Όσα κι αν λέγονται για την αντίσταση κατά της χούντας, αυτή δεν υπήρξε

μαζική ­ τουλάχιστον έως την κηδεία του ποιητή Σεφέρη, τον Σεπτέμβριο του

1971, και κυρίως έως τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο 1973. Αλλά κι

αυτές οι εκδηλώσεις υπήρξαν γεγονότα – φωτοβολίδες, που καταύγασαν για μια

στιγμή τη συμπαγή νύχτα της δικτατορίας, αφήνοντας στις συνειδήσεις μια

νοσταλγία της ελευθερίας που κατέκτησαν προς στιγμήν. Η αντίσταση έως τότε

υπήρξε σισύφειο έργο ολιγάριθμων και επίλεκτων τμημάτων του λαού και της

νεολαίας, που μάτωναν και βασανίζονταν όταν οι μηχανισμοί της Ασφάλειας και

της ΕΣΑ τους έβαζαν στο χέρι. Παρ’ όλα αυτά, η αντίσταση κατά της δικτατορίας

δημιούργησε μια θετική καταβολή στη συνείδηση της πολιτικής τάξης της χώρας.

Τα πολιτικά κόμματα, αργά ή γρήγορα, βρέθηκαν σ’ ένα κλίμα διαλόγου και

έμμεσης ή άμεσης συνεργασίας (στην παρανομία ή στο εξωτερικό) για την πτώση

της δικτατορίας, που εμμέσως δημιούργησε και το δημοκρατικό πλαίσιο μετά την

πτώση της δικτατορίας.

Τη Δευτέρα στις 14 Ιουλίου 1969 στις 6.15 το απόγευμα μια ισχυρή έκρηξη

συντάραξε το προάστιο της Αγίας Παρασκευής. Η είδηση κυκλοφόρησε αμέσως στη

διψασμένη για ειδήσεις Αθήνα. Όμως την επομένη οι εφημερίδες και ο κρατικός

ραδιοφωνικός σταθμός δεν ανέφεραν ούτε λέξη. Η σιωπή γύρω από την έκρηξη

κράτησε τρεις ολόκληρες ημέρες. Και μόνο την Πέμπτη 17 Ιουλίου δόθηκε μια

λιγόλογη ανακοίνωση από τη Διεύθυνση Χωροφυλακής Προαστίων που δημοσίευσαν οι

εφημερίδες την επόμενη ημέρα.

Μόνον ο «Ελεύθερος Κόσμος» έδωσε έκταση στο γεγονός, δημοσιεύοντάς το στην

κορυφή της πρώτης σελίδας και στη βάση της τελευταίας ένα εξάστηλο, με την

υπογραφή του ίδιου του διευθυντή και εκδότη της, Σάββα Κωνσταντόπουλου, που

ήταν ο βασικός ιδεολογικός εκφραστής της δικτατορίας, αλλά και ο προπομπός

της, παλαιότερα. Έγραφε λοιπόν τότε, με μίσος: («Ελεύθερος Κόσμος» 18.7.1969,

σελ. 1 και 10): «Η Διεύθυνσις Χωροφυλακής Προαστίων μόλις επληροφορήθη την

έκρηξιν, απέστειλεν όργανά της εις την επί της οδού Ηπείρου 37 οικίαν, διά να

εξακριβώσουν περί τίνος πρόκειται. Οι αστυνομικοί κατήλθον εις το υπόγειον της

οικίας. Αποτελείται εκ δύο δωματίων. Το ένα εξ αυτών ήτο αποθήκη ωρολογιακών

βομβών. Υπήρχαν δεκατρείς τοιαύται με ισαρίθμους εκρηκτικούς μηχανισμούς.

Προφανώς, είχαν εισαχθή εκ του εξωτερικού. Αι βόμβαι από πλευράς γομώσεως και

λειτουργίας ήσαν έτοιμαι. Δεν είχε γίνει μόνον, η ρύθμισις των εκρηκτικών

μηχανισμών. Τούτο επραγματοποιείτο όταν απεφασίζετο να τοποθετηθούν αι βόμβαι

προς έκρηξιν…».

Αποθήκη

Από τη δίκη του Σάκη Καράγιωργα και των στελεχών της Δημοκρατικής Άμυνας, τον

επόμενο χρόνο (1970)

Και σε άλλο σημείο συμπλήρωνε:

Στην Ηπείρου 37 έμενε με την οικογένειά του ο Διονύσιος Π. Καράγιωργας. Είχε

ενοικιάσει το σπίτι μαζί με μια συγγενική του οικογένεια και στο υπόγειο το

είχε μετατρέψει σε εργαστήριο βομβών.

