Με αφορμή τη συνέντευξη που έδωσε ο Γιώργος Μαργαρίτης στα «Πρόσωπα» για το

βιβλίο του «Ο ελληνικός Εμφύλιος 1946-1949», ο κ. Σταύρος Β. Γιαννόπουλος

παρατηρεί:

«Ο κ. Μαργαρίτης δέχεται ως «ερμηνευτικό σχήμα» (άλλη επιτηδευμένη ασάφεια…

ερμηνευτικό σχήμα) την ύπαρξη κατά τον Μεσοπόλεμο και την εποχή της Κατοχής

μιας «ελίτ» στην ύπαιθρο και τη θέληση της άρχουσας τάξης να καταστρέψει αυτή

την «ελίτ». Δηλαδή βασική αιτία, γενεσιουργό δύναμη της σύγκρουσης των

αντίθετων κόσμων το 1941-1949 θεωρεί την προσπάθεια της άρχουσας τάξης να

καταστρέψει την «ελίτ» της υπαίθρου. «Ελίτ» και παραμύθια, φραστικά

πυροτεχνήματα, μηχανιστική ερμηνεία της ιστορίας.

Και στον Μεσοπόλεμο και στη διάρκεια της Κατοχής και στην ύπαιθρο και στις

πόλεις υπήρχε ένας ιδιαίτερος κόσμος, ο κόσμος του αγώνα, της θυσίας. Ήσαν οι

διαλεχτοί, οι πιο έξυπνοι, οι πιο δυνατοί Έλληνες».

Σε άλλο σημείο της επιστολής του ο αναγνώστης μας παρατηρεί:

«Ο κ. Μαργαρίτης επιπόλαια και αβασάνιστα ανέφερε «είναι ενδεικτικό το

φαινόμενο ότι πολλά στελέχη του Δ.Σ. (Δημοκρατικού Στρατού) προέρχονται από τη

Νότια Πελοπόννησο, όχι όμως από την Αχαΐα, επειδή εκεί υπήρχε ο αγγλικός

στρατός και η μετανάστευση στην Αθήνα ήταν πολύ πιο ασφαλής…». Δεν είναι

αυτός ο λόγος που πολλά στελέχη στο δεύτερο αντάρτικο στον Μωρηά προέρχονταν

από τη Νότια Πελοπόννησο. Δύσκολο για όλους τους Μωραΐτες ήταν το πέρασμα από

τον «έρμο» Ισθμό. Στην αρχή, αμέσως μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, αρκετοί

μπόρεσαν και κατέφυγαν στην Αθήνα, αργότερα ήταν εξαιρετικά δύσκολο.

Σε άλλους λόγους οφείλεται η «δημιουργία» πολλών στελεχών από τη Νότια

Πελοπόννησο.

Οφείλεται στο ότι ο αξέχαστος Βαγγέλης Ρογγάνιος, πολιτικός επίτροπος του

Αρχηγείου του Δ.Σ. Πελοποννήσου, ο οποίος κρυβόταν παράνομος στην αρχή

1945-1946 στη Λακωνία, επέβαλε τη γραμμή να αντιστέκονται στις επιθέσεις των

χιτών οπλισμένων με όπλα, ενώ σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου στην αρχή του

αντάρτικου είχε περάσει η γραμμή του κόμματος ­ στις επιθέσεις των χιτών με

όπλα, να απαντούν με… ξύλα. Έτσι γλίτωσαν πολλοί αγωνιστές και στελέχη και

κυριάρχησαν στη Νότια Πελοπόννησο. Γλίτωσαν στελέχη στη Λακωνία. Άλλος λόγος

που αναδείχθηκαν πολλά στελέχη στη Νότια Πελοπόννησο είναι ότι τα βουνά

Πάρνωνας και Ταΰγετος προσφέρονταν πολύ καλύτερα για τη δημιουργία και

στέριωμα αντάρτικου, γιατί σε αντίθεση με τα βουνά της Βόρειας Πελοποννήσου,

Ερύμανθο, Χελμό, Ζήρεια, Παναχαϊκό είναι πιο εκτεταμένα, τα κορφοβούνια

αμέτρητα, το Μαίναλο, στο κέντρο, ιδανικός χώρος για αντιπερισπασμούς.

