* ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗ

Γιγαντοαφίσα στους δρόμους της Φρανκφούρτης για την 52η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου

Ο Γιασάρ Κεμάλ σε δίκη, ο φετινός νομπελίστας Γκάο Ξινγκιάν είναι

απαγορευμένος στην πατρίδα του την Κίνα και ο συμπατριώτης του Γκάο Ερ Τάι

μπαινοβγαίνει σε στρατόπεδα εργασίας… Ο Αιγύπτιος Ναγκίμπ Μαχφούζ

γρονθοκοπάται στη μέση του δρόμου, ο Νιγηριανός Κεν Σάρο Βίβα απαγχονίζεται

επειδή ένωσε τη φωνή του με όσους ξεσηκώθηκαν ενάντια στα διυλιστήρια της

Esso, ο Αλγερινός Ταχάρ Τζαούτ δολοφονείται το 1993, ο Αφγανός Λατίφ Πεντράμ

και ο Κούρδος Μεχμέτ Ουζούν υποχρεώνονται σε αυτοεξορία… Ακόμα και στη χώρα

μας είχαμε πρόσφατα το παράδειγμα του Μίμη Ανδρουλάκη, που φανατικοί

θρησκευόμενοι ήθελαν να απαγορευτεί το βιβλίο του «Mv». Τελικά, δέκα και πλέον

χρόνια μετά τον φετφά που καταδίκαζε σε θάνατο τον Σαλμάν Ρούσντι, οι διώξεις

συγγραφέων και διανοουμένων δεν έχουν μειωθεί. Αντίθετα, από τα λογοκριμένα

κείμενα περάσαμε στα… κομμένα κεφάλια.

Αυτή η πραγματικότητα οδήγησε στο να γεννηθεί στις 27-6-1994 το Διεθνές

Κοινοβούλιο των Συγγραφέων (μια ανεξάρτητη και άτυπη πρωτοβουλία, χωρίς έδρα,

δίκαιο ή προϋπολογισμό), να αναπτυχθεί λίγο αργότερα το Δίκτυο

Πόλεων-Καταφυγίων που προσφέρει άσυλο σε διωκόμενους συγγραφείς και να

κυκλοφορήσει διεθνώς, μόλις χθες, το περιοδικό «Αουτονταφέ» (τίτλος που

παραπέμπει στο κάψιμο των βιβλίων).

Μια επιθεώρηση που θα εκδίδεται κάθε εξάμηνο σε πέντε γλώσσες ταυτόχρονα: στην

Αθήνα από τις εκδόσεις «Άγρα», στη Βαρκελώνη από τις «Anagrama», στο Μιλάνο

από τις «Feltrinelli», στη Νέα Υόρκη από τις «Seven Stories Press» και στο

Παρίσι από τις «Denoel». Η πρώτη παρουσίασή του έγινε στο πλαίσιο της Διεθνούς

Έκθεσης Βιβλίου της Φρανκφούρτης από τον Γάλλο αρχισυντάκτη του Κριστιάν

Σαλμόν, σε μια αίθουσα κατάμεστη και ενώ επίκειται η βράβευση της Αλγερινής

μαχητικής συγγραφέως Άσια Τζεμπάρ, ιδρυτικού μέλους του Κοινοβουλίου των

Συγγραφέων (όπως ο Γιώργος Χειμωνάς, ο Βασίλης Βασιλικός, ο Δ. Αγραφιώτης), με

το Βραβείο Ειρήνης που απονέμουν οι Γερμανοί εκδότες και βιβλιοπώλες. «Η

λογοκρισία έχει αλλάξει μορφές, μέσα και στόχο», τονίζει στην εισαγωγή τού

«Αουτονταφέ» ο Κ. Σαλμόν. «Ιδιωτικοποιήθηκε, αποσπάστηκε από το κράτος για να

διαδοθεί στην κοινωνία, για να εξελιχθεί σε πνευματικό κλίμα. Δεν χτυπάει πια

μόνο βιβλία, επιτίθεται κατευθείαν στους συγγραφείς. Και, κυρίως, δεν θέτει

πλέον στο στόχαστρό της μόνο πολιτικές, θρησκευτικές ή ιδεολογικές απόψεις,

αλλά το ίδιο το πεδίο της ελεύθερης έκφρασης». Αυτήν τη λογοκρισία, που

απειλεί με εξαφάνιση, με σιωπή ή χειραγώγηση άτομα, γλώσσες και πολιτισμούς,

ξεμπροστιάζουν τα δοκιμιακά κείμενα του «Αουτονταφέ» (περίπου 30).

Τα υπογράφουν διάσημα μέλη του Κοινοβουλίου των Συγγραφέων όπως ο Σ. Ρούσντι

(πρώτος πρόεδρός του), ο νομπελίστας Ουόλε Σογίνκα (τωρινός πρόεδρος), ο Ζακ

Ντεριντά, ο Αντόνιο Ταμπούκι, ο Ράσελ Μπανκς, η Ελφρίντε Γέλινεκ, ο Πολ Ουέστ,

ο Φερνάντο Σαβατέρ, η Ελέν Σιξού αλλά και φιλοξενούμενοι συγγραφείς όπως ο Σιλ

Σενέ – Κόκερ από τη Σιέρα Λεόνε. Στην Ευρώπη φαίνεται να κυριαρχεί η

υπερελευθερία του λόγου, όμως την ίδια ώρα πολλοί συγγραφείς παίζουν το κεφάλι

τους με τα όσα γράφουν ή σκέπτονται. Ίσως, λοιπόν, όπως είπε στα «ΝΕΑ» και ο

Σταύρος Πετσόπουλος, εκδότης της «Άγρας», το «Αουτονταφέ» να ευαισθητοποιήσει

ελληνικές πόλεις, δήμους, νομούς, ώστε να συνδεθούν με το Δίκτυο

Πόλεων-Καταφυγίων (όπως η Πίζα, η Βενετία, η Βέρνη, το Πόρτο, το Ζάλτσμπουργκ

κ.ά.) και να προσφέρουν άσυλο, στέγη και δουλειά σε πρόσφυγες, εκτοπισμένους,

απάτριδες συγγραφείς που φωτίζουν την άλλη όψη της ιστορίας των πολέμων και

των κατακτήσεων. Αίτημα, το δικαίωμα στη μυθοπλασία που είναι και δικαίωμα σε

μια διαφορετική υποκειμενικότητα, σε μιαν άλλη αντίληψη, στην ελευθερία,

τελικά, των ιδεών, σε άλλες μορφές σχέσεων ανάμεσα στους πολιτισμούς, ώστε να

ξαναρχίσει η περιπέτεια της σκέψης.