Σε κάποιους κύκλους της χώρας ανθεί η παραγωγή πολιτικών «σεναρίων», η

οποία συχνά υποκαθιστά την ψύχραιμη και ενημερωμένη πολιτική ανάλυση. Στις

δεκαετίες του ’70 και του ’80 το σενάριο της διάσπασης του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ.

«παίχτηκε» δεκάδες φορές για να διαψευστεί περίπου άλλες τόσες.

Ας αναφέρουμε μερικά από τα πιο πρόσφατα σενάρια (που δεν είδαν πάντα το φως

της δημοσιότητας): Ο Αβραμόπουλος θα είναι «ο μελλοντικός πρωθυπουργός της

χώρας» (όταν το κόμμα Αβραμόπουλου πιστωνόταν με υψηλά ποσοστά στις

δημοσκοπήσεις). Η Ν.Δ. «δεν θα φτάσει στο συνέδριο» (ίδια περίπου περίοδος). Η

Ντόρα Μπακογιάννη είναι «έτοιμη να αποχωρήσει από τη Ν.Δ.» (ίδια περίοδος).

«Δεν υπάρχει περίπτωση να πάμε με τον Σημίτη στις εκλογές, το θέμα είναι

σχεδόν τελειωμένο» (καλά ενημερωμένοι κύκλοι του ΠΑΣΟΚ, λίγο μετά την κρίση

του Ασφαλιστικού). «Η ανατροπή του Σημίτη θα καθυστερήσει, το θέμα δεν είναι

εύκολο» (αμέσως μετά τη γνωστή ομιλία του Σημίτη στη Βουλή, όταν το κλίμα

εμφάνιζε σημεία αντιστροφής). «Τα διαπλεκόμενα δεν θέλουν πλέον τον Σημίτη»

(πιο πρόσφατο).

Ποιοι είναι οι φορείς αυτών των σεναρίων; Οι φορείς αυτοί δεν προέρχονται ποτέ

από «ένα κέντρο». Είναι ένα ιδιότυπο, και κάθε φορά λίγο διαφορετικό, πλέγμα

ανθρώπων που συντίθεται από δημοσιογράφους, επιχειρηματίες, πολιτικούς (όπως

και από διάφορους παρατρεχάμενους, κοσμικούς και μη). Φυσικά, τα σενάρια

εμφανίζονται με αυξανόμενη συχνότητα στις περιόδους πολιτικής αβεβαιότητας,

όπως η σημερινή. Όταν η αλλαγή μοιάζει πιθανή, όταν οι προϋποθέσεις

αναστάτωσης στο πολιτικό σύστημα εμφανίζονται αυξημένες, όταν υπάρχει πυρετός

διαβουλεύσεων ή πανικός, όταν η μία κρίση «σκοντάφτει πάνω στην άλλη»,

αυξάνουν κατακόρυφα και η συχνότητα και η τολμηρότητα των πολιτικών σεναρίων

που διατυπώνονται. Κάθε δε τέτοιο σενάριο εμφανίζεται από τους υποστηρικτές

του με την ισχύ του αυταπόδεικτου (άλλωστε προέρχεται από ανθρώπους που

«γνωρίζουν», και που, επιπλέον, «διαμορφώνουν» τις εξελίξεις).

Τι διευκολύνει όμως την εμφάνιση αυτών των σεναρίων;

α. Το φαινόμενο της «διαπλοκής» και η πραγματική ή υποτιθέμενη

συγκέντρωση επιρροής στα χέρια λίγων ατόμων ενισχύει την εντύπωση ότι οι

μικρές ομάδες μπορούν να διαμορφώσουν καθοριστικά τις πολιτικές εξελίξεις. Η

εντύπωση αυτή ενισχύεται και μεταξύ των παραγωγών σεναρίων, οι οποίοι

αυτο-παγιδεύονται, πλήρεις αυτοπεποίθησης, στην υποτιθέμενη ισχύ και γνώση που

διαθέτουν.

β. Η κρίση των άλλοτε πειθαρχημένων, με στιβαρή ιδεολογία και

πολυάνθρωπη οργάνωση κομμάτων είναι ένας άλλο παράγοντας που αυξάνει την πειθώ

των κάθε λογής σεναρίων. Η απώλεια ισχύος του θεσμού κόμματος διαμορφώνει την

εντύπωση ότι οι κινήσεις κορυφής και οι διαβουλεύσεις των σαλονιών αποτελούν

προσδιοριστικούς παράγοντες των πολιτικών εξελίξεων.

γ. Στο βάθος, όμως, κρύβεται η απουσία ενός μεγάλου πρωταγωνιστή της

νεώτερης Ιστορίας, ενός πρωταγωνιστή που σημάδεψε με τη δράση του ολόκληρο τον

εικοστό αιώνα: των λαϊκών στρωμάτων. Η σημαντική εξασθένηση των οργανώσεών

τους, η έλλειψη αυτοπεποίθησης, η απουσία ­ για πρώτη φορά στον εικοστό αιώνα

­ μιας αποτελεσματικής πολιτικής εκπροσώπησης των φτωχών ομάδων του πληθυσμού

αφήνουν ένα μεγάλο πολιτικό και πολιτισμικό κενό. Σε μια «μαζική δημοκρατία

χωρίς τις μάζες», ο ρόλος των «νέων προυχόντων» και των «νέων τζακιών»

αυξάνεται, όπως και η αίσθησή τους ότι διαμορφώνουν την Ιστορία.

Η ικανότητα κατανόησης της πολιτικής είναι ένα αγαθό άνισα κατανεμημένο.

Υποτίθεται ότι η ικανότητα αυτή είναι το κατ’ εξοχήν προνόμιο των «λίγων», των

μικρών ομάδων, των αρμοδίων, των ευρισκομένων κοντά στα κέντρα εξουσίας

(πολιτικής, οικονομικής, πνευματικής), ενώ οι πολλοί, η «μεγάλη μάζα», είναι

μια μάζα θεατών, αδιάφορων και αναρμόδιων. Ωστόσο, η απλή υπόμνηση των

προηγουμένων δείχνει πόσο συχνά οι ελίτ σφάλλουν, πόσο συχνά βρίσκονται μακριά

από την πραγματικότητα.

Όταν τα σενάρια καταρρέουν, μια εκδοχή της πολιτικής και της πολιτικής δράσης

θα έπρεπε λογικά να καταρρέει μαζί τους. Ωστόσο, η υπεροπτική αυτάρκεια αυτών

των «κύκλων» και η στενή σύνδεσή τους με τον κόσμο της εξουσίας (που,

υποτίθεται, τους καθιστά φορείς γνώσης) δεν τους επιτρέπει να ακούσουν την

«έκκληση στη λογική», όπως θα ‘λεγε ο Γ. Λίπμαν. Η πολιτική εξακολουθεί να

είναι ένα φαινόμενο που υπερβαίνει τους «μικρούς κόσμους» στους οποίους όλοι

μας ανήκουμε.

Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής

Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.