Κάθε αστός κουλτουριάρης των γενεών ’50-’60 που σεβόταν τον εαυτό του είχε

έστω και για μία φορά εκφράσει δημοσίως ότι πολύ θα ήθελε να ζει σε μια φάρμα

κοντά στη φύση, να ζει τους ρυθμούς της μαζί με τους φίλους του, σκυλιά –

γατιά – κατσίκια – κότες (σεξ-ντραγκς-εντ-ροκ-εντ-ρολ!), ένα ιδεαλιστικό

κιμπούτς, δηλαδή. Ουδείς το έπραξε. (Ευτυχώς διά την φύσιν!).

Πάντως, όλα αυτά τα πράγματα παραμένουν στο αστικό υποσυνείδητο και κάθε

ευσυνείδητος αστο-νεο-γιάπης (Cherokee Jeep) που βρίσκεται σε κάποιον

χωματόδρομο ξανασκέφτεται την ανάγκη επαφής του με τη φύση. Όλα αυτά μέχρι να

χτυπήσει το κινητό!

Υπάρχουν βέβαια, προς πείσμα όλων, εξαιρέσεις, με μία εκ των οποίων είμαι

νυμφευμένη.

Η ιδέα της αγροτικής ζωής κυκλοφορεί στην οικογένεια ύπουλα εδώ και χρόνια. Η

γη υπήρχε. Δεν υπήρχε όμως ούτε χρόνος ούτε χρήμα. Κι όμως κάθε φορά που

βρισκόμαστε στην Ικαρία ­ η οποία έχει μια δεμένη, φιλική κοινωνία ­ μπαίνουμε

στους ρυθμούς της ζωής εδώ. Όλοι οι φίλοι μας που ζουν εδώ, εκτός από τις

οποιεσδήποτε επαγγελματικές ασχολίες τους, καλλιεργούν παράλληλα και κήπους με

ντομάτες και λαχανικά. Από το Πάσχα λοιπόν, επάνω στην ευφορία του γλεντιού

και κατόπιν ενθουσιώδους προτροπής τους, αποφασίσαμε να φτιάξουμε ένα

ντοματόκηπο σε ένα εύφορο κομμάτι γης μας. Υπήρχε άφθονο νερό, πράγμα που

είχαμε φροντίσει από καιρό μαζί με τους γείτονες.

Όλα αυτά τα αποφασίσαμε σε ένα σοβαρότατο οικογενειακό συμβούλιο. Κάποιος όμως

έπρεπε να το κάνει. Να βρει τρόπο να σκάψει ένα κτήμα που είχε να σκαφτεί από

την Κατοχή. Να το καθαρίσει, να το κοπρίσει, να το ξανασκάψει, να το ποτίσει,

να το φυτέψει. Αυτές οι συζητήσεις, όπως είπαμε, έγιναν το Πάσχα, αλλά τελικά

ο Βασίλης κατάφερε να ξεμπλέξει και να πάει στην Ικαρία αρχές Ιουνίου.

Το κτήμα κατάφερε να το σκάψει κάποιος με ένα τρακτεράκι, κάποιος άλλος το

έσκαψε και σκόρπισε την κοπριά (με την τσάπα) και κατόπιν ο Βασίλης μαζί με

τον Νίκο και τον Αργύρη το φύτεψαν αισίως στις 14 Ιουνίου. Φύτεψαν φυντάνια 10

εκ. από φυτώριο ντόπιων παλαιών σπόρων, από ντομάτες καριώτικες που με

ευλάβεια φυλάει κάθε χρόνο η Αργυρώ στην οποία είχε δώσει σπόρο η Φρόσω.

Κατόπιν απουσιάσαμε για 15 μέρες, αλλά ο Νίκος ανέλαβε και πότιζε τον κήπο

ανελλιπώς.

Όταν γυρίσαμε οι ντομάτες είχαν πιάσει σχεδόν όλες και νιώσαμε την ευτυχία του

νέου αγρότη. Είχαμε ένα κήπο με 140 και βάλε ντοματιές, λίγες φασολιές και

δυο-τρεις καρπουζιές, οι οποίες όμως τελικά ατύχησαν.

Ο κήπος θέλει καθημερινή φροντίδα. Να καθαριστούν οι πολλές γλιστρίδες, οι

οποίες έκαναν ωραιότατες σαλάτες, χώρια κάτι αγριόβλητα και αγριοραδίκια που

έγιναν σαν θηρία. Πρέπει κατόπιν να σκαφτεί ξανά, αφού καθαριστούν τα κάτω

φύλλα από τις ντοματιές, και να παραχωθεί κάθε ρίζα με φρέσκο χώμα. Και

πρέπει, φυσικά, όλος ο κήπος να ξανα-αυλακιαστεί. Αμέσως μετά, αρχίζει το

δέσιμο της ντοματιάς σε καλάμια, τους αλεντράδες όπως τα λένε εδώ. Φυσικά, αν

καταλάβατε, πρέπει τα καλάμια αυτά να πάει κάποιος να τα βρει, και καλάμια

φυτρώνουν στους χειμάρρους. Τα καλάμια πρέπει να είναι περσινά, σκληρά, διότι

τα χλωρά δεν θα κρατήσουν το βάρος της ντοματιάς όταν αυτή καρπίσει. Όλα αυτά,

όπως είπαμε, κάποιος πρέπει να τα κάνει. Εντύπωση μου έκανε ότι ο Βασίλης τα

ανέλαβε με παιδικό ενθουσιασμό, με αποτέλεσμα να ασχολείται τουλάχιστον δύο

ώρες την ημέρα κάθε απόγευμα με τον ντοματόκηπό του, ώρες που ο ίδιος

αποκάλεσε «happy hour». Οι εργασίες όλες έγιναν, όλες οι ντοματιές κάρπισαν,

πίνουν κάθε δύο μέρες αχόρταγα νερό και φουσκώνουν και φουσκώνουν και

φουσκώνουν και φουσκώνουν. Αλλά δεν κοκκινίζουν!

