Αυτή η φράση αποκαλύπτει πολλά. Όχι μόνο την τραγωδία της καταστροφής των

περιουσιών, αλλά και την τραγωδία τού ότι δεν συνειδητοποιούμε πάντα πόσο

σημαντικό είναι και το δάσος. Δεν γνωρίζω αν είμαι η μόνη που, καμιά φορά,

κάνω «αιρετικές» σκέψεις καθώς ακούω τις ανταποκρίσεις από τα μέτωπα των

πυρκαγιών. Μερικές απ’ αυτές θα τις συμμεριστώ με τους αναγνώστες σας.

Αιρετική σκέψη πρώτη: «Οι κάτοικοι, μιλούν για εμπρησμό». Είναι η μόνιμη

επωδός των ΜΜΕ, των κατοίκων, αλλά και πολλών αξιωματούχων. Πολλοί βέβαια

συνειδητοποιούν, αλλά και πολλοί όχι, ότι πίσω από τον «εμπρησμό», την

κακόβουλη πρόθεση καταστροφής κρύβεται συνήθως μια ολόκληρη ιστορία ολιγωρίας,

νομοθετικής σύγχυσης, μικροαμέλειας, μικροσυμφερόντων κ.ο.κ.

Δεν κάναμε δασολόγιο. Και είμαστε όλοι υπεύθυνοι γι’ αυτό (έστω και αν το

σχετικό νομοσχέδιο της Ν.Δ., το 1993, το πρόλαβαν οι εκλογές και δεν

κατατέθηκε τελικά). Δεν κάναμε Κτηματολόγιο. Δεν κάναμε, συνήθως, δασική

πολιτική, λοιπόν, τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίες (με μια τιμητική

εξαίρεση, στην οποία θα αναφερθώ στο τέλος).

Δεν βρήκαμε λύσεις σε προβλήματα απλά ­ τα αφήσαμε να γίνουν άλυτα. Τι είναι

δάσος, τι είναι θάμνοι, τι είναι φρύγανα. Τι αποτελεί δημόσιο αγαθό και τι

όχι. Ποιος θα το φυλάξει και ποιος όχι. Το αποτέλεσμα είναι ότι σίγουρα ένα

μέρος των πυρκαγιών είναι μεν κακόβουλης προέλευσης, αλλά δεν αποτελεί και

τόσο «μυστήριο».

Υπάρχει και τούτο: ουδείς, φυσικά, αμφιβάλλει ότι ένα σημαντικό ποσοστό των

πυρκαγιών οφείλεται σε εμπρησμούς! Αλλά, με τη συμπεριφορά των περισσοτέρων

από μας να είναι αυτή που είναι, «τι χρείαν έχομε και εμπρηστών»; Πόσες φορές

δεν έχουμε όλοι δει, με τον «λίβα να καίει τα σπαρτά», το προτεταμένο χέρι από

αυτοκίνητα, μηχανάκια, τρένα κ.ο.κ. να πετάει τα αναμμένα τσιγάρα όπου να

‘ναι.

Υπάρχει ταξιδιώτης που να μη βλέπει τα ρείθρα όλων των δρόμων της Ελλάδος

γεμάτα σκουπίδια; Όλα τα οικόπεδα με αγριόχορτα; Τις χωματερές να «καπνίζουν»;

Φαράγγια, χαράδρες, ποτάμια, δάση, κυρίως δάση, με γυαλιά και τενεκεδοκούτια,

να αποτελούν συνηθισμένο θέαμα; Όλα αυτά προκαλούν φωτιές. Αν είχαμε να

κάνουμε μόνο με τους κατά τη συνήθη έννοια «εμπρηστές» θα μας έμεναν ­ στη

χειρότερη περίπτωση ­ οι μισές φωτιές (και θα τις παλεύαμε σίγουρα καλύτερα).

