Ο κ. Κωνσταντίνος Δημόπουλος. Καθηγητής Ουρολογίας και νέος πρύτανης του

Πανεπιστημίου Αθηνών, με το πρωτοφανές για τα μεταπολιτευτικά χρονικά ποσοστό

τού 67% από τον πρώτο γύρο. Πρόεδρος μέχρι σήμερα της Ιατρικής Σχολής και με

25ετή θητεία στο Πανεπιστήμιο, είναι σαφής σε τούτο: «Η πανεπιστημιακή

κοινότητα οφείλει να ακούει, αλλά όχι να υπακούει στα κόμματα». Υποστηρικτής

της μαχόμενης Ιατρικής και της προσφοράς των δημόσιων λειτουργών στον δημόσιο

αποκλειστικά χώρο, αναλαμβάνει τα νέα του καθήκοντα θέτοντας ως άμεσες

προτεραιότητες τη θεσμοθέτηση νέου μισθολογίου για τους πανεπιστημιακούς και

την αλλαγή στο θέμα της εξέλιξης του προσωπικού των πανεπιστημίων. Πάντως, αν

ήταν στο χέρι του να θεσπίσει μία και μόνη αλλαγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση,

αυτή θα ήταν η εξασφάλιση της οικονομικής και διοικητικής αυτοτέλειας του Πανεπιστημίου.

Όσον αφορά τα ιδιωτικά πανεπιστήμια; «… δεν διανοούμαι πανεπιστήμιο

κερδοσκοπικού χαρακτήρα»…

ΝΟΣΕΙ η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση; Στο αρχαιότερο, πάντως, Πανεπιστήμιο της χώρας

­ το Καποδιστριακό ­ αναζήτησαν επειγόντως… γιατρό.

Ο νέος πρύτανης, καθηγητής Κωνσταντίνος Δημόπουλος, ξεκινά τη θητεία του στην

ηγεσία ­ «διακονία» προτιμά ο ίδιος να την αποκαλεί ­ του Πανεπιστημίου, με

μια προίκα: το 67% του πρώτου γύρου, που έδωσε στο ψηφοδέλτιό του την πλέον

περιφανή νίκη σε πρυτανικές εκλογές από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.

Προίκα, που συνοδεύεται και από ένα πλεονέκτημα: το 2001 θα είναι 67 χρόνων.

Αυτό σημαίνει ότι ­ σύμφωνα με τον νόμο ­ δεν μπορεί να διεκδικήσει άλλη

θητεία και… «αυτό εγώ το θεωρώ μεγάλο πλεονέκτημα. Γιατί μου δίνει το

δικαίωμα, για τρία χρόνια, να κάνω αυτό που πιστεύω πως είναι σωστό, χωρίς να

υπολογίζω κανένα κόστος, κόστος επανεκλογής ή άλλης θέσης στο μέλλον. Εξάλλου,

έχω ορκιστεί στον εαυτό μου ότι δεν θα του δώσω άλλο αξίωμα, τέτοιο, που σε

υποχρεώνει να κάνεις άθελά σου και υποχωρήσεις».

Ο ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

Την προεκλογική περίοδο οι «αντίπαλοι» συνδυασμοί είχαν αφήσει να πλανάται ο

ψίθυρος του ανταγωνισμού: «Γιατί πρέπει να κάνετε πρύτανη έναν γιατρό που δεν

θα ενδιαφερθεί για τα προβλήματά σας;». Μετεκλογικά, ζητήσαμε από τον κ.

Δημόπουλο την απάντηση στο ίδιο ερώτημα. Δεν προσπάθησε να κρύψει τα λόγια

του. «Κατ’ αρχάς, όταν η Ιατρική Σχολή θέλει να βοηθήσει μαζικά κάποιον, τον

βγάζει και πρύτανη, δεδομένου ότι διαθέτει το εν τρίτον και παραπάνω των

ψήφων». Και η Ιατρική Σχολή, της οποίας ο κ. Δημόπουλος, με 25ετή θητεία στο

Πανεπιστήμιο, είναι πρόεδρος, ψήφισε κατά 80% το ψηφοδέλτιό του «εκτιμώντας

φυσικά και τους εκλεκτούς αντιπρυτάνεις: τον καθηγητή της Σεισμολογίας κ.

Δρακόπουλο, που έχει απήχηση στη Σχολή Θετικών Επιστημών και τον κοσμήτορα της

Φιλοσοφικής κ. Δανασή – Αφεντάκη, που είναι πολύ αγαπητός».

Από εκεί και πέρα ­ πάντα κατά τον ίδιο τον κ. Δημόπουλο ­ ο γιατρός διαθέτει

ένα αντικειμενικό, προσωπικό, επαγγελματικό πλεονέκτημα. «Οι γιατροί, πόσο

μάλλον οι χειρουργοί, είναι άνθρωποι όχι των λόγων αλλά των έργων. Εμείς

έχουμε μάθει να δίνουμε λύσεις στα προβλήματα. Καμιά φορά φορά βλέπω πόσο

ταλανίζονται, ώρες ολόκληρες, οι θεωρητικοί, φιλόσοφοι, θεολόγοι κ.λπ.,

αναλύοντες και αναλισκόμενοι στο τι έγινε, γιατί έγινε ή γιατί δεν έγινε κάτι.