Ο Σάκης Καράγιωργας ήταν καθηγητής της Παντείου, 38 χρόνων, είχε σύζυγο και

δύο παιδιά. Γράφει ο Σ. Κωνσταντόπουλος (παραλείπουμε όλους τους

χαρακτηρισμούς και τις υβριστικές εκφράσεις):

«Μετέτρεψε την οικίαν του εις αποθήκην βομβών και εκρηκτικών μηχανισμών.

Συνέδεε τας βόμβας με τα εκρηκτικά μηχανήματα. Ερρύθμιζε, δηλαδή, την χρονικήν

στιγμήν της εκρήξεως. Και τας παρέδιδεν εις άλλα πρόσωπα διά να τας

τοποθετήσουν εις προκαθωρισμένα σημεία της Πρωτευούσης».

Εκείνο το απόγευμα ο Σάκης Καραγιώργας είχε κατέβει στην αποθήκη για να

ετοιμάσει βόμβες. Αλλά, από κάποιο εξαιρετικό γεγονός έγινε η έκρηξη μιας

βόμβας στα χέρια του:

«Από την έκρηξιν ετραυματίσθη ο Δ. Καράγιωργας σοβαρώς. Η σύζυγός του τον

μετέφερεν εν τάχει εις το Γενικόν Κρατικόν Νοσοκομείον και εν συνεχεία εις το

εφημερεύον Αρεταίειον. Εκεί διεπιστώθη ότι είχεν ακρωτηριασθή ο καρπός της

δεξιάς χειρός εις την οποίαν έμεινε μόνον ο μικρός δάκτυλος, έφερε τραύματα

εις την κεφαλήν και υπήρχε ξένον σώμα εις τον δεξιόν οφθαλμόν…». Ο Σάκης

Καράγιωργας, αν και τραυματισμένος, βασανίστηκε τόσο στο νοσοκομείο όσο και

αργότερα, στην προανάκριση, και αργότερα δικάστηκε και καταδικάστηκε.

Συλλήψεις

Ο Σάκης Καράγιωργας ήταν μέλος της Δημοκρατικής Άμυνας. Γίνονται αλλεπάλληλες

συλλήψεις των Κλιμακίων της Δημοκρατικής Άμυνας.

Συλλαμβάνονται μεταξύ άλλων, οι: στρατηγός Ιορδανίδης, Χρ. Ροκόφυλλος, Νίκος

Κωνσταντόπουλος, Π. Τσαγκαρίσκος, Σ. Νικολάου, Θεοχ. Παπαμάργαρης, Β. Φίλιας,

Κομποτιάτης, Λίνα Αλεξίου, Φανή Μισαηλίδου, Βίκτωρ Παπαζήσης, Αλ. Κοτζιάς, Μ.

Δελούκας, Αντώνης και Θανάσης Μιχαλακέας, Φ. Πάκος, Θ. Κόναρης, Ι. Βασιλείου,

Δ. Κωτσάκης, Π. Καπαγέροφ, Σπ. Λουκάς, Ζαν Σταράκης, Μπάμπης Πρωτόπαπας και άλλοι.

Η εντύπωση που δημιουργήθηκε από τη σύλληψη τόσων πνευματικών ανθρώπων ήταν

συγκλονιστική ­ μέσα κι έξω από την Ελλάδα. Γι’ αυτό ο Σάββας Κωνσταντόπουλος

έγραψε ένα άγριο και ύπουλο άρθρο για τον Καράγιωργα.

Στο μεταξύ, ο Κώστας Σημίτης που συμμετείχε τότε στη Δημοκρατιή Άμυνα, πέρασε

στην παρανομία και δραπέτευσε στο εξωτερικό, όπου προσχώρησε στο ΠΑΚ. Διέφυγαν

επίσης στο εξωτερικό οι: Γ. Κουβελάκης, Ν. Ξανθάκης, Αντ. Καράς. Στη δίκη που

έγινε τον επόμενο χρόνο στο στρατοδικείο ο επίτροπος πρότεινε «εις θάνατον»

για τον Σάκη Καράγιωργα, αλλά το στρατοδικείο τον καταδίκασε μόνο σε… ισόβια κάθειρξη.

Η δήλωση του Γιώργου Σεφέρη

Στις 29 Μαρτίου 1969 ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης, βραβευμένος με το Νόμπελ

λογοτεχνίας, βγαίνει από τη σιωπή του και κάνει μία δήλωση κατά της

δικτατορίας, την οποία μεταδίδει το BBC και όλα τα πρακτορεία της Ευρώπης. Η

πλήρης δήλωσή του, όπως την κατέγραψε η παράνομη «Αυγή», είναι η εξής:

«Κλείνουν δυο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς όλως διόλου αντίθετο

με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός

μας, στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο. Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης

όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και

κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντιστούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά. Δεν θα

μου ήταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτοιες ζημιές δεν λογαριάζουν πάρα πολύ για

ορισμένους ανθρώπους. Δυστυχώς δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτόν τον κίνδυνο. Όλοι

πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή

μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη, στο τέλος.

