Προσωπογραφία του Ρήγα, έργο του Α. Παγώνη

Το τέλος του 18ου αιώνα χαρακτηρίζεται από την έκρηξη επαναστατικών διεργασιών

στη Δυτική Ευρώπη, που οδηγούν αφ’ ενός στην κινητοποίηση για τη δημιουργία

εθνικών κρατών και αφ’ ετέρου στην υιοθέτηση δημοκρατικών θεσμών και στη

σταδιακή ενσωμάτωση των μαζών στο πολιτικό σύστημα. Οι επαναστατικές αυτές

διεργασίες, που αναδιατάσσουν συνολικά το πεδίο της πολιτικής στην ευρωπαϊκή

ήπειρο, συστοιχούν με / και διευκολύνουν τις διαδικασίες του οικονομικού

εκσυγχρονισμού, που είχαν δρομολογηθεί με την ιστορική δυναμική της

Βιομηχανικής Επανάστασης.

Όμως, την ίδια περίοδο, οι επαναστατικοί κραδασμοί που προκάλεσαν η Γαλλική

Επανάσταση και οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι εξαπλώνονται στον κορμό της ευρωπαϊκής

ηπείρου μέχρι την ιταλική χερσόνησο και τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,

όπου ο σουλτανικός δεσποτισμός φάνταζε ανίκητος.

Η διαδικασία διαμόρφωσης εθνικής συνείδησης στους υπόδουλους βαλκανικούς λαούς

και η συνακόλουθη εκκοσμίκευση της πολιτισμικής τους ταυτότητας συνέπεσε με

την ταυτόχρονη δράση κρίσιμων ενδογενών και εξωγενών παραγόντων, που έθεταν σε

κίνηση τους μηχανισμούς μετασχηματισμού της οθωμανικής κοινωνίας. Οι

κυριότεροι από τους παράγοντες αυτούς είναι οι ακόλουθοι:

1. Η εσωστρέφεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την υπογραφή της

Συνθήκης του Πασάροβιτς το 1718 και η απόπειρα εισαγωγής μεταρρυθμίσεων από

τον Σελίμ Γ’ προκειμένου να ανακοπεί η διαδικασία κατάρρευσης των δομών του

οθωμανικού κράτους.

2. Η προϊούσα διείσδυση των ευρωπαϊκών κεφαλαίων στην οθωμανική

οικονομία και η οικονομική αναβάθμιση συνεκτικών ομάδων των υπόδουλων

πληθυσμών, οι οποίες έλεγχαν τους εμπορικούς δρόμους που συνέδεαν την

Οθωμανική Αυτοκρατορία με τα ευρωπαϊκά κράτη, τα παράλια της Μεσογείου και τη

νότια Ρωσία.

Ο Ρήγας Φεραίος, έργο του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ

3. Η έκρηξη των τριών ρωσοτουρκικών πολέμων του 1710-1711, του

1768-1774 και του 1787-1792, η αντιπαράθεση Αυστρίας-Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,

καθώς και η δράση ένοπλων σωμάτων αντίστασης των υποδούλων (κλέφτες,

χαιντούκοι).

4. Η πολιτική αναταραχή στις οθωμανικές επαρχίες και η εμφάνιση

αποσχιστικών τάσεων, όπως αυτή του Αλή πασά των Ιωαννίνων, ο οποίος

καταλαμβάνει τις περιοχές της Θεσσαλίας και της Ακαρνανίας το 1788, αλλά και

του Οσμάν Πασβάνογλου, που εκδηλώνεται στις παραδουνάβιες ηγεμονίες στο

χρονικό διάστημα 1793-1796.

5. Η βαθμιαία ανάδειξη της κοινωνικής ομάδας των Φαναριωτών από το 1699

(Συνθήκη του Κάρλοβιτς) και έως το 1821 στα αξιώματα του μεγάλου διερμηνέα της

Πύλης, του διερμηνέα του ναυάρχου του οθωμανικού στόλου και του οσποδάρου των

παραδουνάβιων ηγεμονιών με προφανή αποτελέσματα στη δημιουργία θετικής

αυτοεικόνας των ελληνικών πληθυσμών και στη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού

και της πεφωτισμένης δεσποτείας.

