Η ιταλική Telecom ανακοίνωσε ότι θα ερευνήσει τον φάκελο της εξαγοράς το

1997 της σερβικής Telecom με σκοπό την αποκάλυψη πιθανών ατασθαλιών, ύστερα

από τις καταγγελλόμενες μέσω του Τύπου δωροδοκίες.

Εκ μέρους της Telecom Italia ανακοινώθηκε ότι θα ξεκινήσει έρευνα στον χώρο

του ομίλου «με σκοπό να καθοριστεί αν υπήρξαν ενδεχόμενες ατασθαλίες, ενώ

επιφυλάσσεται να υιοθετήσει κάθε μέτρο για να προστατεύσει τα δικαιώματά της».

Από την πλευρά του ο Γιουγκοσλάβος υπουργός Τηλεπικοινωνιών, Μπόρις Τάντιτς,

απέστειλε επιστολή στον υπουργό Εξωτερικών της Ιταλίας, Λαμπέρτο Ντίνι, όπου

τονίζει ότι το δημοσίευμα της ιταλικής «Ρεπούμπλικα» είναι «απολύτως αβάσιμο,

στερείται παντελώς τεκμηρίωσης και είναι προϊόν δημοσιογραφικής φαντασίας».

Οι Γιουγκοσλάβοι

«Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας και η Σερβική Δημοκρατία είναι

δεσμευμένες πλήρως να αποσαφηνιστεί αν υπήρξε παράνομη χρήση των κεφαλαίων για

την εξαγορά. Καταβάλλεται από την κυβέρνηση κάθε προσπάθεια να χυθεί φως στο

θέμα αυτό και σε άλλα συναφή ζητήματα», αναφέρεται στην επιστολή αυτή. Ο

Σέρβος πρωθυπουργός Ζόραν Τζίντζιτς προανήγγειλε για «τις προσεχείς ημέρες»

την έναρξη ανάκρισης του Μιλόσεβιτς, για οικονομικές ατασθαλίες, σε πρώτη φάση

και μεταγενέστερα για εγκλήματα πολέμου και πολιτικές δολοφονίες.

Η εταιρεία STET, στην οποία ανήκει η Telecom Italia, κατέβαλε, μετά την

επιβολή διαφόρων φόρων, το ποσό των 893 εκατομμυρίων μάρκων για να αποκτήσει

στη διάρκεια του ’97 μερίδιο 29% στον κρατικό τηλεπικοινωνιακό όμιλο της

Σερβίας, ενώ ο ΟΤΕ απέκτησε μερίδιο 20% με τίμημα 675 εκατομμύρια μάρκα.

Επρόκειτο για σημαντική εισροή ξένων κεφαλαίων την εποχή του καθεστώτος

Μιλόσεβιτς. Έγινε στο χρονικό διάλειμμα ανάμεσα στον πόλεμο στη Βοσνία και τις

συγκρούσεις στο Κόσοβο και σύμφωνα με το ιταλικό δημοσίευμα πολλά εκατομμύρια

μάρκα «κατέληξαν» στις οργανώσεις του Μιλόσεβιτς και της συζύγου του.

Περί δωροδοκιών

Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, κατά το δημοσίευμα, φέρεται να δήλωσε στη διάρκεια

τελετής στο προεδρικό μέγαρο (10.6.97 ­ επομένη της συμφωνίας) «αυτοί οι

μαφιόζοι ζήτησαν να δωροδοκηθούν με ποσοστό 3% του συνολικού τιμήματος».

To ιταλικό τηλεοπτικό δίκτυο Canale 5 επικαλέστηκε τον τότε γενικό διευθυντή

της STET, Τομάσο Τομάσι, ο οποίος δήλωσε ότι «δεν υπήρξαν δωροδοκίες ως τμήμα

της συμφωνίας». Ο ίδιος δήλωσε στο πρακτορείο ANSA ότι ποτέ δεν συζήτησαν

αυτήν τη συμφωνία με τον υπουργό Εξωτερικών Λαμπέρτο Ντίνι, τόνισε δε ότι

συζήτησε μόνο με εκπρόσωπους τής τότε σερβικής κυβέρνησης.

Τι έλεγε το δημοσίευμα

Στο δημοσίευμα της «Ρεπούμπλικα» τονίζεται ότι:

α) Οι δύο χώρες αγοράζοντας το 1997 την εταιρία επικοινωνιών της

Σερβίας ενίσχυσαν έμμεσα το καθεστώς Μιλόσεβιτς και κατά συνέπεια τις

επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης κατά των Αλβανών του Κοσόβου.

β) Οι δύο εταιρείες (ΟΤΕ και STET) αποδέχθηκαν να υπογράψουν μία

συμφωνία, οι όροι της οποίας ήταν μυστικοί.

γ) Οι δυο εταιρείες πλήρωσαν προμήθεια που κατατέθηκε στη Netwest

Security Ltd, με έδρα τη Φρανκφούρτη και την Barclays Bank του Λονδίνου.

δ) Αγοράζοντας τη σερβική εταιρεία oι δύο εταιρίες παραβίασαν τις

κυρώσεις κατά του Βελιγραδίου.

ε) Η ιταλική εφημερίδα αποκαλύπτει ότι το 3% από το συνολικό ποσό

αγοράς που κατέβαλαν οι οργανισμοί τηλεπικοινωνιών Ιταλίας και Ελλάδας

διοχετεύτηκε σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τον οποίο χρησιμοποιούσε ο

Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Το συνολικό ποσό της αγοράς ήταν 730 εκατομμύρια

δολάρια και η εφημερίδα αναφέρει ως πηγή της το συμβόλαιο αγοράς.

Η συμφωνία

Σύμφωνα με το δημοσίευμα της «Ρεπούμπλικα», η ιταλική STET αγόρασε το 29% και

ο ΟΤΕ το 20%. Η συμφωνία υπεγράφη τον Ιούνιο του 1997 και η ιταλική πλευρά

κατέθεσε στην European Popular Bank της Αθήνας 701,7 εκατομμύρια μάρκα. Από

αυτά, όμως, μόνο τα 683,9 κατατέθηκαν στον λογαριασμό της Telecom της Σερβίας,

τον οποίο είχε δώσει η κυβέρνηση Μιλόσεβιτς. Τα υπόλοιπα κατατέθηκαν σε δύο

λογαριασμούς της Paribas και της Barclays.

Ο ΟΤΕ, πάντα σύμφωνα με την εφημερίδα, κατέβαλε για την αγορά του 20% του

σερβικού οργανισμού τηλεπικοινωνιών στις 10 Ιουνίου 543,2 εκατομμύρια μάρκα.

Από αυτά, τα 529,4 εκατομμύρια μάρκα πήγαν στο Βελιγράδι. Στις 11 Ιουνίου 12,4

εκατομμύρια μάρκα πηγαίνουν στον λογαριασμό 6501680000 της Paribas

Φρανκφούρτης και την επόμενη ημέρα 1,3 εκατομμύρια μάρκα στον λογαριασμό

60949191της Barclays του Λονδίνου.