Ένα ιδιότυπο ­ και κατ’ εξοχήν ελληνικό ­ κράμα σχιζοφρένειας, υποκρισίας και

αφέλειας θριάμβευσε γι’ άλλη μια φορά τούτες τις μέρες με τη δημοσιοποίηση των

δηλώσεων υπουργών και βουλευτών για το «πόθεν έσχες».

Ιδιότυπο: Η Ελλάδα πρέπει να είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη όπου όλοι όσοι,

άμεσα ή έμμεσα ­ ακόμα και από τον ιδιωτικό τομέα ­ συμμετέχουν στον δημόσιο

βίο ή ασκούν κάποια εξουσία, θεωρούνται αυτοδικαίως ύποπτοι συναλλαγής ή

χρηματισμού. Αυτή είναι και η μόνη λογική αιτιολογία για την υποχρέωση στην

οποία υποβάλλονται πολιτικοί, ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί και δημοσιογράφοι

να καταθέτουν κάθε χρόνο δηλώσεις για την περιουσιακή τους κατάσταση και το

εισόδημά τους για το παρελθόν έτος.

Σχιζοφρένεια: Και ενώ όλοι θεωρούνται ­ παράλογα ­ αυτοδικαίως ύποπτοι

χρηματισμού, όλοι θεωρούνται και αυτοδικαίως φιλαλήθεις καθώς οι δηλώσεις τους

αυτές δεν υποβάλλονται ουσιαστικά στον παραμικρό έλεγχο. Γιατί, για να υπάρξει

ο έλεγχος αυτός, θα έπρεπε να υπάρχει ειδικό σώμα ­ πολυμελές μάλιστα με

ειδικούς, ανακριτές και λογιστές ­ που να διαθέτει τον χρόνο και τα μέσα για

να ελέγχει μία προς μία, όλες αυτές τις ­ κυριολεκτικά χιλιάδες ­ δηλώσεις που

τόσα άτομα είναι υποχρεωμένα να υποβάλλουν.

Και τώρα ­ κορύφωμα όλων ­ η αφέλεια: Στη λογική του «πόθεν έσχες» ανήκει και

η ψευδαίσθηση ότι εάν κάποιος πράγματι χρηματίζεται και εξαγοράζεται θα

φροντίσει ο ίδιος ­ ή εκείνος που τον εξαγόρασε ­ να το δηλώσει. Έτσι, για

παράδειγμα, εάν ένας μεγαλοεπιχειρηματίας έχει εξαγοράσει έναν υπουργό, έναν

βουλευτή ή έναν δημοσιογράφο, θεωρείται πως θα φροντίσει να καταθέσει το όποιο

ποσό της εξαγοράς σε δηλωμένο τραπεζικό λογαριασμό που έχει ανοίξει ο

εξαγορασμένος, ωσάν να μην υπήρχαν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς

χίλιοι τόσοι τρόποι με τους οποίους, όποιος θέλει, μπορεί να κρύψει από κάθε

αδιάκριτο βλέμμα το ποσό που είτε κατέβαλε είτε εισέπραξε. Ωσάν δηλαδή να μην

υπάρχουν εταιρείες ­ στον Παναμά για παράδειγμα ­ που λειτουργούν μ’ αυτό τον

προορισμό και τη μυστικότητα των οποίων κανείς δεν μπορεί να ξεπεράσει, ή να

μην υπάρχουν τράπεζες ­ στην Ελβετία για παράδειγμα ή στο Λίχτενστάιν ­ που

εξασφαλίζουν στους καταθέτες τους τη μυστικότητα των λογαριασμών τους.

Συμπέρασμα: Στην Ελλάδα όσοι συμμετέχουν στον δημόσιο βίο θεωρούνται

ταυτοχρόνως και ύποπτοι εξαγοράς και αφελείς ­ είναι φαίνεται και αυτή μια

ελληνική ιδιοτυπία.