6. Η δυναμική εκδήλωση του πνευματικού κινήματος του Νεοελληνικού

Διαφωτισμού στις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα, που εκφράστηκε με

την εκκοσμίκευση της παιδείας, την αύξηση των εκδόσεων κοσμικού και

επιστημονικού χαρακτήρα, την ίδρυση σχολείων και βιβλιοθηκών και την καθιέρωση

κληροδοτημάτων από τους πλούσιους Έλληνες της Διασποράς, που έδωσαν την

ευκαιρία στους «φιλομαθείς νέους» να σπουδάσουν στην Ευρώπη και να έρθουν σε

επαφή με τις νέες ιδέες και επιστημονικές αντιλήψεις.

7 Ειδικότερα, η δυναμική των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης στους ελληνικούς

πληθυσμούς εμφανίζεται ανάγλυφα με την κατάταξη Ελλήνων οπλαρχηγών στον

γαλλικό στρατό, με την υποδοχή των Γάλλων ως ελευθερωτών από τους κατοίκους

των Ιόνιων Νησιών (1797-1799) και με τον συρμό της «ναπολεοντολατρείας», που

εξαπλώνεται σε όλη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη (από το Ζάγκρεμπ και τους

Ρουμάνους της Τρανσυλβανίας έως την Κωνσταντινούπολη, τη Μάνη και την Κύπρο)

μετά τις νίκες του γαλλικού στρατού στην ιταλική χερσόνησο, την άφιξη του

Ναπολέοντα στα παράλια της Αδριατικής και την εκστρατεία του στην Αίγυπτο, που

αποτελούσε τότε αναπόσπαστο τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1798).

Η αποτίμηση του ιστορικού ρόλου του Ρήγα

Ο Ρήγας αποτελεί μια ιδιότυπη μορφή διανοούμενου και πολιτικού ακτιβιστή.

Συνθέτοντας δημιουργικά σε μια ενιαία οντότητα την πολιτική θεωρία και την

επαναστατική πράξη κατόρθωσε να είναι, ταυτόχρονα, ένας κοσμοπολίτης

διαφωτιστής, ένας Έλληνας εθνικιστής και ένας ιδεολόγος του βαλκανικού

πατριωτισμού. Το διακύβευμα που είχε να αντιμετωπίσει ο Ρήγας ήταν η

δυνατότητα ριζικού μετασχηματισμού των παραδοσιακών κοινωνιών της Βαλκανικής

και πολιτισμικής τους συμπόρευσης με τη Δύση.

Ο Ρήγας κατέχει περίοπτη θέση στο πάνθεον της ελληνικής εθνικής ιδεολογίας.

Είναι ο «πρωτομάρτυρας της ελληνικής εθνεγερσίας». Παράλληλα, όμως, με το

όραμα της συναδέλφωσης και του κοινού αγώνα εναντίον του Οθωμανού δυνάστη,

συγκίνησε και τους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς, οι οποίοι αναγνώρισαν στο

συγγραφικό έργο, στο πολιτικό του πρόγραμμα και στη θυσία του τα πρώτα

σπέρματα της πραγμάτωσης της εθνικής τους ανεξαρτησίας.

Ο Ρήγας δεν είναι μια μετεωρική και μοναχική μορφή του Νεοελληνικού

Διαφωτισμού και του ριζοσπαστικού πολιτικού φιλελευθερισμού. Υπάρχει ένα

δυναμικό ιακωβινικό ρεύμα που αρδεύει την ελληνική κοινωνία μεταγγίζοντάς της

­ παρά τις αδράνειες των κυρίαρχων παραδοσιακών νοοτροπιών ­ τις ιδέες που

όπλισαν τη Γαλλική Επανάσταση. Πρόκειται για ένα ρεύμα που συνδέει τον

Βελεστινλή και τους συντρόφους του με τους εκδότες Πουλίους, τον Περραιβό και

τον ανώνυμο συντάκτη της Ελληνικής Νομαρχίας (1806), με τους εμπόρους

της Θεσσαλονίκης, που εξακολουθούν να τραγουδούν το 1812, σύμφωνα με μαρτυρίες

περιηγητών, τα επαναστατικά τραγούδια του Ρήγα, καθώς και με τις αγροτικές

μάζες των Ελλήνων που διεξήγαγαν τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Αξίζει, ωστόσο,

να υπογραμμιστεί ότι η ριζοσπαστική πολιτειολογική σκέψη του Ρήγα, παρά τον

σημαντικό ιστορικό ρόλο που διαδραμάτισε, δεν λειτούργησε ­ πλην εξαιρέσεων ­

ως πεδίο έμπνευσης για την ελληνική πολιτειολογική επιστήμη.