Αιρετική σκέψη δεύτερη: «Κάηκαν τα πεύκα, αλλά δυστυχώς τώρα καίγονται και οι

ελιές». Φυσικά, ουδείς αμφιβάλλει ότι η απώλεια της προσωπικής περιουσίας του

καθενός (και, ακόμα χειρότερα, του σπιτιού του) είναι μία τραγωδία που μόνον

όσοι την ζουν οι ίδιοι την νιώθουν στην ολότητά της. Ότι είναι δύσκολο,

τραγικό και για μερικούς σχεδόν ακατόρθωτο να ξαναβρούν ένα φυσιολογικό ρυθμό

ζωής.

Παράλληλα όμως μπορείς να μη σκεφθείς, βλέποντας τα απέραντα αποκαΐδια του,

και το δάσος, που είναι αμφίβολο αν θα ξαναγεννηθεί; Φυσικά υπάρχει η φυσική

αναγέννηση, εντυπωσιακή πολλές φορές. Αλλά τα τελευταία 4-5 χρόνια συνεχώς

ξανακαίγονται, παραδόξως, τα ήδη καμένα ­ που μόλις είχαν αναγεννηθεί ­ και

τότε, ως γνωστόν, μόνον η τεχνητή αναδάσωση ξαναφέρνει στη ζωή το δάσος.

«Κλασικό» παράδειγμα η Πεντέλη. Με τους ρυθμούς του ’92-’93 αναδασώνονταν στην

Αττική τεχνητά περίπου 6.000 στρεμμ. τον χρόνο. Σε πέντε δηλαδή χρόνια θα

«ξαναγέμιζαν» τα διπλοκαμένα με δένδρα. Τώρα χρειάζονται 30 περίπου χρόνια,

αφού φυτεύονται… 1.000 στρέμματα τον χρόνο ­ όταν οι ανάγκες για τεχνητή

αναδάσωση (διπλοκαμένα), μετά το 1995, έχουν τριακονταπλασιαστεί!

Αιρετική σκέψη τρίτη: «Η έκταση κηρύχθηκε αναδασωτέα». Η παρήγορη επωδός.

Πράξη, βέβαια, αναγκαία, γιατί προστατεύει (;) νομικά την έκταση. Τελικά

πρόκειται για άλλοθι αδράνειας. Άλλο «αναδασωτέα», δηλαδή ότι «θα έπρεπε να

αναδασωθεί» και άλλο «προς αναδάσωση», ότι δηλαδή θα αναδασωθεί πράγματι. Χάος

απροσμέτρητο χωρίζει τις δύο έννοιες ­ και τις δύο πρακτικές.

Αιρετική σκέψη τέταρτη: «Τα ίδια συμβαίνουν με τις φωτιές και στις άλλες

μεσογειακές χώρες». Πράγματι. Αλλά η κολοσσιαία διαφορά είναι ότι η Πορτογαλία

και η Ισπανία π.χ. φυτεύουν τουλάχιστον 500.000 στρέμματα νέων δασών τον χρόνο

και προστατεύουν αποτελεσματικά τα καμένα που αναμένουν να αναγεννηθούν. Το

Ισραήλ «πρασίνισε» ως και την έρημο.

Η δε Τουρκία φυτεύει 740 εκατομμύρια δένδρα τον χρόνο (και έχει υπουργείο

Δασών). Αν υπολογίσουμε περίπου 150 δένδρα το στρέμμα, αυτό σημαίνει ότι η

γείτων αναδασώνει 1,1 εκατομμύρια στρέμματα τον χρόνο! Σημειωτέον ότι εκεί οι

καταστροφές από πυρκαγιές είναι το ένα δέκατο των δικών μας και δεν έχουν καν

πυροσβεστικά αεροπλάνα ­ αλλά έχουν πραγματική Δασική Υπηρεσία, που κάνει έργο

πρόληψης, γενικής φύλαξης και μαζικής αναδάσωσης.

