Η προστασία απέναντι στο έμφραγμα είναι πλέον μια πολύ κοντινή ελπίδα. Η

επιβεβαίωση, ύστερα από πολλά χρόνια ερευνών, της αποτελεσματικής χρήσης

συγκεκριμένων ουσιών σε πειραματόζωα και η δοκιμή σε ανθρώπους φαίνεται να

ανοίγουν τον δρόμο για την παρασκευή φαρμακευτικών ουσιών που θα ενεργοποιούν

στον οργανισμό μας τον μηχανισμό προστασίας απέναντι στο έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Δημήτρης Κρεμαστινός. Ο διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής του Ωνασείου

παρουσίασε τα ελπιδοφόρα αποτελέσματα 10ετούς έρευνας για το έμφραγμα του μυοκαρδίου

Για τα ελπιδοφόρα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας μίλησε ο καθηγητής

Καρδιολογίας κ. Δημήτρης Κρεμαστινός, διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής

του Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου, στο 2ο Διεθνές Συνέδριο του Κέντρου

παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας των τελευταίων δέκα ετών σε αυτό το

θέμα.

Η έρευνα, όπως ανέφερε ο κ. Κρεμαστινός, στηρίχθηκε σε μια σημαντική

παρατήρηση: το μυοκάρδιο των πειραματόζωων αλλά και του ανθρώπου έχει τη

δυνατότητα να περιορίσει, κάτω από ορισμένες συνθήκες, την έκταση ενός

εξελισσόμενου εμφράγματος με την ενεργοποίηση ενός ενδογενούς μηχανισμού

προστασίας, ο οποίος ονομάζεται ισχαιμική προετοιμασία και φέρεται στη διεθνή

βιβλιογραφία με τον όρο preconditioning.

Από το 1986

Ο προστατευτικός αυτός μηχανισμός περιεγράφη για πρώτη φορά σε πειραματόζωα το

1986 από τον Murry και τους συνεργάτες του και ορίζεται ως «η κατάσταση κατά

την οποία ένα ή περισσότερα βραχέα επεισόδια ισχαιμίας, τα οποία συμβαίνουν

πριν από μία παρατεταμένη ισχαιμία, προκαλούν σημαντική μείωση της εκτάσεως

του εξελισσόμενου εμφράγματος». Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι η «μνήμη»

του μυοκαρδίου για την παρεχόμενη προστασία διαρκεί έως και περίπου δύο ώρες.

Έτσι, όταν ο χρόνος αυτός παραταθεί και το έμφραγμα γίνει πολύ αργότερα, τότε

η «μνήμη» της προστασίας χάνεται. Εν τούτοις, όπως απέδειξαν μεταγενέστερες

πειραματικές μελέτες, η ενδογενής προστασία του μυοκαρδίου, αν και σε

μικρότερη ισχύ, επανέρχεται 24-72 ώρες αργότερα και εν συνεχεία χάνεται

οριστικά.

Η έρευνα αποκάλυψε σημαντικότατα στοιχεία ­ τόσο σημαντικά, ώστε να

δημοσιεύονται ήδη στα εγκυρότερα επιστημονικά περιοδικά καρδιολογίας στον

κόσμο. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα αποτελέσματα των ερευνών, κατά τις οποίες οι

επιστήμονες προσπάθησαν κατά κάποιο τρόπο να μιμηθούν τη φύση, αυτό που

συμβαίνει με την προκαλούμενη πρόωρη ισχαιμία είναι ότι «απελευθερώνονται και

ενεργοποιούνται μηχανισμοί μέσα στο κύτταρο, με ενεργοποίηση των διαύλων

καλίου, οι οποίοι τελικά οδηγούν στην ενεργοποίηση των υποδοχέων της

αδενοσίνης και της πρωτεϊνικής κινάσης». Έτσι, όπως εξήγησε ο κ. Κρεμαστινός,

«το μυοκάρδιο υφίσταται τη λιγότερη δυνατή καταστροφή, όταν αποφραχθεί πλήρως

οποιαδήποτε στεφανιαία αρτηρία» και, όπως εξήγησε, «η οξεία και πλήρης

απόφραξη των στεφανιαίων αρτηριών προκαλεί έμφραγμα μυοκαρδίου, όταν η περιοχή

η οποία τροφοδοτείται από την κλειστή αρτηρία δεν αιματώνεται με παράπλευρη

κυκλοφορία».

Κοινές έρευνες

Σήμερα, στην ερευνητική ομάδα που εργάζεται σε αυτό το θέμα συμμετέχουν ο

υποδιευθυντής του Ωνασείου Ε. Ηλιοδρομίτης και οι καρδιολόγοι Η. Μποφίλης και

Α. Παπαλόης. Χρησιμοποιούν φαρμακευτικές ουσίες για να επιτευχθεί το ίδιο

αποτέλεσμα στον άνθρωπο, όταν παθαίνει έμφραγμα του μυοκαρδίου, όπως ακριβώς

συμβαίνει και στα πειραματόζωα. Η ομάδα αυτή επιβεβαίωσε τα αποτελέσματά της

με κοινές εργασίες από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και του

Πανεπιστημίου της Αλαμπάμα των ΗΠΑ, όπως οι καθηγητές Τζέιμς Ντάνεϊ, Μάικλ

Κοέν και Μ. Μάρτιμερ.

