«Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και… το κορίτσι μου». Κάπως έτσι περνάει τη ζωή

του στη χώρα μας ο Ρενέ Χένρικσεν, αν εξαιρέσουμε βέβαια τις υποχρεώσεις του

με τον Παναθηναϊκό. Ο Δανός άσος, που μόνο καλά λόγια έχει να πει για την

Ελλάδα, έχει καταφέρει μέσα σε ένα χρόνο που βρίσκεται στη χώρα μας να

γνωρίζει πολύ καλά… τα κατατόπια.

«Εδώ μου αρέσουν τα πάντα. Το φαγητό, ο καιρός, ο κόσμος, γενικά ο τρόπος

ζωής. Μου αρέσει που οι Έλληνες είναι λαός που αγαπάει τη διασκέδαση. Αυτό που

γίνεται εδώ δεν το έχω ξαναδεί πουθενά. Τις πρώτες πρωινές ώρες, τα πάντα

είναι ανοιχτά. Καφετέριες, μπαρ, φαγάδικα. Οι επιλογές είναι πολλές. Ακόμα και

στα νησιά, η Ελλάδα έχει πληθώρα. Θάλασσες μοναδικές, χρώματα απερίγραπτα.

Προσωπικά, λατρεύω τις Σποράδες», τονίζει ο Ρενέ. Για να συμπληρώσει: «Δεν

είναι, όμως, λίγες οι φορές που βρίσκω καταφύγιο στο μπαλκόνι του σπιτιού μου,

που βλέπει σχεδόν ολόκληρη την πρωτεύουσα». Όταν τον ρωτάμε τι είναι αυτό που

απεχθάνεται περισσότερο, ο Δανός «ξινίζει» το πρόσωπό του και λέει, χωρίς να

σκεφτεί: «Το κυκλοφοριακό στην Αθήνα είναι απαράδεκτο. Πολλές φορές δεν βγαίνω

έξω διότι σκέπτομαι τι θα αντιμετωπίσω. Αφόρητη κατάσταση».

Ο Χένρικσεν μένει στην Πολιτεία με την κοπέλα του, ενώ συχνά το ζευγάρι

δέχεται επισκέψεις από συγγενείς και φίλους. Όταν μιλήσαμε πέρυσι μαζί του,

μας είχε εκμυστηρευτεί ότι το πολύ σε ένα χρόνο θα έχει παντρευτεί, κάτι που

τελικά δεν συνέβη. Γιατί; Ο Ρενέ χαμογελάει, αισθάνεται αμήχανα και

αποκαλύπτει: «Για να παντρευτείς πρέπει να έχεις χρόνο. Όντως, πριν από ένα

χρόνο σχεδιάζαμε με την κοπέλα μου να ενώσουμε και επίσημα τις ζωές μας το

καλοκαίρι του 2000, όμως οι υποχρεώσεις μου στο ΕΥΡΩ δεν μας το επέτρεψαν.

Χρειάζομαι επειγόντως διακοπές!».

«Από 4 ετών έμαθα τις πρώτες ντρίμπλες»

Ο Ρενέ Χένρικσεν, σαν ξέγνοιαστος καβαλάρης, είναι διατεθειμένος να γνωρίσει

όλες τις ομορφιές της Ελλάδας, όμως υπάρχουν και οι… παραφωνίες που

συναντάει στη χώρα μας,αφού, σε αντίθεση με τη Δανία, οι τηλεφωνικοί θάλαμοι.

Σίγουρα, ο πρωταθλητισμός απαιτεί θυσίες. Αξίζει, όμως, να παραμερίσει κάποιος

την προσωπική του ζωή για τη στρογγυλή θεά; Ο Ρενέ είναι κατηγορηματικός: «Το

ποδόσφαιρο βρισκόταν πάντα στο υποσυνείδητό μου. Από 4 ετών έμαθα τις πρώτες

ντρίμπλες», αναφέρει με χαμόγελο. «Ήρθα σε αντιπαράθεση με τους γονείς μου.

Εκείνοι ήθελαν να μορφωθώ, όμως σε καμία περίπτωση δεν με πίεσαν και το

εκτίμησα. Γι’ αυτό και μέχρι τα 22 μου χρόνια διάβαζα εντατικά. Και βέβαια

έπαιζα και ποδόσφαιρο. Σε κάθε αγώνα οι γονείς μου ήταν στην εξέδρα και με

καμάρωναν».

Αγωνιζόταν από το ’89 έως τη «μετακόμισή» του στην Παιανία στην Ακαντέμισκ

Μπόλντκλαμπ, ομάδα της Κοπεγχάγης. Παρ’ όλα αυτά δούλευε παράλληλα και σε

εταιρεία αυτοκινήτων. Το πρωί «ντίλερ», το απόγευμα ποδοσφαιριστής! Κι όλα

αυτά για οικονομικούς λόγους. «Σταμάτησα να δουλεύω μόλις πριν από τέσσερα

χρόνια, δηλαδή στα 27. Τα ποσά που δαπανώνται στη χώρα μου δεν είναι αρκετά κι

εγώ φυσικά δεν προερχόμουν από πλούσια οικογένεια. Έπρεπε με τον έναν ή με τον

άλλον τρόπο να εξασφαλιστώ οικονομικά. Η δουλειά δεν είναι ντροπή και είμαι

περήφανος που τόσα χρόνια κουράστηκα για να φτάσω σ’ αυτό το σημείο».

