«Αναζητώ την κρίσιμη ζώνη της ψυχής, εκεί όπου το απόλυτο κακό πολεμά την

αδελφοσύνη». Αντρέ Μαλρώ

Ευρωπαϊκές συναντήσεις βιβλίου: την αφίσα των φετινών εργασιών, που

ολοκληρώθηκαν σήμερα στο Σαράγεβο, φιλοτέχνησε ο Ενκί Μπιλάλ

Οπαδός μιας λογοτεχνίας όπως την υπηρετούσε ο συγγραφέας της «Ανθρώπινης

μοίρας», ο Μισέλ Λε Μπρι οργάνωσε τις φετινές Ευρωπαϊκές Συναντήσεις του

Βιβλίου στο μαρτυρικό Σαράγεβο. Ήθελε έτσι να υπενθυμίσει ότι η ταυτότητα της

Ευρώπης στηρίζεται στην κουλτούρα. Υπολόγιζε να συγκεντρώσει γύρω στους

σαράντα συγγραφείς, κυρίως από τα Βαλκάνια, και να τους βάλει να μιλήσουν.

Στην πρόσκλησή του ανταποκρίθηκαν τελικά διακόσιοι, από τον Χόρχε Σεμπρούν και

τον Χουαν Γκοϋτισόλο μέχρι τον Εντγκάρ Μορέν και τον Βίντοσαβ Στεβάνοβιτς.

Αναζήτησαν αυτά που τους ενώνουν. Αντάλλαξαν απόψεις περί αισθητικής. Και

διακήρυξαν όλοι μαζί την αναγκαιότητα αυτής της ουτοπίας που λέγεται

λογοτεχνία.

«Ήλθα στο Σαράγεβο», λέει στη «Μοντ» ο αλγερινός συγγραφέας Μπουαλέμ Σαμσάλ,

«με τις μόνες αποσκευές που διαθέτω: στο ένα χέρι ένα καλάθι έτοιμο να σπάσει

από τον πόνο, και στο άλλο ένα μικρό και ταλαιπωρημένο πουγκί όπου κουβαλώ

πάντα μαζί μου την πρώτη και ανεκτίμητη ελπίδα που μας προσφέρει η ζωή όταν

ερχόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο τον περίεργο, τον τόσο αφειδή στην απελπισία. Το

Σαράγεβο έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο στην κλίμακα του συμβολισμού των τόπων

ώστε δεν ξέρεις αν πρέπει να το επισκεφθείς πεσμένος στα γόνατα, και

προσευχόμενος, ή αντίθετα τρέχοντας, όπως μπαίνεις στον Παράδεισο μια μέρα

γιορτής κρατώντας ταμπούρλο και τρομπέτα. Έρχομαι να δω πώς η ελπίδα, όσο

μικρή κι αν είναι, καταφέρνει να νικήσει και την πιο μεγάλη απελπισία. Έχω

ανάγκη να πειστώ γι’ αυτό, αλλιώς θα περάσω τη ζωή μου γράφοντας μαύρα

βιβλία».

Έχουν ανάγκη να πειστούν γι’ αυτό και οι Σέρβοι, που αποφάσισαν αυτές τις

μέρες να τα βάλουν με τον δικό τους τύραννο. Για να κερδίσουν όμως οριστικά

αυτή τη μάχη, πρέπει να λύσουν τους λογαριασμούς τους και με το δικό τους

παρελθόν. Καθένας από μας, λέει ο Βίντοσαβ Στεβάνοβιτς, πρέπει να αναρωτηθεί

τι έκανε την εποχή που οι χειρότεροι των ανθρώπων διέπρατταν τα χειρότερα των

εγκλημάτων. Αν σώπασα στη διάρκεια της δημόσιας δολοφονίας του Σαράγεβο, γιατί

σώπασα; Αν μίλησα, τι είπα κι αυτά που είπα σε ποιον χρησίμευσαν;

Το 1988, ο Σέρβος λογοτέχνης εγκατέλειψε το εκδοτικό του έργο διαμαρτυρόμενος

για την πολιτική του Μιλόσεβιτς. Τέσσερα χρόνια αργότερα κατέφυγε στην Αθήνα.

Εδώ έζησε τον βομβαρδισμό του Σαράγεβο από τους συμπατριώτες του. Κι έγινε

άπατρις. Κι έπαψε να πιστεύει ότι η αισθητική μπορεί να υποκαταστήσει τα

πάντα, τον έρωτα, τη θρησκεία, την πολιτική, την ηθική, την πραγματικότητα, τη

ζωή. Και κατάλαβε ότι στην πραγματική ζωή, όλα έχουν αιτίες και συνέπειες: η

αισθητική, η ηθική, τα παιδιά που πεθαίνουν κάτω από τις βόμβες, οι άνθρωποι

που υποφέρουν σ’ έναν κόσμο πλούτου και αφθονίας, ο σιωπηρός θάνατος των ζώων

στα βιομηχανικά σφαγεία και το διαστημικό λεωφορείο που πλησιάζει τον Δία. Πώς

μπορεί να είναι διαφορετικά στη λογοτεχνία;