Αιρετική σκέψη πέμπτη: Έχουμε οργανώσει το καλύτερο σύστημα, αλλά φταίνε οι

«ακραίες» καιρικές συνθήκες. Ίσως. Αλλά τότε γιατί με το «παλιό» σύστημα της

Δασικής στα δάση και της Πυροσβεστικής στα χωριά δεν καίγονταν καθόλου

κατοικίες (πλην της Πεντέλης το 1995), ενώ τώρα σε πέντε μέρες κάηκαν 400,

περίπου, σπίτια;

Αιρετική σκέψη έκτη: «Ουδέποτε υπήρξε δασική πολιτική». Λάθος ή

παραπληροφόρηση. Υπενθυμίζω ότι την περίοδο 1991-1993, η τότε κυβέρνηση της

Νέας Δημοκρατίας έκανε, ή προσπάθησε να κάνει, ριζικές τομές:

* Κάλεσε τη Βουλή να τοποθετηθεί διακομματικά και όταν αυτό έγινε, εφάρμοσε

ταχύτατα τις αποφάσεις της από τον Μάιο του 1993, παρά τα περί του αντιθέτου

λεγόμενα.

* Θέσπισε Γενική Γραμματεία Δασών και αύξησε σε πρώτη φάση κατά 35% το

προσωπικό της.

* Υπερδιπλασίασε τις πιστώσεις, από 19 σε 46 δισ. σε μόλις ενάμισι χρόνο και

διπλασίασε τα πυροσβεστικά οχήματα.

* Ολοκλήρωσε την πρώτη εθνική απογραφή των δασών.

* Σε χρόνια (’92-’93) που η ξηρασία ήταν η υψηλότερη από 75 ετών (με τα

υδάτινα αποθέματα στις τρεις τεχνητές λίμνες, Μόρνου, Υλίκης και Μαραθώνα στο

ένα δέκατο των σημερινών) έδωσε, δεδομένων των συνθηκών, έναν καλό αγώνα και

κράτησε τις καταστροφές στο ένα δέκατο εκείνων της γειτονικής Νότιας Ιταλίας,

που αντιμετώπιζε την ίδια ξηρασία. Στο ένα τρίτο δε εκείνων του ’98 και των

φετινών στην Ελλάδα.

* Θέσπισε Δασικό Σώμα.

Είναι πολλά ακόμα που έγιναν τότε, όπως η διασπορά αεροσκαφών και ελικοπτέρων

σε 16 βάσεις σε όλη την Ελλάδα, η εγκατάσταση επικοινωνιακού δικτύου στα

βουνά, η ίδρυση δύο «ταγμάτων» αερομεταφερόμενων δασοπυροσβεστών ­ που θα

εντάσσονταν και στο Δασικό Σώμα ­ ο κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2080,

χάρη στον οποίο φυτεύονται σήμερα από αγρότες 60.000 στρέμματα τον χρόνο (πιο

πολλά απ’ ό,τι φυτεύει το κράτος), η ένταξη όλων των εθνικών δρυμών σε

κοινοτικά προγράμματα προστασίας και ανάδειξης κ.λπ.

Υπήρχαν πάντα προβλήματα αλλά υπήρχε και κατεύθυνση, είχε αρχίσει δηλαδή να

υπάρχει δασική πολιτική.

Και ας έμειναν πολλά που δεν πρόφτασαν να γίνουν, όπως το Κτηματολόγιο, η

εκτεταμένη διαχείριση και η ευρεία πρόληψη, η καλύτερη συνεργασία με τους ΟΤΑ

κ.λπ.

Αλλά μιλάμε για δύο μόλις χρόνια! Ήταν μια αρχή. Έκτοτε πέρασαν επτά χρόνια

και, αντί το σημαντικό αυτό έργο να συνεχισθεί, σήμερα βρισκόμαστε στην

αντίστοιχη με το τέλος του 19ου αιώνα κατάσταση, όταν η τότε κυβέρνηση

χειροκροτούσε την… κατάργηση της Δασικής Υπηρεσίας!