Οι μεταγραφές

Δεν μένουν… απείραχτοι. Πάντως, ο αμυντικός του ΠΑΟ έχει καταφέρει μέχρι

στιγμής να βρίσκει τα κατάλληλα μέρη για ξεκούραση και δηλώνει εντυπωσιασμένος

από τον τρόπο ζωής του Έλληνα.

Του ζητάμε να σχολιάσει τα νέα αποκτήματα του Παναθηναϊκού και απαντάει: «Δεν

είμαι εγώ αυτός που θα τους κρίνω. Ο κόσμος πληρώνει και γνωρίζει καλύτερα.

Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι ο Σόουζα διαθέτει τεράστια εμπειρία και μπορεί

να βοηθήσει πολύ. Θέλει να είναι ο ηγέτης της ομάδας και δίνει κατευθύνσεις.

Πάνω απ’ όλα είναι καλός χαρακτήρας και φιλότιμος.

Όσον αφορά τον Βλάοβιτς, το σίγουρο είναι ότι χρειάζεται πίστωση χρόνου. Το

κακό με την περίπτωσή του είναι ότι θέλει απεγνωσμένα να σκοράρει για να τον

αγαπήσουν, με αποτέλεσμα να αγχώνεται».

Η κλήρωση των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ έφερε τον Παναθηναϊκό αντιμέτωπο με

ισχυρούς αντιπάλους.

Όμως, ο αμυντικός του ΠΑΟ, όπως πάντα, είναι ήρεμος και δεν ανησυχεί. Σε μια

«μίνι» ακτινογραφία, υποστηρίζει: «Η Γιουβέντους είναι σίγουρα το φαβορί για

την πρώτη θέση του ομίλου, αν και δεν παρουσιάζει τόσο καλό πρόσωπο τα

τελευταία χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, διαθέτει εξαιρετικούς παίκτες και καλή

τακτική σαν σύνολο.

Η Κορούνια είναι ισχυρή στην έδρα της, αλλά εκτός δίνει άλλη εντύπωση. Πέρυσι,

από τύχη και μόνο, δεν νικήσαμε στο ΟΑΚΑ και μάλιστα με διαφορά γκολ. Πιστεύω

ότι εφέτος μπορούμε να επικρατήσουμε των Ισπανών.

Όσον αφορά το Αμβούργο, αποτελεί το αίνιγμα του ομίλου. Διαθέτουν καλή φυσική

κατάσταση, αλλά νομίζω ότι 17 χρόνια απουσίας από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις

είναι πολλά και θα τους στοιχίσει».

Γκολφ με τον Σμάιχελ

Ο Χένρικσεν δεν είναι άνθρωπος που έχει ως μοναδικό ενδιαφέρον το ποδόσφαιρο.

Του αρέσουν και άλλα αθλήματα: «Στη Δανία ο περισσότερος κόσμος ασχολείται με

το γκολφ, αφού υπάρχουν πάρα πολλά γήπεδα. Πολλές φορές πριν ή μετά την

προπόνηση της Εθνικής ομάδας μαζευόμαστε με τους συμπαίκτες μου και τον

προπονητή και παίζουμε γκολφ. Ο Σμάιχελ είναι αυτός που κερδίζει τις

περισσότερες φορές.

Γενικώς, στην Εθνική είμαστε σαν οικογένεια και πάνω απ’ όλα βλέπουμε το

ποδόσφαιρο σαν διασκέδαση. Έτσι θα πρέπει να κάνουν και στην Ελλάδα…».

Θαυμαστής του ελληνικού πολιτισμού

Διαβασμένος, έχοντας εμπεδώσει καλά την ελληνική κουλτούρα, ήρθε στη χώρα

μας ο Ρενέ. Σέβεται την ελληνική παράδοση. Ακόμα και τις παραξενιές των

Ελλήνων φιλάθλων στα ποδοσφαιρικά γήπεδα. «Από τις πρώτες κιόλας τάξεις στο

σχολείο οι καθηγητές μάς δίδαξαν τις αρετές της ελληνικής ιστορίας. Μας έμαθαν

ότι η ελληνική γλώσσα είναι η μητέρα όλων των γλωσσών. Μου άρεσε η ελληνική

παράδοση και φρόντισα να ενημερωθώ κατάλληλα πριν έρθω στην Αθήνα. Δεν είναι

λίγες οι φορές που επισκέπτομαι την Ακρόπολη, κάθε φορά που έχω ελεύθερο

χρόνο. Οι Έλληνες είναι περήφανος λαός. Δεν τους κακοχαρακτηρίζω επειδή είναι

ένθερμοι οπαδοί. Η μεγάλη αγάπη προς την ομάδα δίνει φτερά στους ποδοσφαιριστές».