Η πρόσφατη χρηματιστηριακή κρίση μας στέλνει σημαντικά «μηνύματα». Είμαστε σε

θέση να τα αποκρυπτογραφήσουμε;

Το ελληνικό Χρηματιστήριο είχε αρχίσει να υποχωρεί από τις 15/10, οκτώ μέρες

πριν από το μεγάλο κραχ στο Χονγκ Κονγκ (23/10). Και συνέχισε να πέφτει ­ και

μάλιστα, με επιταχυνόμενους ρυθμούς ­ και μετά την πρώτη ανάκαμψη των διεθνών

χρηματαγορών (28/10). Τι σημαίνει αυτό; Ότι μια σταδιακή «διόρθωση τιμών» στην

ελληνική χρηματαγορά συνέπεσε και «συντονίστηκε» με μια διεθνή χρηματιστηριακή

αναστάτωση. Έχουμε, λοιπόν, δύο διακριτές πηγές ­ μια εγχώρια και μια διεθνή ­

με υψηλούς βαθμούς ανεξαρτησίας μεταξύ τους. Αλληλοεπηρεάζονται, αλλά

κινούνται και αυτόνομα.

Ο βασικός λόγος που ερμηνεύει την πτωτική τάση «στη Σοφοκλέους» αφορά το

«μίγμα» της οικονομικής μας πολιτικής. Αφενός ο νέος προϋπολογισμός προέβλεπε

περαιτέρω μείωση των ελληνικών επιτοκίων, αφετέρου, στο εξωτερικό έχουμε

τάσεις αύξησης των επιτοκίων. Θέλουμε «σκληρή δραχμή» (για να συγκρατήσουμε

τον πληθωρισμό), θέλαμε και χαμηλότερα επιτόκια (για να μειώσουμε τις δημόσιες

δαπάνες), όταν στο εξωτερικό τα επιτόκια ανεβαίνουν. Ε, πολύ απλά, αυτό δεν

γίνεται!

Η αναστάτωση των διεθνών χρηματιστηρίων οφείλεται σε διαφορετικούς λόγους:

Από την Άπω Ανατολή άρχισε μια αναδιάρθρωση (realignment) των διεθνών

ισοτιμιών. Τέτοιες αναδιαρθρώσεις γίνονται όταν υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι:

Είτε όταν τα ονομαστικά μεγέθη στις χρηματαγορές σημειώνουν σημαντική απόκλιση

από τα πραγματικά μεγέθη. Είτε όταν τα πραγματικά μεγέθη εμφανίζουν σημαντική

απόκλιση από χώρα σε χώρα. Είτε όταν η (παγκόσμια) αγορά προεξοφλεί σημαντικές

αλλαγές πολιτικής σε μεγάλες χώρες. Στην περίπτωσή μας είχαμε «σύμπτωση» και

των τριών αυτών αιτιών: Συνεχής άνοδος των μεγάλων χρηματιστηρίων της Δύσης

είχε καταστήσει το επίπεδο των μετοχών υπερτιμημένο, είχε μεσολαβήσει μια

χιονοστιβάδα «ανταγωνιστικών υποτιμήσεων» στην Άπω Ανατολή και εμφανίστηκαν

φήμες ανόδου των αμερικανικών επιτοκίων.

Από οικονομική άποψη, λοιπόν, η κρίση είναι διπλή: Διεθνώς έχει το χαρακτήρα

συναλλαγματικής αναδιάρθρωσης. Στην Ελλάδα είναι, επιπλέον, και κρίση της

συνολικής μας πολιτικής: Διεθνώς τα επιτόκια εμφανίζουν ανοδικές τάσεις. Εμείς

επιμέναμε να τα συμπιέζουμε. Διεθνώς υπάρχει τάση μείωσης της φορολογίας.

Εμείς αυξάνουμε τη φορολογική επιβάρυνση της οικονομίας μας. Για να

συγκλίνουμε σε πραγματικούς όρους με τους εταίρους μας στην Ευρώπη, πρέπει να

επιτύχουμε μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης από αυτούς. Για να το καταφέρουμε

πρέπει να αυξήσουμε τη διαφορά αποδόσεων της ελληνικής οικονομίας, και να

ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητά μας. Εμείς συρρικνώνουμε τη διαφορά

αποδόσεων της ελληνικής οικονομίας (με περισσότερη φορολογία) και υπονομεύουμε

την ανταγωνιστικότητά μας (με τη σκληρή δραχμή).

Επιχειρούμε την ονομαστική σύγκλιση εις βάρος της πραγματικής. Για την

ακρίβεια, επιχειρώντας την ονομαστική σύγκλιση καταλήγουμε σε πραγματική

απόκλιση! Κι αυτό ήλθε η ώρα να το πληρώσουμε…

Το πραγματικό πρόβλημα πολιτικής ­ ή μάλλον «μίγματος πολιτικής» (policy mix)

­ δεν τίθεται με όρους διαζευκτικούς: αν θα κάνουμε ονομαστική είτε πραγματική

σύγκλιση. Τίθεται με όρους συμπληρωματικούς: Να κάνουμε ταυτόχρονα ονομαστική

και πραγματική σύγκλιση! Κι αν χρειαστεί να προχωρήσει με πιο αργούς ρυθμούς η

ονομαστική σύγκλιση για να συμβαδίζει με την πραγματική, ουδέν πρόβλημα.

Θέλουμε να εξυγιάνουμε την ελληνική οικονομία συνολικά, όχι μόνο την (κατά

Μάαστριχτ) «βιτρίνα» της. Να μπούμε στην ΟΝΕ ­ αλλά να μπούμε ανταγωνιστικά,

όταν είμαστε έτοιμοι. Όχι να μπούμε μιαν ώρα αρχύτερα, με «ρουσφέτι», και με

επίπλαστη εξυγίανση. Γιατί τελικώς δεν θα μπούμε καθόλου…

Εξυγίανση είναι ­ πρωτίστως ­ η περικοπή σπαταλών! Όχι η… χρηματοδότησή τους

με πρόσθετες φορολογίες (όπως κάνουμε μέχρι τώρα), ούτε η ενθάρρυνση περαιτέρω

σπαταλών, με χρηματοδότηση των υπερχρεωμένων συνεταιρισμών (όπως κάναμε μόλις πρόσφατα).

Μόνο αν τολμήσουμε γενναία περικοπή δημοσίων σπαταλών μπορούμε να συμβιβάσουμε

ονομαστική ΚΑΙ πραγματική σύγκλιση. Αλλιώς μην τα βάζουμε με τους

κερδοσκόπους. Οι κερδοσκόποι «χτυπούν» όπου το σύστημα είναι ευάλωτο. Αν εμείς

δημιουργούμε «ευάλωτα σημεία», δεν φταίνε οι κερδοσκόποι. Όπως οι βροχές μας

πνίγουν, όπου εμείς χτίσαμε τα πάντα, χωρίς να προβλέψουμε την εκροή των

υδάτων. Αν εμείς μπαζώνουμε τα ρέματα, δεν μας φταίνε οι βροχές. Μας φταίει,

μάλλον, ο… κακός (μας ο) καιρός!

Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης είναι δημοσιογράφος – οικονομολόγος