Το έργο του Ρήγα αποτελεί ­ μαζί με αυτό του Αδαμάντιου Κοραή ­ τον

σημαντικότερο αγωγό για τον ενοφθαλμισμό των ιδεών και των κοινωνικών,

οικονομικών, πολιτικών και πολιτισμικών πρακτικών της νεωτερικότητας στις

παραδοσιακές αγροτικές κοινωνίες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Παρά τη δυναμική

που ανέπτυξαν οι ιδέες αυτές στις βαλκανικές κοινωνίες, αποδεικνύοντας την

οργανική σχέση των αστικών τους στρωμάτων με τα δυτικοευρωπαϊκά πολιτισμικά

πρότυπα, εντούτοις δεν συνάντησαν ποτέ την καθολική αποδοχή, κυρίως λόγω του

κυριαρχικού ρόλου της Εκκλησίας και της οργανικής ενσωμάτωσης των ιθυνόντων

ομάδων των υπόδουλων κοινωνιών στο εξουσιαστικό σύστημα των Οθωμανών. Ωστόσο,

η διασπορά των ιδεών αυτών υπήρξε μεγάλη και η εμβέλειά τους σημαντική. Στην

ελληνική περίπτωση μάλιστα συγκρότησαν τη διανοητική και πολιτική παράδοση,

στην οποία βασίστηκε ο επαναστατικός πόλεμος για την πραγμάτωση της εθνικής

ανεξαρτησίας και τη δημιουργία σύγχρονου εκκοσμικευμένου δημοκρατικού κράτους.

Το πρόγραμμα του Ρήγα εξυπηρετούσε δύο βασικές σκοπιμότητες: Πρώτον, τη

διανοητική και ιδεολογική προπαρασκευή των υπόδουλων πληθυσμών διαμέσου της

εξοικείωσής τους με το νεωτερικό ήθος και τα νέα πολιτισμικά πρότυπα, με στόχο

τη σφυρηλάτηση της εθνικής συνείδησης και την προετοιμασία της πολιτικής και

κοινωνικής χειραφέτησης. Δεύτερον, την προετοιμασία της ένοπλης εξέγερσης για

την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, η οποία θα γινόταν πραγματικότητα με τη

σύμπραξη των υπόδουλων εθνοτήτων και τη συνδρομή του επαναστατικού γαλλικού

στρατού.

Και οι δύο αυτές σκοπιμότητες συνέκλιναν προς την κατεύθυνση της συγκρότησης

ενός πολυεθνικού και πολυπολιτισμικού κράτους που πάνω στα ερείπια της

Βυζαντινής και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα συνένωνε τους λαούς της

Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας στο πλαίσιο της λειτουργίας δημοκρατικών

θεσμών διακυβέρνησης και της κατοχύρωσης ενός ενιαίου και ευρέος φάσματος

πολιτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών δικαιωμάτων. Επρόκειτο στην

πραγματικότητα για ένα εξαιρετικά φιλόδοξο σχέδιο αναδιάταξης των οικονομικών,

κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων και δημιουργίας ενός πρότυπου πολυεθνικού

κράτους, που θα καθιστούσε τη Βαλκανική αναπόσπαστο τμήμα της Ευρώπης. Όμως η

«αχίλλειος πτέρνα» αυτού του σχεδίου ήταν η μη συνειδητοποίηση από τον Ρήγα

της εκρηκτικής δυναμικής και των ασύμβατων διεκδικήσεων των αναδυόμενων

βαλκανικών εθνικισμών. Ο Ρήγας οραματιζόταν μία Βαλκανική όπου η θεσμική

κατοχύρωση της ιδιότητας του πολίτη για όλους τους κατοίκους της «Ελληνικής

Δημοκρατίας» και η συνταγματική εγγύηση και ενίσχυση της πολιτισμικής

ιδιαιτερότητας και πολυμορφίας τους θα λειτουργούσε ανασταλτικά για την

ανάδειξη εθνικιστικών αντιπαραθέσεων.

Ο Γιώργος Κόκκινος είναι Επίκουρος καθηγητής της Ιστορίας στο

Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου