Κατηγορηματικό «όχι» στη λειτουργία ιδιωτικών Πανεπιστημίων στην Ελλάδα,

λέει για άλλη μία φορά η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας και θεωρεί

ανίσχυρο κάθε πτυχίο ξένου, ακόμη και αναγνωρισμένου κοινοτικού, ΑΕΙ, που

αποκτήθηκε μέσω των 39 ιδιωτικών κέντρων ελευθέρων σπουδών που λειτουργούν (ως

«κολέγια») στη χώρα μας.


ΜΕ την οριστική απόφαση του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου (που ελήφθη κατά

τη χθεσινή διάσκεψη της Ολομελείας και αναμένεται να δημοσιευθεί τις προσεχείς

εβδομάδες), ουσιαστικά τονίζεται ότι τα δύο χρόνια σπουδών στα επίμαχα

παραρτήματα ξένων Πανεπιστημίων στη χώρα μας (κοινοτικών ή μη) είναι χωρίς

αντίκρυσμα. Και κρίνεται απολύτως νόμιμη και συνταγματική η άρνηση του ΔΙΚΑΤΣΑ

να αναγνωρίσει κάθε πτυχίο που αποκτάται μεν στην αλλοδαπή από αναγνωρισμένο

Πανεπιστήμιο, αλλά ένα τμήμα των σπουδών για την απόκτησή του πραγματοποιείται

εντός των συνόρων.

Η Ολομέλεια του ΣτΕ με την απόφασή της απέρριψε προσφυγή κατά του ΔΙΚΑΤΣΑ που

είχε υποβάλει η Κατερίνα Κατσαρού (κόρη του αντιπροέδρου της Βουλής, βουλευτή

της Ν.Δ. Νικ. Κατσαρού), η οποία απέκτησε πτυχίο από γαλλικό νομικό

πανεπιστήμιο (Lille ΙΙ), αλλά είχε ολοκληρώσει τα δύο πρώτα χρόνια σπουδών σε

παράρτημά του στην Αθήνα.

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

Το ΔΙΚΑΤΣΑ αρνήθηκε ­ νομίμως, σύμφωνα με την απόφαση ­ να αναγνωρίσει την

ισοτιμία των σπουδών και του πτυχίου της και κάλεσε την πτυχιούχο να εγγραφεί

στο πέμπτο εξάμηνο ελληνικής Νομικής Σχολής, «σβήνοντας» ουσιαστικά τα δύο

χρόνια που είχε στο παράρτημα του ξένου Πανεπιστημίου στην Ελλάδα.

Με μεγάλη πλειοψηφία (22-5) η Ολομέλεια του ΣτΕ επανέλαβε τη νομολογία της,

ότι δηλαδή η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα ανήκει βάσει του Συντάγματος

(άρθρο 16) στην εποπτεία του Κράτους και ότι ρητά απαγορεύεται η σύσταση

ανωτάτων σχολών από ιδιώτες. Για να τονίσει πως από τις συνταγματικές

διατάξεις «συνάγεται ότι δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση και λειτουργία στην

Ελλάδα τμημάτων ή παραρτημάτων ΑΕΙ, τα οποία λειτουργούν ήδη στην αλλοδαπή,

και τούτο ανεξαρτήτως της νομικής μορφής την οποία έχουν αυτά στη χώρα της

κύριας εγκαταστάσεώς τους, ως νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου…».

ΧΩΡΙΣ ΕΡΩΤΗΜΑ

Επιπλέον, η Ολομέλεια (με πλειοψηφία 17-10) απέρριψε την εισήγηση του αρμοδίου

Στ’ Τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου και δεν αποστέλλει προδικαστικά

ερωτήματα για το ζήτημα στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ),

κρίνοντας ότι αυτό μπορεί να αντιμετωπισθεί χωρίς να τεθεί θέμα σύγκρουσης του

εσωτερικού δικαίου και της κοινοτικής νομοθεσίας.

Με βάση το ελληνικό Σύνταγμα και όσα επιτάσσει για την τριτοβάθμια εκπαίδευση,

αλλά και το άρθρο 126 της ιδρυτικής Συνθήκης ΕΟΚ (που παραμένει σε ισχύ και

μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ), το οποίο ορίζει ότι «τα κράτη – μέλη έχουν

πλήρη αρμοδιότητα ως προς το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του

εκπαιδευτικού τους συστήματος», η Ολομέλεια του ΣτΕ αποφάνθηκε ότι μπορεί να

κρίνει οριστικά το ζήτημα και να δικαιώσει την πρακτική που ακολουθεί έως

σήμερα το ΔΙΚΑΤΣΑ.

