Στο δικαστήριο. Οι αδελφές του θύματος Αικ. Παπαϊωάννου (αριστερά) και Αναστ.

Καλαντζή κατέθεσαν πως, εάν ο Μονσελάς δεν πατούσε τη σκανδάλη, η Γιόλα θα

ήταν ζωντανή

Σαν ένα εκκρεμές ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο έμοιαζε η σχέση του 42χρονου

παρκαδόρου Ματθαίου Μονσελά και της οδοντιάτρου Γιόλας Βαγενά. Δύο

διαφορετικές ανισοβαρείς προσωπικότητες, που η μοίρα το έφερε να συναντηθούν

και να περπατήσουν σε οριακά μονοπάτια, κουβαλώντας ο καθένας το προσωπικό του φορτίο.

Η ΜΕΤΑΓΓΙΣΗ συναισθημάτων ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας

ήταν τόσο δυνατή, που στην πορεία οι ρόλοι θύτη – θύματος μπλέχτηκαν στο ίδιο

κουβάρι ψυχής. Και η κορύφωση του δράματος, που από κοινού έζησαν, ήρθε το

βράδυ της 11ης Ιανουαρίου 1994, όταν ο Ματθαίος Μονσελάς πάτησε τη σκανδάλη

και αφαίρεσε τη ζωή της γυναίκας που προσπάθησε να σώσει. Μετουσιώθηκε σε

«μικρό θεό», όπως τον χαρακτήρισε στην κατάθεσή του ο πρύτανης του

Πανεπιστημίου Θράκης Γιάννης Πανούσης και πίστεψε έγινε «ο λυτρωτής της».

Εκείνη ένιωθε προδομένη από την ερωτική σχέση του συζύγου της με μία άλλη

γυναίκα. Ένιωθε να την απορρίπτει ο άνδρας της ζωής της και της έγινε έμμονη

ιδέα πως η λύτρωση ήταν ο θάνατος.

Κάπως έτσι ξεκίνησε η σχέση της οδοντιάτρου Γιόλας Βαγενά και του Μάνθου, όπως

συνήθιζε να αποκαλεί τον Μονσελά, στο πρόσωπο του οποίου πίστεψε πως βρήκε τον

κατάλληλο άνθρωπο για να πραγματοποιήσει την πιο τρελή της σκέψη.

Δεν το έκρυβε άλλωστε τον τελευταίο καιρό ούτε από τις αδελφές της, που τόσο

αγαπούσε.

Κανένας όμως, δεν πίστεψε ­ έστω για μια στιγμή ­ πως η Γιόλα, «η δυνατή, η

επιτυχημένη επαγγελματίας, η έξυπνη, η χαμογελαστή, που λάτρευε τη ζωή» θα

εύρισκε το κουράγιο να κάνει κακό στον εαυτό της. Γνώριζαν, εξάλλου, ότι

πολλές φορές ήταν υπερβολική, γι’ αυτό και δεν ανησυχούσαν.

ΑΚΟΥΓΕ ΣΙΩΠΗΛΟΣ

Τα γεγονότα, όμως, που ακολούθησαν ανέτρεψαν το σκηνικό. Και χθες ο Ματθαίος

Μονσελάς, που κατηγορείται ότι δολοφόνησε την Γιόλα Βαγενά, βρέθηκε στην

γνώριμη γι’ αυτόν θέση του κατηγορουμένου.

Σιωπηλός, όπως και στην πρώτη δίκη, άκουγε τους μάρτυρες να καταθέτουν για όσα

ο ίδιος σε λίγες μέρες θα κληθεί να λογοδοτήσει.

Από τη μια, οι συγγενείς της άτυχης γυναίκας κατέθεταν με τρόπο κατηγορηματικό

πως εάν δεν υπήρχε το χέρι του Μάνθου να πατήσει τη σκανδάλη, η Γιόλα Βαγενά

θα ήταν σήμερα ζωντανή.

Και από την άλλη, κατέθεσαν ο καθηγητής της Εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης,

αλλά και η καθηγήτρια της Ψυχολογίας Χριστίνα Αντωνοπούλου, που επιχείρησαν με

όπλο την επιστήμη και την εμπειρία τους να ξετυλίξουν αυτό το κουβάρι και να

δώσουν τις δικές τους απαντήσεις στο κρίσιμο ερώτημα, αν ο κατηγορούμενος

διέπραξε το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση.

Σε αυτό, εξάλλου, θα απαντήσουν οι δικαστές του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου της

Αθήνας, οι οποίοι εξετάζουν και το ενδεχόμενο αν πρόκειται για ανθρωποκτονία

με συναίνεση του θύματος, που προβλέπεται και τιμωρείται από το άρθρο 300 του

Ποινικού Κώδικα με ποινή φυλάκισης.

