Ο J. Bradford DeLong είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της

Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ και πρώην βοηθός του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ

Σε μια χρονική στιγμή που η Γερμανία ετοιμάζεται να εκλέξει τον νέο της

καγκελάριο, οι δύο βασικοί υποψήφιοι, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και ο Έντμουντ

Στόιμπερ, συμφωνούν σε ένα πράγμα: η ανεργία πρέπει να μειωθεί. Τις

προηγούμενες δύο δεκαετίες, η υψηλή ανεργία μετέτρεψε την Ευρώπη γενικά και τη

Γερμανία ειδικά σε μια κοινωνική ωρολογιακή βόμβα. Τι θα κάνουν οι άνεργοι –

και ιδιαίτερα οι μακροχρόνια άνεργοι με μακρινές μόνο αναμνήσεις για το πώς

είναι να βρίσκονται σε εργασιακό περιβάλλον – με τον ελεύθερο χρόνο τους; Τι

θα γίνει με την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τις κυβερνήσεις εάν αυτές δεν

μπορούν να λύσουν το πρόβλημα;

Είναι εύκολο να ξεχάσει κανείς ότι πριν από περίπου 50 χρόνια η Ευρώπη ήταν η

πιο βίαιη ήπειρος στον κόσμο; Οι Ευρωπαίοι πέρασαν τα πρώτα σαράντα χρόνια του

20ού αιώνα σφάζοντας ο ένας τον άλλο, σε βαθμό που δεν είχε γνωρίσει ποτέ η

ανθρωπότητα. Αντίθετα, η Δυτική Ευρώπη μετά 1950 ήταν ιδιαίτερα ειρηνική και

σταθερή, παρά την πτώση της Γαλλικής Τέταρτης Δημοκρατίας και τη μετάβαση από

τη δικτατορία στη δημοκρατία στην Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ελλάδα.

Το μοντέλο της Γερμανίας

Η πιο αξιοσημείωτη αλλαγή από όλες ήταν αυτή που συνετελέσθη στην Ομοσπονδιακή

Δημοκρατία της Γερμανίας. Ακόμη και όσοι γνωρίζουν τη γερμανική ιστορία από το

1800, εκπλήσσονται με τον ενθουσιασμό με τον οποίο το έθνος που προέκυψε από

την ολοκληρωτική ήττα του 1945 αγκάλιασε αγγλο-γαλλικά οικονομικά μοντέλα, τα

οποία οι προηγούμενες γενιές θα χαρακτήριζαν ως ανεπαρκή. Χωρίς την ειρήνη και

τη σταθερότητα στη Γερμανία είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι στη σημερινή

Ευρώπη θα επικρατούσαν ειρήνη και σταθερότητα.

Οι τρεις πυλώνες

Οι δύο βασικοί υποψήφιοι, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και ο Έντμουντ Στόιμπερ,

συμφωνούν σε ένα πράγμα: η ανεργία πρέπει να μειωθεί

Η Γερμανία οφείλει τη μεταμόρφωσή της εν μέρει σε έναν συνδυασμό από τρεις

διαφορετικούς παράγοντες:

* Σε ένα απόθεμα από ανεκμετάλλευτες τεχνολογικές ευκαιρίες που τροφοδότησαν

μια μεγάλη αύξηση εισοδήματος,

* στη σχεδόν πλήρη απασχόληση και

* σε μια Πολιτεία που φρόντιζε να μοιράζει τα οφέλη της ανάπτυξης μέσω ειδικών

κοινωνικών προγραμμάτων (αντί να υπηρετεί μια κοινωνική τάξη ή συμφέρον ως

όπλο για τη συγκέντρωση δύναμης και πλούτου).

Σε αυτό συνέβαλλαν και άλλοι παράγοντες, όπως η μνήμη της καταστροφής του

ναζιστικού καθεστώτος, για παράδειγμα. Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι το

σύστημα δούλευε για όλους.

Βήματα του ’90…

Προς ανακούφιση όλων, η δημοκρατία και οι μεικτές οικονομίες αποδείχτηκε ότι

ήταν ιδιαίτερα ανθεκτικές στο σοκ που δημιούργησε η κρίση στις τιμές του

πετρελαίου τη δεκαετία του ’70. Τα εισοδήματα μειώθηκαν, αλλά η τάξη

διατηρήθηκε. Και η χώρα μπόρεσε επίσης να αντέξει τη μεγάλη ανεργία που

δημιουργήθηκε. Στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (όπου η ανεργία

παραμένει κοντά στα υψηλότερα επίπεδα της δεκαετίας του ’80), η αποτυχία να

διευθετηθεί το πρόβλημα αντισταθμίστηκε από άλλες επιτυχίες. Στις αρχές της

δεκαετίας του ’90 η Γερμανία επανενώθηκε και ο κίνδυνος για πληθωριστικές

πιέσεις μειώθηκε. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 η Γερμανία ενώθηκε ακόμη

περισσότερο με την Ευρώπη, καθώς συμμετείχε στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση.

