Οι καταστροφικές συνέπειες των ακραίων καιρικών φαινομένων που σημειώθηκαν

την περασμένη χρονιά θα μείνουν χαραγμένες όχι μόνο στη μνήμη των θυμάτων αλλά

και στα ταμεία των ασφαλιστικών εταιρειών.

Οι δύο μεγάλες καταιγίδες που έπληξαν την Ευρώπη στα τέλη του 1999 προκάλεσαν

τον θάνατο σε 125 ανθρώπους και κόστισαν 2,6 δισεκατομμύρια δραχμές στις

ασφαλιστικές.

Η αυξανόμενη συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων έχει φέρει αναστάτωση

στα γραφεία των εταιρειών. «Βρισκόμαστε σε μία περίοδο, κατά την οποία πρέπει

να λάβουμε σοβαρά υπόψη τις κλιματικές αλλαγές», δήλωσε πριν από λίγες ημέρες

ο πρόεδρος της Γαλλικής Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, Αλέξης Ρουσέ.

Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η Ένωση, αν οι κατακλυσμοί συνεχιστούν με

την ίδια ένταση και συχνότητα, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα κληθούν να

καταβάλουν ποσά που θα κυμαίνονται από 50 εκατομμύρια δραχμές έως και 250. «Θα

οδηγηθούν με βεβαιότητα στην καταστροφή έως το 2065», αναφέρεται σε έκθεση

γερμανικής πολυεθνικής ασφαλιστικής.

Οι εταιρείες βρίσκονται μπροστά σε οικονομικό αδιέξοδο. Ενώ τα δικά τους έξοδα

έχουν αυξηθεί κατά 30% έως 50% (πρόκειται για χρήματα που πληρώνουν σε άλλες

μεγαλύτερες εταιρείες για να ασφαλιστούν οι ίδιες), δεν έχουν τη δυνατότητα να

αυξήσουν ανάλογα τις εισφορές των πελατών τους. Ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος.

«Παράλληλα όμως αυξάνονται αριθμητικά οι πλούσιοι πελάτες που ζουν σε περιοχές

της Δυτικής Ευρώπης και της Ασίας», εξηγεί ο Ζακ Μπλοντό, στέλεχος της

μεγαλύτερης ασφαλιστικής εταιρείας της Γαλλίας. Οι αποζημιώσεις που

καταβάλλονται στους ανθρώπους αυτούς ύστερα από καταστροφές είναι υπέρογκες.

Οι φόβοι τους επιβεβαιώνονται από τις κλιματολογικές προβλέψεις.

Οι μετεωρολόγοι υπογραμμίζουν ότι οι έντονες βροχοπτώσεις θα γίνουν πιο συχνές

στα επόμενα χρόνια. Συγκεκριμένα, στην Ευρώπη προβλέπεται ότι η συχνότητα των

βροχοπτώσεων θα αυξηθεί κατά 10% τον χειμώνα και το φθινόπωρο και κατά 5% το

καλοκαίρι. Εντούτοις, θα πολλαπλασιαστούν και οι περίοδοι ξηρασίας, καθώς οι

βροχές θα είναι μεν πιο έντονες, θα διαρκούν όμως πολύ λιγότερο. Ταυτόχρονα θα

ανέβει η θερμοκρασία στην επιφάνεια της Γης από 1,6 έως 6 βαθμούς μέχρι το

2100. Γεγονός που οφείλεται στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, που με τη σειρά του

προκαλείται από την ανθρώπινη δραστηριότητα.