«ΜΙΚΡΟΣ ΘΕΟΣ»

«Ο Μονσελάς δεν είχε ανθρωποκτονόνο βούληση ­ είπε στην κατάθεσή του ο κ.

Πανούσης. Το σχέδιο ήταν του θύματος και ο κατηγορούμενος πίστεψε πως

συμμετείχε σε μία προσπάθεια ανθρωπο-λύτρωσης. Άλλο σκοτώνω και άλλο θανατώνω.

Μπήκε μέσα στο παιχνίδι αυτό και ακολούθησε την πορεία θανάτου. Έγινε ένας

«μικρός θεός», ένας «καλός δήμιος».

Ποιος ήταν όμως ο δράστης και ποιος το θύμα; Η πρωτοβουλία του παιχνιδιού

ανήκε σε εκείνη και ο κατηγορούμενος κάποια στιγμή έχασε τις αναστολές του και

έγινε ο ίδιος το πιστόλι. Ήταν ο λιγότερο δυνατός στη σχέση.

Αποδέχθηκε τον ρόλο που του ανέθεσε. Έκλεισε τα μάτια της ψυχής του όταν

πυροβόλησε νομίζοντας ότι εκπληρούσε ρόλο λύτρωσης και βγήκε από το σκηνικό

του θανάτου, όταν άκουσε τον πυροβολισμό».

Στις ψυχικές διεργασίες που όπλισαν το χέρι του Μονσελά αναφέρθηκε στην

κατάθεσή της και η Χριστίνα Αντωνοπούλου, η οποία τον επισκέπτεται στις

φυλακές Κορυδαλλού όπου εκτίει την ποινή των 12 ετών και 9 μηνών που του έχει

επιβληθεί σε πρώτο βαθμό.

Γνωρίζοντας τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, προσπάθησε να φωτίσει τον

ρόλο όχι του μοναδικού εν ζωή πρωταγωνιστή, του Μονσελά, αλλά και του θύματος

της Γιόλας Βαγενά, επισημαίνοντας πως, αν και έψαξε, δεν βρήκε άλλη παρόμοια

υπόθεση στα διεθνή νομικά χρονικά.

Μίλησε και εκείνη με τη σειρά της για μετάγγιση συναισθημάτων σε μια πορεία,

που τη μια στιγμή ο ένας νόμιζε πως ήταν ο ισχυρός, την άλλη ο άλλος, ενώ και

οι δύο ήταν ανίσχυροι.

«Είχαμε δύο ανισόβαρες προσωπικότητες. Η ισχυρή Γιόλα Βαγενά και ο αδύναμος

Μάνθος Μονσελάς, που ένιωσε σημαντικός μέσα από τη δική τους σχέση και

ταυτίστηκε μαζί της και αναπτύχθηκε ανάμεσά τους το πλατωνικό – ερωτικό

στοιχείο. Δεν έχω καμία αμφιβολία ­ είπε η κ. Αντωνοπούλου ­ πως με κάθε του

βήμα ο Μονσελάς ήθελε να της δείξει πως βρίσκεται κοντά της ένας άνθρωπος για

να την στηρίζει. Εκείνο το βράδυ, όμως, έφτασε στο τελευταίο όριό του.

Οι μηχανισμοί άμυνάς του δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν και οι αναστολές του

τον πρόδωσαν. Ήταν ένα «πτώμα» ψυχολογικά.

Πέρασε σε μία κατάσταση που λειτουργούν υπερβατικές δυνάμεις και βίωνε την

ατμόσφαιρα θανάτου».

Η δίκη συνεχίζεται σήμερα με καταθέσεις μαρτύρων.

«ΕΑΝ ο Μονσελάς δεν είχε πατήσει τη σκανδάλη του όπλου, η Γιόλα θα ζούσε. Για

κακή της μοίρα όμως βρέθηκε μπροστά της αυτός ο άνθρωπος», κατέθεσαν χθες και

οι δύο αδελφές του θύματος, κυρίες Αικατερίνη Παπαϊωάννου και Αναστασία Καλαντζή.

Και οι δύο αναφέρθηκαν στα προβλήματα που αντιμετώπισε η αδελφή τους, όταν

έμαθε για την εξωσυζυγική σχέση του άντρα της. Σε καμία περίπτωση όμως ­ όπως

είπαν ­ η ψυχολογική της κατάσταση δεν ήταν τέτοια που να κάνει έναν

συνάνθρωπό της να την λυπηθεί.