Έπειτα τα βουνά της Βόρειας Πελοποννήσου είναι κοντά στη θάλασσα, στον

Κορινθιακό, κοντά σε βασικούς δρόμους, με αυτοκίνητο ή τρένο, κοντά στα κέντρα

Αθήνα – Πάτρα, η μεταφορά στρατού εκεί ήταν εύκολη και αντίθετα τα βουνά της

Νότιας Πελοποννήσου ήταν μακριά, η ανάπτυξη στρατού δυσκολότερη.

Ίσως είναι και άλλοι λόγοι, η έρευνα πρέπει να προχωράει. Είναι γεγονός ότι

όλη η ηγεσία του δεύτερου αντάρτικου στην Πελοπόννησο, η ηρωική εξάδα εκτός

από τον Στέφανο Γκιουζέλη, ο Κώστας Κανελλόπουλος, ο Γιάννης Σαρήγιαννης, ο

Μανώλης Σταθάκης, ο Γιώργης Κονταλώνης, ο Κώστας Μπασακίδης κατάγονταν από τη

Νότια Πελοπόννησο.

Μόνο ένα χωριό της Λακωνίας, η Αράχοβα (Καρυές) γέννησε ξακουστούς

καπεταναίους, αληθινούς πολέμαρχους, ιδανικούς χαρακτήρες του ανθρώπου του

κλαριού: τον Κονταλώνη, τον Λεβεντάκη και πολλούς άλλους.

Συνεχίζοντας ο κύριος Μαργαρίτης ανέφερε «επί λέξει». «Και συνέβαιναν

εκπληκτικά πράγματα. Οι Αμερικανοί π.χ. έφεραν μουλάρια από τις ΗΠΑ για τις

ανάγκες του Στρατού και της γεωργίας που αποβιβάστηκαν στις πόλεις.

Χρειάζονταν λοιπόν ανθρώπους που να ξέρουν από ζώα. Οι πρόσφυγες χωρικοί όμως

στις πόλεις ήταν αριστεροί της υπαίθρου. Ήταν εν γνώσει των Αμερικανών λοιπόν

ότι ήταν αριστεροί και ότι διά μέσου των αποστολών μουλαριών στην επαρχία

επικοινωνούσαν οι παράνομες οργανώσεις με τον ΔΣΑ. «Δεν βαριέσαι, τη δουλειά

μας κάναμε, μου ανέφεραν στελέχη των Αμερικανών…». Εδώ ο κύριος Μαργαρίτης

λειτουργεί εντελώς μηχανιστικά, συνθέτει απίθανες καταστάσεις, αδικεί την

ιστορία, αδικεί τον εαυτό του. Οι «πρόσφυγες» χωρικοί στις πόλεις δεν ήταν οι

αριστεροί της υπαίθρου. Οι πόλεις ήσαν γιομάτες, εκτός από την Αθήνα, από τους

αποκαλούμενους ανταρτόπληκτους δεξιούς, οικογένειες χιτών, δωσίλογων,

αυτοαποκαλούμενων «εθνικοφρόνων». Βέβαια υπήρχαν και αριστεροί στις πόλεις. Ο

ισχυρισμός του κ. Μαργαρίτη ότι διά μέσου των αποστολών μουλαριών

επικοινωνούσαν οι παράνομες οργανώσεις με τον ΔΣΑ (Α γράφτηκε στην εφημερίδα

αντί Ε) δεν αντέχει στη λογική, από πουθενά δεν τεκμηριώνεται, κάτι τέτοιο δεν

συνέβαινε και απορώ πώς ασήμαντες λεπτομέρειες «ανάγονται» σε κύρια, ουσιώδη

θέματα. Ίσως η ιστορία να θέλει να μας εκδικηθεί. Ίσως να θέλει να εκδικηθεί άλλους».