Με αφορμή το ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ» για τη δημιουργία επαγγελματικού στρατού

στην Ελλάδα, ο κ. Ιωάννης Παπαγιάννης, δικηγόρος, από την Αθήνα, σημειώνει:

«Κρίνεται σκόπιμο να γίνεται καλύτερη επεξεργασία των παρεχόμενων κινήτρων

στους νέους και στις νέες της χώρας προκειμένου αυτοί να καταταγούν, διότι

είναι βέβαιον ότι η απόκτηση μίας σταθερής δουλειάς, τουλάχιστον για μία

δεκαετία, και ο πρώτος μισθός των 260.000 δρχ. (καθαρές αποδοχές) δεν

αποτελούν επαρκή κίνητρα. Κατ’ αρχήν, με δεδομένα τα εκκρεμή ζητήματα

ασφάλισης των εθελοντών οπλιτών των Ν. 445/74, 705/77, 1513/85 και 1848/89,

δηλαδή των αρχικών περιπτώσεων πρόσληψης επαγγελματιών οπλιτών στις Ένοπλες

Δυνάμεις, το χρονικό διάστημα της ασφάλισης των Επαγγελματιών Οπλιτών στο ΙΚΑ

και στο Επικουρικό (ΤΕΑΜ) για μία ολόκληρη δεκαετία, τη στιγμή μάλιστα που

προκειμένου να αναγνωρισθεί η μετοχική τους σχέση στο Μετοχικό Ταμείο και στα

Ταμεία Αλληλοβοηθείας των Ενόπλων Δυνάμεων θα καταβάλλουν πρόσθετη κράτηση

μετά τη δεκαετία, είναι μάλλον αντικίνητρο. Το γεγονός ότι αναγνωρίζεται

εφάπαξ βοήθημα στους Επαγγελματίες Οπλίτες (ΕΠΟΠ) μόνο ύστερα από συμπλήρωση

25 ετών πραγματικής υπηρεσίας είναι επίσης ένα χρηματικό αντικίνητρο καθώς

στην περίπτωση των μόνιμων οπλιτών των Ενόπλων Δυνάμεων που κρίνονται ως

αποστρατευτέοι από τα Συμβούλια Κρίσεων αρκεί η 15ετής πραγματική υπηρεσία για

τη θεμελίωση δικαιώματος εφάπαξ βοηθήματος ενώ στην περίπτωση της αποπομπής

μόνιμου οπλίτη για λόγους υγείας αρκεί και η 5ετής πραγματική υπηρεσία για

λήψη εφάπαξ βοηθήματος. Δεν πρέπει επίσης να λησμονούμε ότι η αναγνώριση

εφάπαξ βοηθήματος συναρτάται με την αναγνώριση δικαιώματος συνταξιοδότησης. Ως

εκ τούτου η διάταξη του ν/σ ότι οι ΕΠΟΠ «δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο»

είναι ατελής και μάλλον παραπλανητική για τον λόγο ότι θεμελιώνεται μεν

δικαίωμα σύνταξης από το Δημόσιο αλλά μόνο ύστερα από 25 έτη πραγματικής

υπηρεσίας σε αντίθεση με τις ισχύουσες διατάξεις για ομοιόβαθμους μόνιμους

υπαξιωματικούς παραγωγικών σχολών. Τέλος, η σταδιοδρομική εξέλιξη των ΕΠΟΠ

είναι η χειρότερη δυνατή τη στιγμή που ακόμη και οι ΕΠΥ του Ν. 1848/89

προάγονται μέχρι τον βαθμό του Ανθυπασπιστή και ενώ η ατελής σταδιοδρομική

εξέλιξη αυτών αποτελεί μόνιμο θέμα διαμαρτυρίας αυτής της κατηγορίας και

δικαιολογημένα, λόγω άνισης μεταχείρισης αυτών έναντι των ομοιόβαθμων

υπαξιωματικών παραγωγικών σχολών».