ΙΣΟΤΙΜΙΕΣ

Το ΣτΕ, όπως σημείωναν χθες ανώτατοι δικαστικοί, προχώρησε ουσιαστικά σε

νομικό ελιγμό, που, αν δεν αποτρέπει, περιορίζει αρκετά τον κίνδυνο να

αλλάξουν τα δεδομένα ύστερα από μία προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Κι αυτό γιατί όχι μόνο δεν τίθεται προδικαστικό ερώτημα (που μπορεί να

καταλήξει σε απάντηση περί υπεροχής της κοινοτικής νομοθεσίας έναντι του

Συντάγματος, με πολλαπλές συνέπειες), αλλά και γιατί αποφεύγεται με το

σκεπτικό της Ολομελείας, που θα κριθεί από το ΔΕΚ, κάθε σύνδεση των κοινοτικών

Οδηγιών που αφορούν ισοτιμία σπουδών με την αναγνώριση των επίμαχων τίτλων που

χορηγούνται μέσω των ιδιωτικών κέντρων. Και επειδή δεν τίθεται θέμα

«σύγκρουσης», το ΔΕΚ μπορεί να εξετάσει τη νομιμότητα της απόφασης στο πλαίσιο

των διατάξεων που αυτή επικαλείται.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ της Επικρατείας απέρριψε την προσφυγή της, αλλά η ίδια δεν

προτίθεται να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Η κ. Κατερίνα Κατσαρού είχε

αποκτήσει πτυχίο της Νομικής από το Πανεπιστήμιο Lile ΙΙ της Γαλλίας,

παράρτημα του οποίου λειτουργεί και στην Αθήνα.

Τα μαθήματα των δύο πρώτων ετών τα παρακολούθησε στην Ελλάδα και στη συνέχεια

μετέβη στη Γαλλία, για να συμπληρώσει τα υπόλοιπα δύο χρόνια της φοίτησής της.

Το πτυχίο όμως που έλαβε, δεν αναγνωρίστηκε από το ΔΙΚΑΤΣΑ, που την κάλεσε να

εγγραφεί στο τρίτο έτος της Νομικής Σχολής σε Πανεπιστήμιο της Ελλάδας, και να

περάσει στις εξετάσεις των αντίστοιχων μαθημάτων, ώστε από εκεί να λάβει

κανονικά πτυχίο.

Η κ. Κατσαρού εξετάστηκε σε τέσσερα μαθήματα στο ΔΙΚΑΤΣΑ και σε άλλα 21 που

αντιστοιχούσαν στο 3ο και 4ο έτος της Νομικής Σχολής στην Ελλάδα.

Φέτος έλαβε το πτυχίο της και έδωσε εξετάσεις για την απόκτηση της άδειας

άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος, στην πόλη όπου διαμένει, τη Λάρισα.

Έπειτα από αυτήν την τελευταία εξέλιξη, η ίδια θεωρεί πως δεν συντρέχει λόγος

να συνεχίσει τον δικαστικό αγώνα, αλλά επιφυλάσσεται να καθορίσει τη στάση που

θα τηρήσει, αφού λάβει στα χέρια της το έγγραφο με το σκεπτικό της

απορριπτικής απόφασης του ΣτΕ.

ΜΕ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εναντίον όποιας δημόσιας επιχείρησης ή

επαγγελματικού σωματείου αρνηθούν να δεχθούν απόφοιτό τους με το αιτιολογικό

ότι το πτυχίο του δεν αναγνωρίζεται, απειλούν μετά την απόφαση του ΣτΕ οι

ιδιοκτήτες των «κολλεγίων» που συνεργάζονται με Πανεπιστήμια του εξωτερικού

και πραγματοποιούν σπουδές εν μέρει ή και εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Την ίδια

στιγμή, η πανεπιστημιακή κοινότητα θεωρεί ότι η απόφαση δικαιώνει τις πάγιες

θέσεις της και βάζει φρένο στη στρέβλωση της σύνθεσης του επιστημονικού

δυναμικού της χώρας.

Οι εκπρόσωποι των «κολλεγίων» θα επικαλεστούν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο την

οδηγία 89/48 της Ε.Ε., για παράβαση της οποίας έχει ήδη καταδικαστεί μία φορά

η χώρα μας το 1995, επειδή δεν την έχει ενσωματώσει στο εσωτερικό δίκαιο λόγω

της συνταγματικής απαγόρευσης για ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η οδηγία

