Οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποδεικνύονται

άσφαιρα πυρά. Η προσπάθεια του κεντρικού πιστωτικού ιδρύματος της ζώνης του

ευρώ να αυξήσει την ελκυστικότητα του κοινού νομίσματος μέσω της αύξησης των

επιτοκίων της φαίνεται ότι δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Τις τελευταίες ημέρες

έπεσε κάτω από το επίπεδο των 87 σεντς έναντι του δολαρίου και κάτω από τα 92

γιεν έναντι του ιαπωνικού νομίσματος, κάνοντας νέο αρνητικό ιστορικό ρεκόρ.

Μόλις πριν από λίγες ημέρες, την 31η Αυγούστου 2000, η Ευρωπαϊκή Κεντρική

Τράπεζα αύξησε τα παρεμβατικά επιτόκιά της κατά ένα τέταρτο της ποσοστιαίας

μονάδας. Ήταν η έκτη αύξηση επιτοκίων κατά τη διάρκεια των τελευταίων δώδεκα

μηνών. Η Κεντρική Τράπεζα της ζώνης του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος εξέφρασε

την ανησυχία της για τη συνεχή διολίσθηση του ευρώ, το οποίο από την 4η

Ιανουαρίου 1999 που εισήχθη στις αγορές συναλλάγματος έχει χάσει άνω του 25%

της αξίας του έναντι του αμερικανικού νομίσματος και περίπου 30% έναντι του

γιεν.

Εδώ και αρκετούς μήνες εκφράζονται εκτιμήσεις ότι το ευρώ ­ το νόμισμα 11

χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ­ είναι σχετικά φθηνό με βάση πολλά κριτήρια. Αυτό

όμως δεν βοήθησε το κοινό νόμισμα να ανακάμψει. Όπως άλλωστε δεν βοήθησαν στην

ανάκαμψη του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος και οι αυξήσεις των επιτοκίων, στις

οποίες προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τους τελευταίους μήνες.

Η θεωρία λέει ότι τα υψηλότερα επιτόκια βοηθούν στην εισροή κεφαλαίων σε μια

οικονομία. Η θεωρία αυτή μπορεί να ισχύει κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις,

αλλά στην προκειμένη περίπτωση τα επιτόκια δεν έφεραν νέα κεφάλαια στη ζώνη

του ευρώ και δεν βοήθησαν στην ανάκαμψη του κοινού νομίσματος στις αγορές

συναλλάγματος.

Οι λόγοι

Ο Γερμανός καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ ομολόγησε στις αγορές ότι η

εξασθένηση του ευρώ είναι ευπρόσδεκτη

Μια πιθανή εξήγηση γι’ αυτή την εξέλιξη είναι ότι και οι Ηνωμένες Πολιτείες

έχουν προχωρήσει σε αυξήσεις των επιτοκίων τους. Ωστόσο, μια άλλη εξήγηση

είναι ότι πλέον δεν είναι οι επενδύσεις σε ομόλογα που καθορίζουν τη ροή των

επενδυτικών κεφαλαίων. Αυτές που την καθορίζουν είναι οι επενδύσεις σε

μετοχικές αξίες τόσο μέσω αγορών μετοχών όσο και άμεσων πραγματικών

επενδύσεων. Αυτές είναι που οδήγησαν το δολάριο υψηλότερα και το ευρώ στα

χαμηλότερα επίπεδα της ιστορίας του.

Αυτός είναι και ένας από τους κυριότερους λόγους που το δολάριο παρουσίασε

πολύ καλή απόδοση, παρά το γεγονός ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών

συναλλαγών των Ηνωμένων Πολιτειών βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ και διευρύνεται

συνεχώς.

Το έλλειμμα, που αυξάνεται κυρίως λόγω της διεύρυνσης του ελλείμματος του

εμπορικού ισοζυγίου, πρέπει να χρηματοδοτηθεί από ξένους επενδυτές που

δείχνουν πρόθυμοι να επανεπενδύσουν τα κεφάλαιά τους σε δολαριακές αξίες, όπως

αμερικανικές μετοχές και ομόλογα.

Με δεδομένη τη σημερινή συγκυρία, η καλύτερη λύση αν η Ευρώπη επιθυμεί να

στηρίξει το κοινό νόμισμά της, φαίνεται ότι είναι η βελτίωση της

ελκυστικότητάς του για τους επενδυτές που τοποθετούνται σε μετοχές. Μέχρι ενός

σημείου η Ευρώπη έχει κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Οι ρυθμοί ανάπτυξης

τής ευρωπαϊκής οικονομίας είναι οι ταχύτεροι της τελευταίας δεκαετίας, αλλά

εξακολουθούν να παραμένουν βραδύτεροι από τους ρυθμούς ανάπτυξης τής

αμερικανικής οικονομίας. «Είμαι εντυπωσιασμένος από την αναδιάρθρωση και τον

εκσυγχρονισμό των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων», υποστηρίζει ο Νίκολας Σάρτζεν,

αναλυτής της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αγοράς στον διεθνή επενδυτικό οίκο

J. Ρ. Morgan. Μάλιστα, συγκρίνει την πορεία εκσυγχρονισμού και αναδιάρθρωσης

των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων με την αντίστοιχη που σημειώθηκε στις Ηνωμένες

Πολιτείες τη δεκαετία του 1980.