Ενώ εμείς, οι γιατροί, λέμε «εντάξει, ό,τι έγινε έγινε, τώρα να δούμε τι θα

γίνει». Είμαστε άνθρωποι του διά ταύτα και των λύσεων».

Λόγω ειδικότητας ­ καθηγητής Ουρολογίας ­ ο κ. Δημόπουλος έχει δει, εξετάσει

και, σε αρκετές περιπτώσεις, χειρουργήσει πολιτικούς από όλους τους χώρους και

άλλους κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες του τόπου. Αυτό, πέρα από την

ικανοποίηση της προσωπικής γνωριμίας και της γνώσης τού πώς ζουν και

σκέφτονται οι άνθρωποι αυτοί, του δίνει την άνεση να κινείται σε όλους τους

κομματικούς χώρους, χωρίς να έχει εξάρτηση από κανέναν. «Έχω φίλους σε όλα τα

κόμματα, που τους εμπιστεύομαι, τους αγαπώ και τους τιμώ, αλλά δεν έχω

κομματική ταυτότητα, δεν έχω περγαμηνές συνδικαλιστικές και ούτε είμαι, ούτε

θα γίνω κομματάρχης κανενός».

ΤΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ

Δεν το κρύβει πως αυτές ακριβώς τις γνωριμίες και την άλλου είδους σχέση που

αναπτύσσεται μεταξύ ενός πάσχοντα και του γιατρού του σκοπεύει να τις…

εκμεταλλευτεί, «με την καλή φυσικά έννοια. Με τη δυνατότητα πρόσβασης και

επικοινωνίας που έχω με όλες αυτές τις προσωπικότητες, πιστεύω ότι θα

μπορέσουμε να λύσουμε, ορισμένα τουλάχιστον, λιμνάζοντα προβλήματα του Πανεπιστημίου».

Στα θέματα άμεσης προτεραιότητας του νέου πρύτανη περιλαμβάνονται το

μισθολόγιο και η εξέλιξη των πανεπιστημιακών. «Για το θέμα του μισθολογίου ήδη

είμαι απόλυτος. Πρέπει να προσαρμοστεί στα ευρωπαϊκά δεδομένα. Δεν μπορεί οι

πανεπιστημιακοί να προσφέρουν το πολύπονο και πολύτιμο έργο τους αν δεν

ανεξαρτητοποιηθούν από τη βιοποριστική καθημερινότητα. Ξέρετε, ο ρόλος του

Πανεπιστημίου είναι μεγάλος, γιατί βγάζει τους αυριανούς πολίτες, τους

αυριανούς δασκάλους και καθηγητές, το μέλλον του τόπου. Απ’ ό,τι μου είπαν,

στο υπουργείο υπάρχει κατανόηση και η πρόθεση να προωθηθεί στο θερινό τμήμα

της Βουλής το σχετικό νομοσχέδιο, που εξισώνει το μισθολόγιο των

πανεπιστημιακών με εκείνο των δικαστικών».

Στο δεύτερο μείζον θέμα, που απασχολεί την πανεπιστημιακή κοινότητα ­ αυτό της

εξέλιξης του προσωπικού ­ ο πρύτανης είναι επίσης κατηγορηματικός όταν

εκφράζει την προσωπική του άποψη. «Ασφαλώς και πρέπει να λήξει το θέμα της μη

εξέλιξης, γιατί παρατηρείται το φαινόμενο κάποιοι να σκέφτονται, «αφού είμαι

στο ΔΕΠ, γιατί να εργαστώ και να προσφέρω αν δεν έχω καμία δυνατότητα

εξέλιξης;». Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι όλοι εξελίσσονται αυτομάτως, με βάση

τον χρόνο, σαν να είναι ταχυδρομικοί υπάλληλοι ή δημόσιοι υπάλληλοι. Επομένως,

ναι στις εξελίξεις, αλλά εξελίξεις αξιοκρατικές. Κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί,

αρκεί το ΔΕΠ να εργαστεί και οι κριτές να είναι αντικειμενικοί».

Η ΕΡΓΑΣΙΑ

Όσον αφορά το θέμα της πλήρους και αποκλειστικής και της μερικής απασχόλησης

των πανεπιστημιακών, καθώς και του παρασκηνιακού ψιθύρου ότι γιατροί και

δικηγόροι είναι αυτοί που μπλοκάρουν το θέμα, ο νέος πρύτανης υποστηρίζει ότι

το Πανεπιστήμιο πρέπει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε και αυτές οι

κατηγορίες να προσφέρουν στον χώρο της εργασίας τους. «Να εργάζεται ο

πανεπιστημιακός γιατρός μόνο στο νοσοκομείο, αλλά με τη δυνατότητα στον ίδιο

αυτό χώρο και εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο να έχει και μια μικρή

επαγγελματική δραστηριότητα με ιδιαίτερη αμοιβή ­ συμπληρωματικό έσοδο πέραν

του μισθού ­ μέρος της οποίας θα αποδίδεται στο Πανεπιστήμιο.