Ανάλογα με το πειραματικό μοντέλο που χρησιμοποιείται, η έκταση του

εμφράγματος μπορεί να περιορισθεί έως και στο ένα τρίτο του μεγέθους που θα

γινόταν σε κάποιο μυοκάρδιο, το οποίο δεν διαθέτει τον προστατευτικό αυτό

μηχανισμό. Η διάρκεια και ο αριθμός των βραχέων επεισοδίων ισχαιμίας οφείλει

να έχει συγκεκριμένα όρια, προκειμένου να ενεργοποιηθεί το precondicioning και

αυτό, λέει ο κ. Κρεμαστινός, «το έχουμε δείξει και σε δικές μας πειραματικές

μελέτες σε κουνέλια». Συγκεκριμένη πρέπει να είναι και η χρονική διάρκεια του

διαστήματος που μεσολαβεί μεταξύ των βραχέων ισχαιμικών επεισοδίων και του

εμφράγματος, ενώ ξένες αλλά και οι ελληνικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι η

χαμένη προστασία του μυοκαρδίου επανέρχεται με την εφαρμογή ενός νέου, βραχέως

ισχαιμικού επεισοδίου.

Βεβαίως, όλα τα πειραματικά δεδομένα για το preconditioning αποκτούν σημαντική

αξία ­ όπως τονίζουν οι ερευνητές ­ με την αναγνώρισή τους στον άνθρωπο και

την εφαρμογή τους στην κλινική πράξη. Έτσι, η προεμφραγματική στηθάγχη είναι

ένα τέτοιο παράδειγμα και όπως έδειξε η πολυκεντρική μελέτη ΤΙΜΙ4 αλλά και

άλλες κλινικές μελέτες, το έμφραγμα που συμβαίνει στους ασθενείς αυτούς έχει

πολύ μικρότερη έκταση, συγκριτικά με τους ασθενείς που το έπαθαν ξαφνικά, υπό

τον όρο ότι τόσο ο αριθμός όσο και η διάρκεια των επεισοδίων στηθάγχης πρέπει

να είναι μέσα στα προστατευτικά όρια. Πολλοί ασθενείς αναφέρουν ότι μετά το

πρώτο στηθαγχικό επεισόδιο παραμένουν τελείως ελεύθεροι συμπτωμάτων στο

υπόλοιπο της ημέρας.

Θετικά αποτελέσματα

Οι επιστήμονες κάνουν προσπάθεια να προκαλέσουν φαρμακευτικά το

preconditioning και ήδη σε κλινικές πολυκεντρικές μελέτες έχουν δοκιμαστεί

ουσίες, όπως η αδενοσίνη και η νικορανδίλη, σε οξέα ισχαιμικά σύνδρομα με

θετικά αποτελέσματα για τους ασθενείς, καθώς επίσης και η χρήση τους στα

καρδιοπληγικά υγρά για καλύτερη διατήρηση του μυοκαρδίου κατά τη διάρκεια

καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων, ενώ η προσπάθεια συνεχίζεται στο ερευνητικό

πεδίο με χημικές ουσίες, όπως η αδενοσίνη, η βραδυκινίνη, η ενδοθηλίνη, οι

κατεχολαμίνες κ.λπ.

Εφαρμογή του φαινομένου του preconditioning με στόχο να γίνει το μυοκάρδιο πιο

ισχυρό έχουμε και στις μεταμοσχεύσεις καρδιάς, όπου, εάν εφαρμοστεί ισχαιμία

κατά την αφαίρεση της καρδιάς από τον δότη, μπορεί να διατηρηθεί περισσότερο

και να μεταμοσχευτεί με ασφάλεια. Και το ίδιο, λέει ο κ. Κρεμαστινός, μπορεί

να γίνει σε οποιαδήποτε καρδιοχειρουργική επέμβαση, προκειμένου η καρδιά να

διατηρηθεί σε αρίστη κατάσταση όταν η επέμβαση διαρκεί πολλή ώρα. «Στο άμεσο

μέλλον», καταλήγει ο καθηγητής, «ελπίζουμε ότι θα υπάρχουν περισσότερα

πειραματικά δεδομένα, ούτως ώστε με τη χρήση φαρμακευτικών παραγόντων να

προστατεύεται το ισχαιμικό μυοκάρδιο, τουλάχιστον για τον χρόνο που μεσολαβεί

μέχρι την εφαρμογή φαρμακευτικής ή μηχανικής επαναιμάτωσής του».