1η Σεπτεμβρίου του 1984. Ο πρώτος, ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος

δεν κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής το ’74, όταν οι σχέσεις του με τον

Κωνσταντίνο Καραμανλή δεν ήταν καλές, κέρδισε – λόγω μεγάλης πείρας από τη

δεκαετία του ’60 – την εσωκομματική εκλογική αναμέτρηση και έγινε αρχηγός της

Ν.Δ. Ο δεύτερος, ο κ. Στεφανόπουλος, πρώτος βουλευτής Αχαΐας επί πολλά χρόνια,

έχασε την εκλογή.

Από το 1985, πάντως, ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Παπανδρέου είχε συμβάλει και

αυτός να μεγαλώσει το ρήγμα ανάμεσα στους δύο άνδρες. Δεν έχανε ευκαιρία που

να μην εκδηλώνει την εκτίμησή του απέναντι «στον έντιμο Κωστή Στεφανόπουλο»

και την αποστροφή του για τον «εφιάλτη – έτσι τον απεκάλεσε το ’84 –

Κωνσταντίνο Μητσοτάκη». Αργότερα, μάλιστα, η εμμονή τού τότε αρχηγού της Ν.Δ.

να παραπεμφθεί ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στο Ειδικό Δικαστήριο και η αντίθετη

λογική του Κωστή Στεφανόπουλου, να μην επικρατήσει ένα κλίμα πολιτικής

ανωμαλίας στη χώρα, χρωμάτισε ακόμα περισσότερο τις διαφορές των δύο πολιτικών

ανδρών.

Το ’90, πλέον, ο κ. Στεφανόπουλος έχασε το πολιτικό παιχνίδι με τη ΔΗΑΝΑ και

βρέθηκε εκτός Βουλής. Ήταν μία εποχή που είχε αντιστραφεί το κλίμα υπέρ του κ.

Μητσοτάκη. Ο καταδικασμένος από τον ελληνικό λαό για τη στάση του το ’65 και ο

αποτυχών στις εκλογές του ’74, ξαφνικά, βρέθηκε πρωθυπουργός. Θα περίμενε

λοιπόν κανείς ότι ο κ. Μητσοτάκης θα είχε ξεπεράσει κάθε πρόβλημα που είχε με

τον κ. Στεφανόπουλο. Όλοι νόμιζαν πια ότι οι διαφορές θα είχαν εξαλειφθεί…

Παρ’ όλα αυτά, στις δημοσκοπήσεις, ο κ. Στεφανόπουλος διατηρούσε πολύ υψηλά

ποσοστά δημοτικότητας. Ο κόσμος έλεγε ότι έπρεπε να είναι στη Βουλή. Το κλίμα

συνέχιζε να είναι πάντα υπέρ του, κάτι που συνετέλεσε καθοριστικά και στην

επιλογή του από το ΠΑΣΟΚ και την Πολιτική Άνοιξη ως Προέδρου της Δημοκρατίας.

Αυτό όμως το γεγονός, το 1995, προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερο ρήγμα στις σχέσεις

Στεφανόπουλου – Μητσοτάκη. Κι αυτό, γιατί ο κ. Μητσοτάκης είχε πάντα τη σκέψη

να μεταπηδήσει κάποια στιγμή στην Προεδρία της Δημοκρατίας.

Μάλιστα, βουλευτές του ΠΑΣΟΚ σε συζητήσεις τους εκτιμούσαν ότι ο επίτιμος

πρόεδρος της Ν.Δ. δεν είχε απλώς μία φιλοδοξία να γίνει Πρόεδρος της

Δημοκρατίας. Επιθυμούσε, υποστηρίζουν, να ψηφισθεί και να εκλεγεί από τη Βουλή

και από τα δύο μεγάλα κόμμα, το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ., προκειμένου να σβήσει έτσι

με τη σχεδόν διακομματική ψήφο όλες τις κατηγορίες περί Αποστασίας που είχαν

διατυπωθεί το ’65 για τη στάση του απέναντι στον Γεώργιο Παπανδρέου και την

Ένωση Κέντρου.

Αυτήν τους την εκτίμηση συνόδευε και η φιλική στάση – αρχικώς και για πολλές

φορές – του κ. Μητσοτάκη απέναντι στον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, την οποία

ερμήνευαν ως προσπάθεια επίτευξης «ανοχής» του ΠΑΣΟΚ στο σχέδιό του για την

Προεδρία.

Όμως, η πανηγυρική επανεκλογή τού κ. Στεφανόπουλου το 2000 από τα δύο

μεγαλύτερα κόμματα της χώρας έδειξε να βάζει τέλος στα σχέδια του κ. Μητσοτάκη

για την Προεδρία, ο οποίος ωστόσο, όπως εκτιμάται, ποτέ δεν έπαυσε να ελπίζει

πως θα κερδίσει τον προεδρικό θώκο…