Ο Ζιλ Βενσάν είναι από τους αυθεντικότερους επιγόνους του Ζαν – Κλοντ Ιζό. Ο Ιζό είχε βέβαια γεννηθεί, ζήσει και πεθάνει στη Μασσαλία, ενώ ο Βενσάν, που τώρα χτίζει την πολύ αξιόλογη – όπως προδιαγράφεται – διεθνή συγγραφική του καριέρα και που χρησιμοποιεί ως χώρο εξέλιξης της δράσης των αστυνομικών του μυθιστορημάτων την ίδια αυτή μεγαλούπολη του γαλλικού Νότου, έχει περάσει «μόνο» δώδεκα χρόνια της ζωής του εκεί.

Το μυθιστόρημα που τον έκανε γνωστό είναι το «Ντζεμπέλ – Στους λόφους του Αλγερίου» (Καστανιώτης), το οποίο είναι στην ουσία και το εναρκτήριο της σειράς, εκεί όπου οι βασικοί πρωταγωνιστές των μυθιστορημάτων του (ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Σεμπαστιέν Τουρέν, ο αστυνόμος Τομά Ρουσέλ και η αλγερινής καταγωγής αστυνόμος Αΐσα Σαντιά) πρωτοσυναντιούνται.

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα για τον φοβερό Πόλεμο της Αλγερίας που αποτελεί τραύμα, πέρα από τη Γαλλία συνολικά, και για την ίδια του την οικογένεια, αφού ο πατέρας του πολέμησε εκεί.

Τώρα ο Βενσάν πέρασε από την Ελλάδα με αφορμή τη μετάφραση ενός άλλου, πολύ ενδιαφέροντος μυθιστορήματός του που λέγεται «Το φιλί του θανάτου» και έχει να κάνει με μια σειρά σκληρών φόνων, στο παρελθόν και στο σήμερα, που συνδέουν τη φρανκική Ισπανία με τη σύγχρονη Γαλλία, τους Σοσιαλδημοκράτες του Φελίπε Γκονζάλες με τον Μιτεράν αλλά και τον Σιράκ, τη Μασσαλία με τη Μαδρίτη, τον φόνο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα με την αέναη αναζήτηση του τάφου του στην περιοχή της Γρανάδας.

Ο Βενσάν είναι και ο ίδιος ένας Σοσιαλδημοκράτης (ψήφισε Ολάντ, μας εκμυστηρεύτηκε), που όμως βλέπει με κριτικό μάτι την αδυναμία του χώρου αυτού να αυτονομηθεί από τον νεοφιλελευθερισμό. Οπως βλέπει με ενδιαφέρον και τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα.

«Ο Ρούζβελτ είχε επιβάλει φόρο 90% σε κάποια υψηλά έσοδα εταιρειών και αυτό διατηρήθηκε στην αμερικανική νομοθεσία για 40 χρόνια» λέει στο «Βιβλιοδρόμιο». «Το κατάργησε ο Ρίγκαν που έριξε τη φορολογία στο 20% χωρίς να γίνει καμιά σπουδαία μεταβολή στον ρυθμό των επενδύσεων. Σήμερα υπάρχει αυτή η μοναδική σκέψη του νεοφιλελευθερισμού. Βέβαια και τα κομμουνιστικά καθεστώτα διακρίνονταν για τη μοναδική τους σκέψη την οποία επέβαλλαν και με σκληρότερους τρόπους. Οι μεν το κάνουν με την οικονομία, οι δε το έκαναν με τη φυλακή.

Το ζητούμενο είναι όμως να φύγουμε από τη μία και μοναδική σκέψη. Γιατί όταν οι απογοητεύσεις διαδέχονται η μία την άλλη, στο τέλος έρχεται νομοτελειακά ο φασισμός. Η λύση πρέπει να δοθεί από την Αριστερά, απλώς οι δυνάμεις που έχουν το DNA του κομμουνισμού, το βλέπουμε και στη Γαλλία, δεν πείθουν. Ο κόσμος δεν το θέλει ούτε αυτό. Θέλει δικαιοσύνη, δουλειά, σεβασμό, ελπίδα.

Η Βενεζουέλα του Τσάβες λ.χ. δεν πέτυχε – τώρα τα οικονομικά προβλήματα αυξάνονται. Σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής όμως γίνονται ενδιαφέρουσες απόπειρες αλλαγών.

Στη Γερμανία, πάλι, πρέπει να σταματήσει αυτή η τρέλα με τη λιτότητα. Εχει δημιουργηθεί φτώχεια και εκεί. Ενώ δημογραφικά πεθαίνουν. Στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης, από όπου ήρθα, δουλεύουν μόνο ξένοι. Η Γερμανία είναι η χώρα όπου οι ξένοι είναι απολύτως καλοδεχούμενοι γιατί έχουν δημογραφικό πρόβλημα και έλλειψη εργατικών χεριών. Και στη Γαλλία ο Ολάντ συμπεριφέρεται σαν λογιστής. Θα περίμενα να τείνει περισσότερο χείρα βοηθείας στην Ελλάδα.

Για πολλά χρόνια θεωρούσαμε ότι η σοσιαλδημοκρατία είναι η λύση. Τώρα θα πρέπει να περιμένουμε από την Αριστερά, που κακώς την αποκαλούμε εξτρεμιστική. Πρέπει να προσέχουμε τους όρους. Θα ήταν καλύτερα να την αποκαλούσαμε Αριστερά της ελπίδας. Αν και για τον Βορρά δεν είμαι αισιόδοξος. Ούτε για την Ευρώπη αλλά ούτε και για τις ΗΠΑ, όπου η Αριστερά εκφράζεται μόνο μέσα από τη λογοτεχνία. Πιστεύω ότι το μέλλον θα έρθει από τον Νότο. Από την Ελλάδα, την Ισπανία, την Ιταλία, ίσως τη Γαλλία, και από τη Λατινική Αμερική ίσως, γιατί όχι; Μας χρειάζεται ένα νέο μοντέλο. Γι’ αυτό τώρα όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα πάνω στην Ελλάδα. Είναι η χώρα που γέννησε τη δημοκρατία, τη φιλοσοφία. Υπολογίζουμε σε σας να επινοήσετε τη συνέχεια! Αν αποτύχετε, πού να κοιτάξουμε μετά;».