Ανεργία, το σημαντικότερο

Εν ολίγοις, η έλλειψη προόδου στη μείωση της ανεργίας μπορούσε στο παρελθόν να

συγχωρεθεί. Η Ευρώπη αντιμετώπισε πιο σημαντικά προβλήματα και ευκαιρίες. Αλλά

τι πιο σημαντικό υπάρχει σήμερα; Ο πληθωρισμός δεν απειλεί πια την οικονομία

κανενός. Η Γερμανία είναι ενωμένη. Η νομισματική ένωση επετεύχθη. Όποιος και

να είναι ο νέος αρχηγός της γερμανικής κυβέρνησης θα πρέπει να αντιμετωπίσει

την ανεργία, τόσο προς όφελος των οικονομικά ασθενεστέρων όσο και προς όφελος

της εμπιστοσύνης του κοινού στο υπάρχον σύστημα.

Σκληρές προτάσεις

Δυστυχώς, όποιος και να κερδίσει τις εκλογές, ο Σρέντερ ή ο Στόιμπερ, θα είναι

αδύναμος μεσοπρόθεσμα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Η Γερμανική Επιτροπή

Εργασίας έχει ζητήσει δραστική αναδιάρθρωση στην αγορά εργασίας και τα

κοινωνικά προγράμματα, αλλά θα είναι πολύ δύσκολο για κάθε κυβέρνηση να

εφαρμόσει τέτοιες δράσεις. Χωρίς να υπάρχει ζήτηση από τον ιδιωτικό τομέα, η

κατάργηση των περιορισμών στον τομέα της προσφοράς που προκάλεσε υψηλή

ανεργία, απλά θα προκαλέσει νέα υψηλή ανεργία στο μέλλον.

Χωρίς τα εργαλεία…

Εάν δεν υπήρχε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ένα οικονομικό πρόγραμμα

όπως το είχε σκεφθεί ο Κέινς θα δημιουργούσε την απαιτούμενη ζήτηση ώστε να

μειωθεί η ανεργία. Το πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί μια κι έξω εάν η ΕΚΤ ήθελε

να ρισκάρει την ακόλουθη συμφωνία με τις κυβερνήσεις: Εάν απελευθερώσετε τις

αγορές προϊόντων και κάνετε τις αγορές εργασίας ευέλικτες, θα μειώσουμε τα

επιτόκια και θα επιτρέπουμε να υπάρχουν μεγαλύτερες δαπάνες ώστε να υπάρχει

σχεδόν πλήρης απασχόληση. Όμως η ΕΚΤ, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης

και τα γερμανικά κόμματα μοιάζουν με έναν γλύπτη που υποσχέθηκε να φτιάξει ένα

γλυπτό μέσα σε μια νύχτα, αλλά έχει χάσει τα εργαλεία του.

Τι κάνατε για μένα;

Μπορεί να μη συντρέχουν παρά λίγοι μόνο λόγοι για να ανησυχεί κανείς άμεσα. Το

ρολόι της κοινωνικής ωρολογιακής βόμβας μπορεί απλά να συνεχίσει να χτυπά. Ενώ

όμως τα κοινωνικοπολιτικά ιδρύματα στη Δυτική Ευρώπη δούλεψαν υπερβολικά καλά,

ως εκ θαύματος, οι ψηφοφόροι έχουν άλλες ιδέες και εντοπίζουν το ενδιαφέρον

τους σε πιο προσωπικά ζητήματα. Το πιο πιθανό είναι να κρίνουν ένα κόμμα ή ένα

καθεστώς ρωτώντας: «Τι κάνατε εσείς για μένα πρόσφατα;». Τώρα που ξεχάστηκαν

τα μεγάλα λόγια για επανένωση και ενοποίηση με την Ευρώπη, οι μελλοντικές

γερμανικές κυβερνήσεις πιθανότατα θα αναγκαστούν να απαντήσουν στην ερώτηση

αυτή: «Όχι πολλά πράγματα».

Πού είναι η ανάπτυξη;

Η ενσωμάτωση στην Ευρώπη υποτίθεται πως θα βοηθούσε στην αντιμετώπιση του

προβλήματος, με τη δημιουργία οικονομικής ανάπτυξης που θα διαρκούσε

δεκαετίες. Πού είναι όμως αυτή η ανάπτυξη που θα προκαλούσε αύξηση και στη

ζήτηση; Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο στο

να διατηρεί τα επιτόκια σε αρκετά υψηλά επίπεδα ώστε να οδηγεί τις

αναξιόπιστες επιχειρήσεις στη χρεοκοπία, παρά να πατρονάρει υψηλότερη

απασχόληση.

Σε μια χρονική στιγμή που ο ιδιωτικός τομέας αδρανεί, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή

θέλει τις κυβερνήσεις να λειτουργούν ως εργοδότες ανάγκης. Όμως, η Συνθήκη

Σταθερότητας του Μάαστριχτ και το Σύμφωνο Ανάπτυξης περιορίζουν το

δημοσιονομικό έλλειμμα έως το 3% του ΑΕΠ, όριο το οποίο η Γερμανία ήδη

αγγίζει. Εάν μια μελλοντική κυβέρνηση δεν είναι αρκετά γενναία ώστε παραβιάσει

το σύμφωνο, η μόνη εναλλακτική λύση θα είναι να αυξηθούν οι φόροι. Η λύση αυτή

απλά θα επιμηκύνει την ύφεση της ζήτησης για προσωπικό από τον ιδιωτικό τομέα,

που κρατά σε τόσο υψηλά επίπεδα την ανεργία.

© Project Syndicate, Σεπτέμβριος 2002

Επιμέλεια διεθνών οικονομικών θεμάτων: Σ. Δημητρέλης, Γ. Κανελλόπουλος