Δεν μπορεί κανείς να παρακολουθεί, με αδιαφορία, την αναταραχή και τον

προβληματισμό που έχουν προκληθεί, τον τελευταίο καιρό, στους πανεπιστημιακούς

γιατρούς σχετικά με το νομοσχέδιο για την υγεία, που συζητείται αυτές τις

ημέρες στη Βουλή. Είμαστε βέβαιοι ότι μια στενότερη συνεργασία μεταξύ του

υπουργείου Υγείας και των πανεπιστημιακών θα είχε επιτρέψει τη διευκρίνιση

μερικών θεμάτων και το εν λόγω νομοσχέδιο θα μπορούσε να δώσει τόσο ριζικές

όσο και αποδεκτές λύσεις. Θα μπορούσε έτσι να ξεκαθαριστεί ότι η μεγάλη

πλειοψηφία των πανεπιστημιακών δασκάλων πιστεύει και επιθυμεί να έχει τη

δυνατότητα να ασκεί το κλινικό, ερευνητικό, διδακτικό αλλά και επαγγελματικό

έργο μέσα στο νοσοκομείο και μόνο, όπως συμβαίνει σε όλα τα μέρη του κόσμου,

χωρίς εξαίρεση. Για να πραγματοποιηθεί όμως αυτό στη χώρα μας, απαιτούνται

μερικές συγκεκριμένες προϋποθέσεις οι οποίες κατά τη γνώμη μας είναι:

1. Η καθιέρωση ενός μεταβατικού σταδίου αρκετά ικανού για να επιτρέψει:

­ Στους υπηρετούντες πανεπιστημιακούς να αναθεωρήσουν και να προσαρμόσουν τους

ενδεχόμενους σχεδιασμούς και προγραμματισμούς που είχαν για την οικογένειά

τους αλλά και για τα ιατρεία τους.

­ Στην Πολιτεία να βελτιώσει την απαράδεκτη μέχρι τώρα ξενοδοχειακή υποδομή

των νοσοκομείων, ώστε να μπορούν να νοσηλεύονται σ’ αυτά όλοι οι Έλληνες,

ανεξάρτητα της οικονομικής τους επιφάνειας και της κοινωνικής τους τάξης. Τα

δημόσια νοσοκομεία χρειάζεται να ελκύσουν ξανά και τους οικονομικά εύρωστους

ασθενείς με ισχυρή ασφαλιστική κάλυψη προκειμένου να αποφευχθεί η διαφαινόμενη

μετατροπή τους σε νοσοκομεία απόρων και μεταναστών.

­ Στην Πολιτεία να προσαρμόσει τον τρόπο λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων

και κυρίως στο να υπηρετούν αυτά από το πρωί μέχρι αργά το απόγευμα όλοι οι

εργαζόμενοι στα νοσοκομεία εξασφαλίζοντας τη συνεχή και απρόσκοπτη λειτουργία

των εξωτερικών ιατρείων, των εργαστηρίων, του τεχνολογικού εξοπλισμού αλλά και

των χειρουργείων. Δυστυχώς σήμερα τα δημόσια νοσοκομεία λειτουργούν ορισμένες

μόνο ώρες το 24ωρο και τις υπόλοιπες μεταβάλλονται σε «πανδοχεία» υψηλότατου

κόστους για την Πολιτεία, με ατέλειωτες ημέρες αναμονής για εξετάσεις ή για

την πραγματοποίηση κάποιας χειρουργικής επέμβασης.

2. Ο σεβασμός της αυτοτέλειας των πανεπιστημιακών γιατρών, πράγμα που

σημαίνει ότι για τη δημιουργία ή μετακίνηση κλινικών, μονάδων ή εργαστηρίων,

όπως επίσης για την αξιολόγηση, κρίση αλλά και τον έλεγχο των πανεπιστημιακών,

μόνα αρμόδια και υπεύθυνα όργανα είναι τα θεσμοθετημένα από το Πανεπιστήμιο.

Οι πανεπιστημιακοί γιατροί, υπηρετούντες στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, θα ήθελαν

να αποφύγουν τον «ασφυκτικό εναγκαλισμό τους» από το υπουργείο Υγείας, ο

οποίος θα πολλαπλασιάσει τις γραφειοκρατικές κωλυσιεργίες και θα παρακωλύσει

την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών τους.

3. Η ενδονοσοκομειακή επαγγελματική δραστηριότητα των πανεπιστημιακών,

πάγιο αίτημα της μεγάλης πλειοψηφίας τους, πρέπει να γίνεται κατά τρόπο που να

διασφαλίζει το κύρος και την αξιοπρέπειά τους και να είναι ανάλογη με το υψηλό

έργο και την αποστολή τους.

Για τον τρόπο παροχής αυτών των υπηρεσιών, αντί να προσπαθούμε να ανακαλύψουμε

δικά μας «δήθεν» πρωτότυπα συστήματα, δεν έχουμε παρά να εφαρμόσουμε ένα από

εκείνα που υπάρχουν και λειτουργούν επιτυχώς σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και

της Αμερικής.

Η εφαρμογή του θεσμού της ενδονοσοκομειακής επαγγελματικής απασχόλησης δεν

μπορεί να είναι έργο των διοικητικών υπαλλήλων αλλά συναινετική διαδικασία των

πανεπιστημιακών οργάνων που θα έχουν τον κύριο λόγο με τα συναρμόδια

υπουργεία.

4. Η απόκτηση του τίτλου του κλινικού καθηγητού, εάν κριθεί

απαραίτητος, δεν μπορεί να εννοηθεί παρά μόνο εάν είναι αποτέλεσμα των

διαδικασιών που ισχύουν σήμερα και αφορούν στην εκλογή καθηγητού

Πανεπιστημίου, δηλαδή υποβολή υποψηφιότητας στην Ιατρική Σχολή της περιοχής

στην οποία υπάγεται το νοσοκομείο όπου υπηρετεί ο υποψήφιος και εκλογή από

τους καθηγητές της ίδιας Σχολής.

Το ζητούμενο δεν είναι να εγκλωβισθούν οι «τιμωρούμενοι» πανεπιστημιακοί

γιατροί στα νοσοκομεία, αλλά να τους δοθεί η ευκαιρία και οι προϋποθέσεις

παροχής νοσηλευτικού έργου υψηλής ποιότητας, παράλληλα με την έρευνα και τη

διδασκαλία, που χαρακτηρίζουν τα Πανεπιστήμια και προβάλλουν την

πνευματικότητα της Ελλάδας στο εξωτερικό.

Οι πανεπιστημιακοί γιατροί στη μεγάλη τους πλειοψηφία διακρίνονται όχι μόνο

για το υψηλό τους ήθος, αλλά και για τη βαθιά τους επιστημονική κατάρτιση, την

οποία απέκτησαν ύστερα από επίπονες αλλά και μακροχρόνιες σπουδές στην Ελλάδα

και στο εξωτερικό. Νομίζουμε ότι γι’ αυτό τον λόγο αλλά και για το έργο που

έχουν προσφέρει μέχρι σήμερα τους οφείλεται μεγαλύτερη αναγνώριση αλλά και

σεβασμός από την Πολιτεία.

Ο Κωνσταντίνος Δημόπουλος είναι καθηγητής Ιατρικής, τέως πρύτανης του

Πανεπιστημίου Αθηνών.