Το δράμα αυτού του τέλους μας βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, όπως στους

παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία τόσο το κακό προχωρεί.

Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό και, μπορώ να το πω,

μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί

η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι

εθνική επιταγή. Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό να μη με φέρει

άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω».

Οι οργανώσεις αντιδικτατορικής πάλης

Οι βασικές οργανώσεις αντιδικτατορικής πάλης, εκτός από τα κόμματα που

προϋπήρχαν ήταν οι παρακάτω:

* ΠΑΜ (Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο) με επικεφαλής τους: Μίκη

Θεοδωράκη, Γιώργο Βότση, Τάσο Δήμου, Κώστα Φιλίνη, Αντώνη Μπριλάκη, Αριστείδη

Μανωλάκο, Τάκη Μπενά και άλλους.

* Δημοκρατική Άμυνα, με εκπρόσωπο τον Γιώργο Μυλωνά, όπου συμμετείχαν

οι: Γιώργος – Αλέξανδρος Μαγκάκης, στρατηγός Γ. Ιορδανίδης, Σάκης Καραγιώργας,

Βασίλης Φίλιας, Κώστας Σημίτης και άλλοι.

* Ρήγας Φεραίος, όπου συμμετείχαν οι νέοι της ανανεωτικής

κομμουνιστικής Αριστεράς.

* ΠΑΚ (Πανελλήνιο Απελευθεωτικό Κίνημα) με επικεφαλής τον Ανδρέα

Παπανδρέου, όπου αργότερα προσχώρησε και ο Κώστας Σημίτης.

* Το ΚΚΕ, η ΚΝΕ και αργότερα η ΑΝΤΙ-ΕΦΕΕ.

Επίσης, στην αντίσταση έλαβαν μέρος συνδικαλιστές (ΑΕΜ, ΕΣΑΚ, κ.λπ.),

φοιτητές, βασιλικοί (μετά τη φυγή του Κωνσταντίνου) χριστιανοί και πολλοί

άλλοι αγωνιστές της Δημοκρατίας, που πετούσαν τρικ, έγραφαν στους δρόμους,

σήκωναν πανό με αντιδικτατορικά συνθήματα, έκρυβαν αγωνιστές, βοηθούσαν

φυλακισμένους και εξόριστους ή έβαζαν βόμβες. (Η μη αναφορά τους συνιστά

υποκειμενική αδυναμία του γράφοντος και μόνο, για την οποία ζητά ταπεινά

συγνώμη εκ των προτέρων).

Ο Παττακός φιλοσοφών

Η Ελλάδα μάτωνε και βασανιζόταν, αλλά ο κύριος με το ξυρισμένο κεφάλι, το

πιστόλι στη μέση και τα λιλιά στο πέτο… φιλοσοφούσε. Ο Στ. Παττακός,

αντιπρόεδρος της χουντικής κυβέρνησης, απηύθυνε χαιρετισμό στο «Συμπόσιο διά

τον Αριστοτέλη» που οργανώθηκε στις 27 Μαΐου 1969. Και τι έλεγε στον

χαιρετισμό του; Απαντούσε στο «οντολογικό» ερώτημα:

­ «Τι ήτο η 21η Απριλίου 1967;».

Και ιδού η απάντησή του κατά γράμμα («Ελεύθερος Κόσμος», 28.5.1969, σελ. 1 και 11):

«Τι ήτο η 21η Απριλίου 1967; Η ώρα που ο Θεός εσημάδεψε τους ολίγους, διά να

δώση το πρώτον έναυσμα. Η ώρα, που ο Θεός των στρατιών και των θελήσεων έδωσε

την δύναμιν εις τους ολίγους, να ξανασύρουν το Έθνος από τον βούρκον, εις τον

οποίον εκυλίετο οδηγούμενον από οδηγούς τρέχοντας ή τρεκλίζοντας, τραγουδιστάς

ή μοιρολόγους, κυνηγούς χιμαιρών, αλλ’ ουδέποτε παίζοντας με τον θάνατον ­

σπάταλους αλλ’ όχι υπερηφάνους, δαιμονίους ναι, αλλά ποτέ αλλοιώτικους και

πάντα ίδιους».

Καταλάβατε λοιπόν «τι ήτο η 21η Απριλίου 1967»; Μια ένοπλη ηλιθιότητα και

παράνοια καβάλα στα τανκς.