Τι ήταν αυτό που άλλαξε τα δεδομένα στην Αμερική; Η κατάσταση της

οικονομίας; Η αποστασιοποίηση από τον Κλίντον; Τα λάθη του αντιπάλου; Ή το

περίφημο συζυγικό φιλί;

Αλ Γκορ: ο Αμερικανός αντιπρόεδρος, ο οποίος εικονίζεται εδώ να παίζει κρίκετ

στο Ντιτρόιτ, κατάφερε να γίνει ο «αντι-Κλίντον»

Τον περασμένο Ιούλιο, οι δημοσκοπήσεις έδιναν προβάδισμα 15 μονάδων στον

υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών. Σήμερα, εκείνος που προηγείται με διαφορά 10

μονάδων είναι ο υποψήφιος των Δημοκρατικών. Και οι δύο εικόνες είναι

πιθανότατα μαγικές. Η μάχη για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών θα είναι

σκληρή. Αλλά το επάνω χέρι αυτή τη στιγμή το έχει σίγουρα ο Αλ Γκορ. Σύμφωνα

με την παράδοση μάλιστα, όποιος προηγείται την Ημέρα της Εργασίας, στις 4

Σεπτεμβρίου, είναι πάντα ο νικητής.

Την ώρα που ο Τζωρτζ Μπους πολλαπλασιάζει τα λάθη και τις γκάφες του, η

προπαγανδιστική μηχανή των Δημοκρατικών μοιάζει να λειτουργεί αποτελεσματικά.

Ο αντιπρόεδρος κατάφερε να γίνει αυτό που του ζητούσαν τόσον καιρό οι

image-makers: ο αντι-Κλίντον. Φιλά περιπαθώς την (φυσική) ξανθιά Τίπερ,

φωτογραφίζεται με τους εργάτες ενός ναυπηγείου φορώντας ανοιχτό πουκάμισο και

δαγκώνοντας ένα άθλιο σάντουιτς με τηγανητό κρέας και κρεμμύδι, ψέλνει ύμνους

γκόσπελ μαζί με τους Βαπτιστές και τον αγέραστο Τζέσε Τζάκσον, διανύει σε μια

νύχτα 5 χιλιάδες χιλιόμετρα με το αεροπλάνο και το αυτοκίνητο για να σφίξει το

χέρι των μεταλλεργατών σ’ ένα εργοστάσιο του Μίσιγκαν. Και, βέβαια, επιλέγει

ως υποψήφιο για την αντιπροεδρία τον Τζόζεφ Λίμπερμαν για να τα έχει καλά και

με τον Θεό.

Τα αίτια της εκτίναξής του όμως, γράφει ο Βιτόριο Τσουκόνι στην «Ρεπούμπλικα»,

είναι βαθύτερα. Ο Γκορ άρχισε να ανεβαίνει όταν θυμήθηκε την «αριστερά», τη

βάση, την καρδιά, την ψυχή του Δημοκρατικού Κόμματος, την οποία ο Κλίντον είχε

κρίνει σκόπιμο να εγκαταλείψει για να καταλάβει το κέντρο. Το χάσμα που τον

χώριζε από τον Μπους άρχισε να γεφυρώνεται όταν υποσχέθηκε περισσότερες

κρατικές παρεμβάσεις, καλύτερα σχολικά προγράμματα, μεγαλύτερη στήριξη στα

συνδικάτα, περισσότερη οικολογία, μεγαλύτερη ευαισθησία για τους ηλικιωμένους

και τις «οικογένειες που δουλεύουν». Οι σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί τόσο στην

Αμερική όσο και στην Ευρώπη θεωρούσαν τα τελευταία χρόνια ότι όποιος λέει

«αριστερά» πράγματα είναι καταδικασμένος να χάσει. Ο Γκορ τους διαψεύδει.

Και ο λόγος είναι απλός: η Αμερική του Τρίτου Δρόμου είναι πιο πλούσια από

ποτέ και ταυτόχρονα έχει περισσότερους φτωχούς από ποτέ. Το 40% των πολιτών

κερδίζουν λιγότερα απ’ όσα κέρδιζαν πριν από δέκα χρόνια και η αβεβαιότητα για

το μέλλον κυριαρχεί. Η μοναδική υπόσχεση που τήρησε ο Κλίντον ήταν να διαλύσει

το κοινωνικό κράτος. Το γεγονός αυτό, μαζί με την άνθηση της «νέας

οικονομίας», είχε ως αποτέλεσμα να φουσκώσουν οι τάξεις των «νέων πλουσίων»

και των «νέων φτωχών». Ο Μπους ρίχτηκε στον αγώνα για την κατάκτηση του

Κέντρου, για να ανακαλύψει ότι το Κέντρο δεν υπάρχει πια. Ο Γκορ, αντίθετα,

γύρισε στα παλιά λημέρια. Και επιβραβεύτηκε.

Το θέμα είναι, βέβαια, τι θα κάνει όταν εκλεγεί.