«Ο κατηγορούμενος υποστηρίζει ότι ένιωσε οίκτο για την Γιόλα. Πότε πρόλαβε να

νιώσει κάτι τέτοιο;», αναρωτήθηκαν οι αδελφές της, που θεωρούν τον Μονσελά

υπεύθυνο για το θάνατό της και δεν έχουν καταφέρει ακόμη να δώσουν απάντηση

στο «γιατί» τη σκότωσε..

«Δεν πυροβολείς έναν άνθρωπο με τόση ευκολία ­ κατέθεσε η κ. Αναστασία

Καλαντζή. Αυτός ο άνθρωπος, που τον παρουσιάζουν σαν «μικρό θεό» και σαν

ψυχούλα, γιατί δεν σκέφτηκε πόσα ερείπια ψυχών άφησε πίσω του όταν πάτησε τη

σκανδάλη; Η Γιόλα αγαπούσε τη ζωή και μόνη της ποτέ δεν θα μπορούσε να κάνει

κακό στον εαυτό της.

Εισαγγελέας: Τι άνθρωπος ήταν η αδελφή σας;.

Μάρτυρας: Εργατική, δυναμική, χαρούμενη.

Εισαγγελέας: Σας είχε μιλήσει για τον Μονσελά;.

Μάρτυρας: Ποτέ.

Εισαγγελέας: Δεν σας είχε πει για κάποιον «κοτσιδάκια»;

Μάρτυρας: Είχε πει κάποτε στον άντρα μου πως ό,τι δεν κάνουμε εμείς θα το

κάνει ο «κοτσιδάκιας».

Εισαγγελέας: Φαινόταν να είναι σε αναζήτηση. Μήπως οι σχέσεις τους ήταν και ερωτικές;.

Μάρτυρας: Το αποκλείω. Μακάρι να ήταν έστω και ερωτικές.

Υπεράσπιση: Βλέπατε ότι η συμπεριφορά της αδελφή σας είχε αλλάξει. Δεν ανησυχήσατε;.

Πρόεδρος: Ούτε η πρώτη ήταν ούτε η τελευταία που την απατούσε ο άντρας της.

Συμβαίνουν αυτά τα πράγματα στη ζωή..

Μάρτυρας: Δεν τα αντιλαμβάνονται, όμως, όλοι με τον ίδιο τρόπο. Η Γιόλα

λάτρευε τον σύζυγό της, ήταν γι’ αυτήν ο άντρας της ζωής της. Και για κακή της

μοίρα βρέθηκε ο Μονσελάς μπροστά της.

«Εύχομαι ­ κατέληξε η κ. Καλαντζή ­ όλα να έχουν συμβεί όπως εκείνος τα λέει,

για να μπορεί να κοιμάται ήσυχος ο κατηγορούμενος».

Ο ΜΑΤΘΑΙΟΣ Μονσελάς δεν ήταν ο μοναδικός άνθρωπος στον οποίο η Γιόλα Βαγενά

απευθύνθηκε, ζητώντας να τη «βοηθήσει» να πεθάνει. Ένας ακόμη μάρτυρας, ο

ελαιοχρωματιστής Αναστάσιος Τσαρούχας, βεβαίωσε χθες το δικαστήριο πως εκείνη

είχε κτυπήσει κι άλλες πόρτες πριν καταλήξει στον Μονσελά. Μόνο που τις βρήκε

όλες κλειστές.

«Σε μία από τις συναντήσεις μας ­ κατέθεσε ο μάρτυρας ­ η Βαγενά μου είπε πως

δεν ήταν καλά, γιατί είχε μάθει για τον δεσμό του άντρα της.

Τότε ήταν που μου εξομολογήθηκε πως ήθελε να βάλει τέρμα στη ζωή της. Με

ρώτησε, μάλιστα, εάν ξέρω κανέναν ηλεκτρολόγο, για να συνδέσει τα καλώδια όταν

εκείνη θα έμπαινε στο μπάνιο μαζί με τον άντρα της για να αυτοκτονήσουν».

Ο κ. Τσαρούχας πρόσθεσε πως συχνά η Βαγενά του τηλεφωνούσε και του έλεγε πάντα

για το ίδιο πρόβλημα.

