Η ζάλη, την οποία προξένησαν σε όλους οι τελευταίες εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ

και, ιδίως, οι διαρκείς εναλλαγές, ούτε μπορεί ούτε πρέπει να συσκοτίζει το

κεντρικό μήνυμα. Κι αυτό είναι ότι με τον πλέον επίσημο τρόπο ανεδείχθη

πρόβλημα πολιτικού υποκειμένου.

Δικαιώθηκαν οι αναλύσεις και οι κριτικές που τόνιζαν πως το ΠΑΣΟΚ μετά το ’96

δεν κατόρθωσε να αντιστοιχηθεί ικανοποιητικά με το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα

και έδινε την εντύπωση ότι είτε στήριζε ανόρεχτα, είτε κρυβόταν πίσω από την

κυβέρνηση, είτε και αντιδρούσε. Μεταξύ κυβέρνησης και κοινωνίας έλειψε το

πολιτικό υποκείμενο που θα εξασφάλιζε συναίνεση, θα έδινε προοπτική, θα

νοηματοδοτούσε.

Με την απόφαση για επίσπευση του Συνεδρίου, που ελήφθη στην αρχική συνεδρίαση

του Εκτελεστικού Γραφείου, αυτό το κεντρικό μήνυμα εξεπέμφθη. Και αυτό ισχύει

ανεξαρτήτως των… όρκων ενότητας που δόθηκαν στην επόμενη συνεδρίαση, αλλά

και των όσων θα συμβούν στο μέλλον.

Ούτως ή άλλως, το ΠΑΣΟΚ και ­ το τελευταίο διάστημα ­ ο Κ. Σημίτης μάς έχουν

συνηθίσει στη συμπεριφορά του εκκρεμούς. Ακούσαμε για «κουρασμένους» και

αμέσως μετά ξανά το «όλοι μαζί», την ομιλία στη «Μ. Βρετανία» και αμέσως μετά

τα «ρετάλια» και την αναδίπλωση, την κριτική στην πρώτη οκταετία και αμέσως

μετά την πλήρη αναδρομική δικαίωσή της κ.ο.κ. Ακόμα και η δραματική απόφαση

της επίσπευσης του Συνεδρίου ήλθε έπειτα από ένα διάστημα με βουτιές στο

παρελθόν, αντιδεξιά ρητορική και αντικεφαλαιοκρατικές κορόνες.

Όμως, ακόμα κι αν οι ταλαντώσεις του «εκκρεμούς» συνεχισθούν και άλλο, το

κεντρικό πρόβλημα του πολιτικού υποκειμένου έχει, πλέον, τεθεί με τον πιο

επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο.

Το ζήτημα, βέβαια, είναι ότι και στην καλύτερη εκδοχή, στην οποία το Συνέδριο

πετύχει αυτομεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ και, επιπλέον, ανοίξει την προοπτική μιας

παράταξης της Κεντροαριστεράς, δεν θα έχει αντιμετωπισθεί το σύνολο του

προβλήματος.

Το «εκκρεμές» θα έχει ισορροπήσει αλλά το θέμα είναι, παράλληλα, ν’ αποκτηθεί

και πυξίδα.

Για να συμβεί αυτό, είναι ανάγκη:

α) Να μεταβληθεί το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα σε συνολικό όραμα

αλλαγής, σε συνεκτικό σχέδιο εφ’ όλης της ύλης μεταρρυθμίσεων, σε κίνημα

διανοητικής, ηθικής, αξιακής επαναθεμελίωσης της κοινωνίας με τη συμμετοχή

της. Την πρώτη τετραετία ο ορατός στόχος της ΟΝΕ μπορούσε ­ κατά τι ­ να

υποκαταστήσει αυτή την ανάγκη. Τώρα, που την αρχική αμηχανία διαδέχθηκε η

κρίση, η ικανοποίησή της είναι επείγουσα. Από τη φάση του «ελάχιστου

μεταρρυθμισμού» ή θα μεταβούμε σ’ αυτήν της νοσταλγικής αναπόλησης του

παρελθόντος ή ­ όπως προτείνεται ­ του «ισχυρού μεταρρυθμισμού».

Λυδία λίθος είναι το Ασφαλιστικό.

β) Να αντιμετωπισθεί το «πρόβλημα του καθρέφτη». Συνολικό όραμα αλλαγής

σημαίνει ν’ αλλάξουν όλα, άρα και πολλά απ’ όσα το ΠΑΣΟΚ των προηγούμενων

φάσεων προώθησε. Είτε διά πράξεων (εξωτερική πολιτική, χρέος, Δημόσια

Διοίκηση, ΔΕΚΟ, ΕΣΥ κ.ά.), είτε διά παραλείψεων (παιδεία, υποδομές,

κυκλοφοριακό κ.ά.) είτε με την εμπέδωση νοοτροπιών και κουλτούρας.

Για να γίνει, λοιπόν, πράξη το όραμα συνολικής αλλαγής, προϋποτίθεται πως το

ΠΑΣΟΚ θα αντιπαρατεθεί με συμφέροντα που εμπέδωσε, θα αντιμετωπίσει τον ίδιο

του τον εαυτό και την ιστορία, θα προχωρήσει σε γόνιμες αναθεωρήσεις, θα βρει

­ μακριά από τη λογική του εκκρεμούς ­ κόκκινη κλωστή στην πορεία του.

γ) Να αρθρωθεί μια νέα κοινωνική συμμαχία ανάμεσα σε αδύναμες και

αδικημένες κοινωνικές ομάδες από τη μια και δυναμικά και ανερχόμενα κοινωνικά

στρώματα από την άλλη. Ανάμεσα, δηλαδή, σε δυνάμεις που θα έχουν συμφέρον από

το μεταρρυθμιστικό σχέδιο της καινούργιας φάσης. Αυτή η προοπτική υπερβαίνει

τις λογικές ενός απόμακρου εκσυγχρονισμού «από τα πάνω» και μιας αναπαλαίωσης

του μπλοκ των «μη προνομιούχων». Άλλωστε, μερίδες αυτών των «μη προνομιούχων»,

κυρίως εκείνες που ­ με τον ένα ή τον άλλον τρόπο ­ σχετίσθηκαν με το κράτος,

έγιναν «προνομιούχες» σε σχέση με άλλες κοινωνικές κατηγορίες και δεν μπορεί

να επιζητείται συμμετοχή τους στη νέα κοινωνική συμμαχία στη βάση του status

quo που πρέπει ν’ αλλάξει.

Και εδώ το Ασφαλιστικό αποτελεί λυδία λίθο.

Συμπερασματικά, η επίσπευση του Συνεδρίου ανέδειξε το μείζον πρόβλημα του

πολιτικού υποκειμένου, αλλά για ν’ αποκτηθεί πυξίδα μένουν πολλά ακόμα.

Ο δημοσιογράφος Θανάσης Γεωργακόπουλος είναι στέλεχος της Ανανεωτικής

Εκσυγχρονιστικής Κίνησης της Αριστεράς