Πριν από 18 μήνες, όταν το ΝΑΤΟ έμπαινε στο Κόσοβο και οι αντάρτες του UCK

γιόρταζαν τη νίκη τους, ο Ιμπραήμ Ρουγκόβα χαρακτηριζόταν από πολλούς

«άνθρωπος του παρελθόντος».

Ιμπραήμ Ρουγκόβα. Ξεχωρίζει για την πολιτική της μη βίας και την

πανεπιστημιακή παιδεία του

Ο μετριοπαθής ηγέτης των Αλβανών του Κοσόβου είχε εμφανιστεί στη σερβική

τηλεόραση την 1η Απριλίου να σφίγγει το χέρι του Μιλόσεβιτς την ώρα που οι

Σέρβοι έδιωχναν μαζικά τους ομοεθνείς του από την επαρχία και το ΝΑΤΟ

βομβάρδιζε τη Γιουγκοσλαβία. Οι αντίπαλοί του τον κατηγόρησαν για προδοσία και

επέμειναν ακόμη κι όταν ο Ρουγκόβα εξήγησε πως δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς,

πως η ελευθερία κινήσεών του ήταν περιορισμένη. Αλλά οι Κοσοβάροι δεν του το

κράτησαν: το κόμμα του, ο Δημοκρατικός Σύνδεσμος του Κοσόβου, κέρδισε 60% των

ψήφων στις δημοτικές εκλογές της Κυριακής. «Ο Ρουγκόβα είναι σαν την Κόκα-Κόλα

­ μια σταθερή αξία», σχολίασε ανώτερος αξιωματούχος του ΟΗΕ.

Ο 56χρονος Ρουγκόβα ξεχωρίζει από τους πολιτικούς αντιπάλους του χάρη στην

πολιτική της μη βίας που πρεσβεύει ­ τον αποκαλούν «Γκάντι των Βαλκανίων» ­

και την πανεπιστημιακή παιδεία του. Έχει διδακτορικό στη Λογοτεχνία από το

Πανεπιστήμιο της Πρίστινας και σπούδασε Φιλοσοφία στο Παρίσι, όπου ήταν

μαθητής του Ρολάν Μπαρτ. Επέστρεψε από την Εσπερία με το μεταξωτό φουλάρι του

και μπήκε στην πολιτική το 1989, όταν εξελέγη επικεφαλής της Ένωσης Συγγραφέων

του Κοσόβου. Την ίδια χρονιά ο Μιλόσεβιτς κατήργησε την αυτονομία της επαρχίας

και ο Ρουγκόβα ανέλαβε την ηγεσία του Δημοκρατικού Συνδέσμου. Αψήφησε τις

γιουγκοσλαβικές αρχές οργανώνοντας παράλληλους θεσμούς ­ σχολεία, σύστημα

υγείας και φορολογίας ­ σε μια εποχή που οι Αλβανοί, το 90% του πληθυσμού του

Κοσόβου, αντιμετωπίζονταν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας από τις επανδρωμένες

αποκλειστικά από Σέρβους κοινωνικές υπηρεσίες της επαρχίας. Αρνήθηκε ωστόσο να

προχωρήσει σε ένοπλη αντιπαράθεση και υποστηρίζει πως απάντησε αρνητικά στον

Φράνιο Τούτζμαν όταν εκείνος του είχε ζητήσει να ανοίξει «δεύτερο μέτωπο» στο

Κόσοβο κατά τον πόλεμο της Κροατίας, το 1991. Το 1992 ο Ρουγκόβα εξελέγη

πρόεδρος του Κοσόβου στις μη αναγνωρισμένες εκλογές που διεξήχθησαν μυστικά

στην επαρχία, και επανεξελέγη το 1998. Στόχος του ήταν ανέκαθεν η ανεξαρτησία

του Κοσόβου με στόχο την ευρωπαϊκή προοπτική ­ και όχι τα Τίρανα και τη

«Μεγάλη Αλβανία».

Ο Ρουγκόβα περιθωριοποιήθηκε μετά την εμφάνιση του UCK, αλλά επανέρχεται στο

προσκήνιο τώρα που οι Κοσοβάροι αντιδρούν στους πρώην αντάρτες του UCK, τους

οποίους θεωρούν υπεύθυνους για τη διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα που

μαστίζουν το Κόσοβο. Ο Ρουγκόβα διακηρύσσει την ανεκτικότητα και τη συνεργασία

με όλες τις πολιτικές και εθνικές δυνάμεις στην επαρχία και ζητεί γενικές

εκλογές το 2001. Έχει όμως να αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες: η δυνατότητά του

να ελιχθεί είναι περιορισμένη και οι προσδοκίες του πληθυσμού μεγάλες.