αυτή αναφέρεται στην επαγγελματική αναγνώριση πτυχίων (και όχι στην ακαδημαϊκή

αναγνώριση περί της οποίας αποφασίζει το ΔΙΚΑΤΣΑ) και υποχρεώνει όλα τα

κράτη-μέλη να δέχονται ως ισότιμα όσα διπλώματα έχουν αποκτηθεί με σπουδές

τουλάχιστον 3 ετών σε αναγνωρισμένο ίδρυμα εντός της Κοινότητας ανεξάρτητα από

τον τόπο πραγματοποίησης των σπουδών. Η οδηγία αναφέρει συγκεκριμένα ότι «αν η

πρόσβαση στο επάγγελμα προϋποθέτει κατοχή διπλώματος ­ π.χ.: θέσεις του

δημοσίου όπου απαιτείται πτυχίο, δικηγορικός κλάδος, ιατρικά επαγγέλματα κ.ά.­

οι αρμόδιες αρχές δεν μπορούν να αρνηθούν την πρόσβαση στο επάγγελμα

επικαλούμενες έλλειψη προσόντων, αν ο αιτών κατέχει το απαιτούμενο δίπλωμα από

άλλο κράτος-μέλος». Σήμερα πάντως, το ΔΙΚΑΤΣΑ από τις περίπου 9.000 αιτήσεις

αναγνώρισης που δέχεται κάθε χρόνο, απορρίπτει ποσοστό άνω του 25%, οι

περισσότερες εκ των οποίων προέρχονται από ΕΕΣ με σπουδές στην Ελλάδα. «Η χώρα

μας γνωρίζει ότι το κοινοτικό δίκαιο υπερισχύει του εθνικού σε αυτό τον τομέα,

αλλά το αγνοεί με αποτέλεσμα να καταδικαζόμαστε σε πρόστιμα. Ενδεχόμενη

προσφυγή στο Ευρωπαικό Δικαστήριο για το θέμα αυτό θα μας δικαιώσει

πανηγυρικά», υποστηρίζει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Φορέων Ιδιωτικής

Εκπαίδευσης κ. Βασ. Φουντουκάκος.

Πάντως, οι εκπρόσωποι των Εργαστηρίων Ελευθέρων Σπουδών (ΕΕΣ) δεν θεωρούν ότι

υφίστανται βλάβη από την απόφαση του ΣτΕ. «Δεν μας ενδιαφέρει και πολύ η

απόφαση», εξηγεί ο γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ιδιωτικής Εκπαίδευσης

και Κατάρτισης και πρόεδρος των ΕΕΣ κ. Βασ. Δασκαλάκης, «γιατί αφορά μόνο την

εργασία σε φορείς του Δημοσίου, όπου απαιτείται αναγνωρισμένη ισοτιμία

πτυχίων. Όμως, η συντριπτική πλειονότητα των σπουδαστών μας το γνωρίζει εκ

προοιμίου αυτό και επιπλέον εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, όπου τα πτυχία

αναγνωρίζονται. Η ποιότητα των σπουδών εξάλλου, τουλάχιστον για όσα ΕΕΣ

συνεργάζονται με Αγγλικά Πανεπιστήμια, ελέγχεται από υπηρεσία του Βρετανικού

Υπ. Παιδείας που ονομάζεται Higher Education Qyality Council και θεωρείται

εφάμιλλη των Βρετανικών ΑΕΙ. Τα πτυχία αναγνωρίζονται και στις δημόσιες

υπηρεσίες όλων των χωρών της Ευρώπης εκτός από την Ελλάδα, γεγονός που συνιστά

μοναδική πρωτοτυπία».

Αντίθετη άποψη εξέφρασε ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών κ. Σταμάτης

Αλαχιώτης, ο οποίος θεωρεί ότι η απόφαση του ΣτΕ δικαιώνει τις απόψεις όλης

της πανεπιστημιακής κοινότητας. Την ίδια θέση έχει εκφράσει ο πρύτανης του

Οικονομικού Πανεπιστημίου κ. Αν. Κιντής και πολλοί πανεπιστημιακοί. «Η απόφαση

του ΣτΕ είναι δίκαιη και βάζει φρένο στην παραπανεπιστημιακή παιδεία, η οποία

απέτρεπε την ανάπτυξη των δημόσιων ΑΕΙ και αντίθετα συνέβαλε στη στρέβλωση του

επιστημονικού δυναμικού της χώρας παράγοντας πλήθος αποφοίτων σε «φθηνές»

ειδικότητες.

Επιπλέον, ακόμα και οι επαρχιακές πόλεις είχαν γεμίσει με χαμηλής ποιότητας

κέντρα ελευθέρων σπουδών, τα οποία διαφήμιζαν συνεργασίες με μεγάλα

Πανεπιστήμια του εξωτερικού, αλλά στην πραγματικότητα δεν παρείχαν ούτε καν

λυκειακή εκπαίδευση», τόνισε ο κ. Αλαχιώτης.

Σημειώνεται ότι το θέμα της ποιότητας στα ΕΕΣ έχει ξεσηκώσει και στο παρελθόν

αντιδικίες, αφού το κράτος δεν κάνει κανέναν απολύτως έλεγχο. Χαρακτηριστική

ήταν η μελέτη για το θέμα που έκανε το 1995 ομάδα του Πολυτεχνείου υπό τον

τότε αντιπρύτανη κ.Γ. Τσαμασφύρο, στην οποία αναφερόταν: «Είδαμε άλλα

«Πανεπιστήμια» να λειτουργούν σε καλλιμάρμαρα κτίρια και άλλα σε φωταγωγούς

πολυκατοικιών. Άλλα να λειτουργούν 20-25 χρόνια με 20-25 κατευθύνσεις και

70-100 διδάσκοντες και άλλα με 2-3 χρόνια, 2-3 κατευθύνσεις και 2-3

διδάσκοντες. Είδαμε συνεργασίες με καλά Πανεπιστήμια του εξωτερικού, αλλά στην

πλειοψηφία, με άγνωστα και αμφιβόλου ποιότητας ιδρύματα…».