Σαν κάτι να αρχίζει να κινείται στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Όχι ότι οι

«νέοι» ηγέτες και οι «νέες» συνήθειες αφήνουν ελπίδα για πραγματικές αλλαγές

προσανατολισμού. Ακριβώς όμως εξαιτίας της ακινησίας των προσώπων, η κοινωνία

(δεν τολμάμε ακόμα να πούμε των πολιτών) φαίνεται να ξυπνά.

Η νομοτέλεια αποκλεισμού των μαζών από τις πολιτικές διαδικασίες της εποχής

της παγκοσμιοποίησης μπορεί, τελικά, να αποδειχθεί μύθος. Όσο περισσότερο

γίνεται από κάποιους κύκλους η προσπάθεια να πεισθούμε ότι ένας μόνο πολιτικός

δρόμος έχει πια μείνει ανοικτός για τις χώρες και τους λαούς ­ ο δρόμος, για

να το πούμε συνοπτικά, που σύντομα θα οδηγήσει σε πλήρη απορρόφηση κάθε

έννοιας και έκφανσης κοινωνικότητας από την οικονομία και τις επιταγές της ­

τόσο πολλαπλασιάζονται, αν και χωρίς ακόμα συναίσθηση του νήματος που τις

ενώνει, ενέργειες και εκδηλώσεις που μπορούν να ερμηνευθούν ως προερχόμενες

από την ανάγκη έκφρασης μιας κοινωνικής «βάσης» χωρίς ταξικά χαρακτηριστικά.

Κοινό στοιχείο των συμμετεχόντων είναι η ενδιάθετη πεποίθηση πως δεν υπάρχει

δημοκρατία χωρίς ποικιλία εναλλακτικών κοσμοθεωριών και λύσεων και πως δεν

έχει νόημα η πολιτική, αν γυρνά την πλάτη στον άνθρωπο.

Μετά το Βελιγράδι, η πίεση του δρόμου ήταν αυτή που έδωσε και στη Μανίλα την

κρίσιμη ώθηση για τον εξαναγκασμό σε παραίτηση εκλεγμένων κυβερνητών, που

διέψευσαν την εμπιστοσύνη όχι μόνο των ψηφοφόρων τους αλλά και των κοινωνικών

σωμάτων γενικότερα (όπως σε όλα τα σημαντικά πράγματα η πράξη είναι αυτή που

οδηγεί τη θεωρία: μια νέα δημοκρατική αρχή, η αρχή της διατήρησης ­ και όχι

μόνο κατάκτησης ­ της λαϊκής εμπιστοσύνης, ξεπηδά μέσα από τα ανακλαστικά της

κοινωνίας και απαιτεί τη θεωρητική της επεξεργασία). Στη Χιλή, η έμπρακτα

ανανεούμενη επιθυμία της ανεξάρτητης κομματικών προτιμήσεων λαϊκής πλειοψηφίας

είναι αυτή που επέτρεψε ­ περισσότερο: κατέστησε αναγκαία ­ τη συνέχιση της

δίωξης και, τώρα πια, της δίκης του δικτάτορα Πινοσέτ. Στην Πράγα, ο κόσμος

γέμισε αυθόρμητα τις υπέροχες γοτθικές πλατείες, για να διαμαρτυρηθεί και να

απαιτήσει την απομάκρυνση ενός διευθυντή ειδήσεων της κρατικής τηλεόρασης με

κομματικά μόνο και όχι επαγγελματικά εχέγγυα (απαγορεύονται αυστηρώς οι

συγκρίσεις με τα καθ’ ημάς). Στο Παρίσι, η αντίσταση της κοινωνίας στη μόνη

ιδέα (προερχόμενη από τους εργοδότες) αμφισβήτησης του δικαιώματος

συνταξιοδότησης στα εξήντα, συνένωσε στην ίδια διαδήλωση αριστερούς και

δεξιούς, μέλη της κυβέρνησης και απολιτικούς, υπαλλήλους του δημόσιου και του

ιδιωτικού τομέα.

Ακόμα και στην Ουάσιγκτον ο δρόμος τόλμησε ­ για πρώτη φορά στην Ιστορία ­ να

φωνάξει στον εκλεγμένο πρόεδρο πως η νομιμοποίησή του είναι τόσο εύθραυστη,

ώστε οφείλει να την κατακτήσει με το έργο του (το αν εκείνος θα το επιχειρήσει

έστω, είναι μια άλλη, πολύ πιο παρακινδυνευμένη υπόθεση). Τούτες τις ημέρες,

τέλος, οι τραπεζίτες του Νταβός γνωρίζουν έναν απευθείας αντίλογο από τους

συμμετέχοντες στην «κοινωνική διάσκεψη» του Πόρτο Αλέγκρε, οι οποίοι ­ και

είναι το πιο σημαντικό ­ δεν είναι μόνο «διανοούμενοι» ή «γνωστές

προσωπικότητες» κάθε είδους και αξίας, αλλά και πολίτες από όλα τα μέρη της

Γης, που ήρθαν να εκφράσουν ­ και να γιορτάσουν ­ την αντίθεσή τους στη

διάπλαση και επιβολή μιας μονοδιάστατης πολιτικής αντίληψης.

Η παγκοσμιοποίηση, ως ιδεολογία, μπορεί σε μια πρώτη φάση να χάρισε

ομοιογένεια και πειστικότητα στις πολιτικές δυνάμεις του χρηματιστικού

κεφαλαίου, αλλά, σε μια δεύτερη, συμβάλλει, ασφαλώς άθελά της, στο ξύπνημα και

τη δραστηριοποίηση κάποιων άλλων κοινωνικών δυνάμεων, που είχαν παγώσει μετά

την κατάρρευση του σοβιετικού παραδείγματος και την εκ των πραγμάτων απόλυτη

επικράτηση του καπιταλιστικού μοντέλου. Ο δρόμος φαίνεται να ζητεί να

συμμετάσχει, σήμερα, διά της διαμαρτυρίας και της αμφισβήτησης, αύριο ίσως με

πιο δημιουργικό τρόπο, σε μια διαπάλη που μπορεί να αποβεί σωτήρια για τον

πολιτικό πολιτισμό της ανθρωπότητας. Μπροστά σε τέτοιες εξελίξεις, η

μονοπώληση του ελληνικού δημόσιου διαλόγου από τις προθέσεις περί προθέσεων

ενός πολιτικού χωρίς ιδέες και από τις αναλύσεις περί του δικαιώματος εργασίας

των βουλευτών επιτελεί τουλάχιστον το έργο της υπενθύμισης (σε ποιους όμως;)

ότι ετοιμαζόμαστε, πιστοί στις συνήθειές μας, να χάσουμε άλλη μία επανάσταση.

Ο δικηγόρος Κώστας Β. Μποτόπουλος είναι διδάκτωρ του Συνταγματικού Δικαίου.