Γύρω στις 29 Ιουλίου ήταν γεμάτες με πράσινα ντοματάκια διαμέτρου τουλάχιστον

6 εκ. Ε, και υπολογίζαμε ότι τον Δεκαπενταύγουστο το αργότερο θα κάναμε δίαιτα

αποκλειστικά με ντομάτα, θα φτιάχναμε σάλτσες, θα ξεραίναμε ντομάτες για τον

χειμώνα, θα κάναμε γλυκό ντοματάκι, ντοματοπολτό, κέτσαπ, θα μπορούσαμε άνετα

να πουλούσαμε ντομάτες στην ντόπια αγορά, διότι όλες αυτές οι ντοματιές θα

μπορούσαν να βγάλουν τουλάχιστον έναν τόνο ντομάτες, τόσο δηλαδή που συνέφερε

του χρόνου αντί για 50 τετραγωνικά κήπο να κάνουμε τουλάχιστον και τα τρία

στρέμματα. Θα μπορούσαμε δηλαδή να κατακλύσουμε την Ευρώπη με καριώτικη,

οικολογική, αγνή, ζουμερή, σαρκώδη, ζαχαρένια, νοστιμότατη ντομάτα. Η έννοια

greek salad θα έπαιρνε άλλες διαστάσεις παγκοσμίως.

Σήμερα είναι 1η Σεπτεμβρίου και οι ντομάτες ακόμα φουσκώνουν και κατά 99,99%

είναι όλες καταπράσινες.

Μόνο μία είναι κίτρινη.

Και πώς έγινε; Εδώ και καιρό ο άνδρας μου διάβασε στη λεζάντα μιας φωτογραφίας

στο αμερικανικό «National Geographic» ότι κάπου, κάποιοι έστρωναν κόκκινα

πλαστικά δεξιά και αριστερά από τις ντοματιές, οι οποίες «καταλάβαιναν» ότι το

κόκκινο σημαίνει ωρίμανση και από φυσικό ανταγωνισμό κοκκίνιζαν και αυτές τους

καρπούς τους. Έτσι λοιπόν αποφάσισε ο Βασίλης να δει εάν λειτουργεί το κόλπο.

Δεν κατάφερε όμως να βρει καθόλου κόκκινο πλαστικό ή οτιδήποτε άλλο για να το

στρώσει. Το μόνο που βρήκε στην αποθήκη ήταν μια κόκκινη ρόδα από εκείνα τα

μωρουδίστικα παιχνίδια της Κυβέλης, την οποία ακούμπησε πάνω σε μια ντοματιά

που είχε μία από τις μεγαλύτερες ντομάτες. Ε, αυτή είναι που κιτρίνισε πρώτη!

Όσο καιρό ο Βασίλης ανέβαινε στο κτήμα ο Νίκος και ο Αργύρης τον χαιρετούσαν

με ενθουσιασμό, έρχονταν πρόθυμα να προσφέρουν τις γνώσεις τους ως έμπειροι

αγρότες, νοιάζονταν για τον κόπο του γιατί ήξεραν ότι… θα τον απολαύσουν

αυτοί!

Ντομάτες ξεραμένες στον φούρνο

50 ντομάτες

Αλάτι

Φρεσκοτριμμένο μαύρο πιπέρι

1/2 κούπα ξίδι μπαλσάμικο

1. Προθερμαίνουμε τον φούρνο στη χαμηλότερη δυνατή θερμοκρασία, γύρω στους

120Ψ. Κόβουμε τις ντομάτες στη μέση κατά μήκος, αφού τις έχουμε πλύνει και

στεγνώσει καλά. Με ένα μυτερό μαχαίρι αφαιρούμε τα σπόρια και τα ζουμιά τους.

2. Τοποθετούμε τις ντομάτες, με την κομμένη μεριά προς τα πάνω, σε ρηχά

ταψιά και πασπαλίζουμε με αλάτι και πιπέρι. Κατόπιν ρίχνουμε περίπου 1/4 κτγ

ξίδι μπαλσάμικο σε κάθε κομμένη ντομάτα.

3. Ψήνουμε τις ντομάτες για περίπου 3 ώρες ή μέχρι να απορροφήσουν το ξίδι.

Στη συνέχεια τις γυρίζουμε και τις ψήνουμε για μία ώρα ακόμα. Τις γυρίζουμε

μια φορά ακόμα και συνεχίζουμε το ψήσιμο για 1-2 ώρες ή μέχρι να αποκτήσουν

μια υφή ζαρωμένη σαν δέρμα. Τις αφήνουμε να κρυώσουν τελείως και τις

αποθηκεύουμε στο ψυγείο σε κλειστό δοχείο. Κρατάνε έτσι για περίπου έναν μήνα.

* Ενδιαφέρουσα σημείωση: μπορούμε να τις τοποθετήσουμε σε γυάλινα δοχεία,

να τις καρυκεύσουμε με σκόρδο και αρωματικά φυτά, όπως ρίγανη ή βασιλικό, και

να τις σκεπάσουμε με ελαιόλαδο. Έτσι θα διατηρηθούν για περίπου 3 μήνες στο ψυγείο.