Παράλληλα, η Γερμανία βρίσκεται σε φάση ευρείας φορολογικής μεταρρύθμισης προς

την κατεύθυνση βελτίωσης της ελκυστικότητας της γερμανικής οικονομίας για τις

ξένες επενδύσεις. Και το πιθανότερο είναι ότι στον δρόμο που άνοιξε θα

ακολουθήσουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τίποτε όμως από αυτά δεν φαίνεται να

βοήθησε στο να γίνουν οι ευρωπαϊκές επενδύσεις ελκυστικότερες από τις

αντίστοιχες στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Και το χειρότερο είναι ότι η αύξηση

των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απειλεί να θέσει σε κίνδυνο

την αναπτυξιακή πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας και κατά συνέπεια να κάνει

τις επενδύσεις στη ζώνη του ευρώ λιγότερο ελκυστικές.

«Αν αυξάνεις τα επιτόκιά σου επειδή το νόμισμά σου είναι εξασθενημένο και η

πραγματική οικονομία και οι εξαγορές είναι επίσης εξασθενημένες, δεν πρόκειται

να έχεις τα επιθυμητά αποτελέσματα», λέει ο Ρόμπερτ Μπάρμπερα, επικεφαλής

οικονομολόγος του αμερικανικού επενδυτικού οίκου Hoenig.

Το ευρώ δεν ωφελήθηκε και από το γεγονός ότι είναι ένα νόμισμα, με ουσιαστικά

έντεκα κυβερνήσεις να το διευθύνουν. Έγιναν πολλές προσπάθειες για να

αποκτήσουν συμπαγή εικόνα οι κυβερνήσεις αυτές στην προσπάθεια τους για την

τόνωση του κοινού νομίσματος, αλλά στην πραγματικότητα ορισμένοι Ευρωπαίοι

φαίνεται ότι προτιμούν ένα εξασθενημένο ευρώ. Οι ευρωπαϊκές εξαγωγές

παρουσιάζουν εκρηκτική αύξηση, η οποία κατά ένα μέρος αποδίδεται στη

διολίσθηση του κοινού νομίσματος. Αυτή η εξέλιξη μειώνει τις πιέσεις για

διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία, οι οποίες συναντούν,

μεταξύ άλλων, τις αντιδράσεις πολλών ευρωπαϊκών εργατικών σωματείων.

Ο παράγων Σρέντερ

«Η τρέχουσα ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου είναι περισσότερο λόγος

ικανοποίησης και λιγότερο λόγος ανησυχίας», δήλωσε σε μια ομιλία του τη

Δευτέρα ο Γερμανός καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ. Οι δηλώσεις αυτές έδωσαν

αφορμή στις αγορές να στείλουν το κοινό νόμισμα σε νέα πρωτόγνωρα χαμηλά

επίπεδα. Την Τετάρτη στοιχεία που ανακοίνωσε η γερμανική κυβέρνηση έδειξαν

ορισμένα αποτελέσματα της εξασθένησης του κοινού νομίσματος. Η ανεργία έπεσε

στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε χρόνων, αλλά εξακολουθεί να

παραμένει στο 9,5% του εργατικού δυναμικού. Η πτώση τής ανεργίας αποδίδεται

στην αύξηση των παραγγελιών για γερμανικά προϊόντα από το εξωτερικό.

«Οι παραγγελίες για γερμανικά προϊόντα είναι πολύ αυξημένες», σημειώνει ο Τζον

ΜακΚάρθι, διευθυντής ξένων επενδύσεων στον επενδυτικό οίκο ING Barrings.

Ωστόσο, ο ίδιος είπε ότι παρ’ όλα αυτά υπήρξε κύμα πωλήσεων ευρώ από

Αμερικανούς, όταν έγινε εμφανές πως το ευρώ άρχισε να κινείται αποφασιστικά

κάτω από το επίπεδο των 89 σεντς.

Όταν το ευρώ γεννήθηκε, οι περισσότερες προβλέψεις μιλούσαν για ένα νέο ισχυρό

νόμισμα, το οποίο θα συνέχιζε τον ιστορικό ρόλο του γερμανικού μάρκου. Ωστόσο,

με την τρέχουσα ισοτιμία του το ευρώ είναι ίσο με την αξία 2,24 μάρκων για

κάθε αμερικανικό δολάριο, δηλαδή στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1986.

Τελικά η αδυναμία του ευρώ μπορεί να τερματιστεί όταν οι αμερικανικές

επενδύσεις αρχίσουν να χάνουν την ελκυστικότητά τους, είτε επειδή θα αρχίσουν

να πέφτουν είτε επειδή η αμερικανική οικονομία θα απειληθεί από ύφεση. Και

καμιά από αυτές τις εξελίξεις δεν φαίνεται πιθανή να πραγματοποιηθεί άμεσα.