Αυτός, από την πλευρά του, προσπαθούσε να την αποτρέψει. Και όταν του είπε πως

θα αγόραζε ένα όπλο αντί 250.000 δραχμών, δεν την πίστεψε. Νόμιζε πως ήταν μία

από τις έμμονες ιδέες της, που σε λίγο καιρό θα της περνούσε.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ που χαρακτηρίστηκε από κάποιους ως «η πέτρα του σκανδάλου» και

συνυπεύθυνος για τον θάνατο της Γιόλας Βαγενά, ο σύζυγός της Παναγιώτης

Κοντέσης, δεν ήταν σε θέση να προσέλθει χθες στο δικαστήριο, γιατί

αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα υγείας.

Με απόφασή τους, μάλιστα, οι δικαστές του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας

δεν δέχθηκαν να παρασταθεί διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του, ως πολιτικώς

ενάγων, διεκδικώντας αποζημίωση για την ψυχική οδύνη που του προκάλεσε ο

θάνατος της Γιόλας.

Κατέθεσε, όμως, ο αδελφός του, Αγησίλαος, στον οποίο η Γιόλα είχε πει ότι είχε

βρει κάποιον να τη σκοτώσει επ’ αμοιβή.

Ο μάρτυρας απέκλεισε το ενδεχόμενο ο Ματθαίος Μονσελάς να έφτασε μέχρι το

έγκλημα από οίκτο για το θύμα του.


Ματθαίος Μονσελάς. Ακόμη και όταν ο αστυνομικός του έβγαλε τις χειροπέδες,

καθόταν στο εδώλιο με «δεμένα» τα χέρια του

ΜΕ «ΔΕΜΕΝΑ» τα χέρια, σαν να φορούσε χειροπέδες, καθ’ όλη τη διάρκεια της

ακροαματικής διαδικασίας, ο Ματθαίος Μονσελάς άκουγε τους μάρτυρες να

καταθέτουν χθες για τη δική του ιστορία.

Ο εισαγγελέας τής έδρας του Μεικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας διάβασε το

κατηγορητήριο και στη συνέχεια ο πρόεδρος του δικαστηρίου κάλεσε τον

κατηγορούμενο να δώσει τις πρώτες εξηγήσεις για την πράξη που του αποδίδεται.

Πρόεδρος: Ακούσατε γιατί κατηγορείστε. Τι έχετε να πείτε;

Μονσελάς: Δεν αποδέχομαι τον όρο της ανθρωποκτονίας από πρόθεση. Τα πράγματα

είναι εντελώς διαφορετικά και, πιστέψτε με, νιώθω πολύ άσχημα.

Πρόεδρος: Κατηγορείστε ότι σκοτώσατε τη Γιόλα Βαγενά.

Μονσελάς: Δεν τη σκότωσα εν γνώσει μου.

Πρόεδρος: Δεν ξέρετε ότι την πυροβολήσατε;

Μονσελάς: Γνωρίζω ότι έχω πυροβολήσει, αλλά δεν γνωρίζω τη στιγμή που πυροβόλησα.

Λεπτομέρειες για την πράξη του, αλλά και για όσα προηγήθηκαν αυτής,

επιφυλάχθηκε να δώσει όταν φτάσει η ώρα της απολογίας του.

Δείχνει να είναι ήρεμος, παρά το γεγονός ότι η κατηγορία που τον βαρύνει είναι

η σοβαρότερη που προβλέπεται και τιμωρείται από τον Ποινικό Κώδικα. Μοιάζει

ακόμη να έχει εξοικειωθεί με τις τηλεοπτικές κάμερες που κατέγραφαν κάθε

κίνησή του. Τον ενοχλούν, όμως, τα φλας των φωτογραφικών μηχανών.

Παρακολουθεί με σκυμμένο το κεφάλι τις καταθέσεις των μαρτύρων. Δεν κρατά πια

στα χέρια του ­ όπως στην πρώτη δίκη ­ το σημειωματάριο, που κατέγραφε κάθε

σκέψη και παρατήρησή του για όσα έλεγαν οι μάρτυρες.

Τώρα πια ίσως να μην έχει λόγο, αφού λίγο-πολύ γνωρίζει ποια είναι η άποψη και

η θέση του καθενός για την πράξη του και την προσωπικότητά του. Το μόνο που

περιμένει είναι η απόφαση των δικαστών. Και ελπίζει ότι θα τύχει ευνοϊκότερης

ποινικής μεταχείρισης από το Εφετείο. Στα έδρανα των δικηγόρων από χθες

βρίσκεται μόνο ο Φραγκίσκος Ραγκούσης, καθώς ­ άγνωστο για ποιο λόγο ­ ύστερα

από δική του απαίτηση υποχρεώθηκε να αποχωρήσει η συνάδελφός του κ. Πηνελόπη

Τέκου, που είχε συνυπερασπιστεί τον Μονσελά σε πρώτο βαθμό.