Το ίδιο και για έναν νομικό. Θα εργάζεται στο γραφείο του στο Πανεπιστήμιο,

αλλά αν κάνει μια γνωμοδότηση για κάποιον ιδιώτη θα αποδώσει ένα μέρος της

αμοιβής του στο Πανεπιστήμιο, διότι δεν μπορούμε συνέχεια να επαιτούμε από το κράτος»…

ΛΕΝΕ ΠΩΣ πίσω από κάθε επιτυχημένο άνδρα κρύβεται μια γυναίκα. Πίσω από τον

νέο πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών δεν κρύβεται απολύτως καμία γυναίκα,

γιατί, απλούστατα, η πολυαγαπημένη του Όλγα στέκεται χρόνια τώρα… ακριβώς

δίπλα του.

Τη γνώρισε κοριτσόπουλο στο Γυμνάσιο της Κυπαρισσίας κι εκεί ξαναγύρισε μετά

τις σπουδές του στο Παρίσι για να την πάρει μαζί του και να δημιουργήσουν μια

ευτυχισμένη οικογένεια. «Στο πρόσωπό της βρήκα ένα στοργικό και δυναμικό

σύντροφο που με στήριξε σε όλες τις δύσκολες στιγμές της ζωής μου με παρουσία,

σθένος και μαχητικότητα».

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Η μεγάλη τους χαρά παραμένει μέχρι σήμερα η οικογενειακή συγκέντρωση κάθε

Σάββατο μεσημέρι γύρω από το τραπέζι, με όλα τα μέλη ­ τρία παιδιά και έξι

εγγόνια ­ παρόντα. «Μπορώ να το πω τώρα πια. Η μεγαλύτερή μου δύναμη είναι

ακριβώς αυτή η οικογένεια που παραμένει ενωμένη και αγαπημένη, με τον ένα να

στηρίζει τον άλλον». Σ’ αυτήν την οικογένεια είναι που προστρέχει και

συμβουλεύεται πάντα ο καθηγητής Δημόπουλος για όλες τις βασικές αποφάσεις που

καλείται να πάρει. «Ζητώ πάντα τη γνώμη της γυναίκας μου και των παιδιών μου

γιατί ξέρω ότι θα είναι γνώμη σωστή, ειλικρινής και δίκαιη». Όχι πως λείπει η

κριτική, αν κάτι δεν τους φαίνεται καλό. «Ιδιαίτερα την κόρη μου την Ιωάννα

την αποκαλώ «εισαγγελέα» γιατί πραγματικά είναι πολύ αυστηρή, αλλά αντικειμενική».

Στο ίδιο αυτό οικογενειακό περιβάλλον και στο ήρεμο κλίμα που του εξασφάλιζε ο

κ. Δημόπουλος λέει πως οφείλει το γεγονός ότι άσκησε στην Ελλάδα μια ιατρική

μαχόμενη. «Δηλαδή άσκησα το επάγγελμα παράλληλα με το νοσοκομείο, αλλά στο

νοσοκομείο προσέφερα όλες μου τις υπηρεσίες.

Ποτέ δεν πήγα σε ιδιωτική κλινική γιατί πιστεύω ότι οι δημόσιοι λειτουργοί

οφείλουν να είναι αφιερωμένοι στο Δημόσιο. Όπως πιστεύω ότι όλοι οι άρρωστοι

πρέπει να έχουν πρόσβαση στον καθηγητή, ανεξαρτήτως της οικονομικής τους

κατάστασης, γι’ αυτό και πάντα κάνω δύο φορές την εβδομάδα εξωτερικό ιατρείο

στο Σισμανόγλειο ή στο Λαϊκό μόνος μου, στο οποίο με βλέπει όποιος θέλει χωρίς

να πληρώσει τίποτα. Πιστεύω πως αυτό είναι υποχρέωση των γιατρών και των

καθηγητών ιδιαιτέρως».

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ κι έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο Σιτοχώρι της Μεσσηνίας. Ένα

ορεινό χωριό με καταπληκτική θέα και 20 όλους κι όλους (σήμερα) κατοίκους.

Ο πατέρας του, δάσκαλος στην αρχή, παπάς αργότερα, ήταν άνθρωπος δημιουργικός,

παραγωγικός, που αγαπούσε το σύνολο, την κοινωνία και ήθελε να προσφέρει στους

συνανθρώπους του. «Είχε ένα καλό ανάστημα, μια όμορφη παρουσία, ήταν τέλειος

ψαλμωδός της βυζαντινής μουσικής και ­ μπορώ να πω ­ όπου πήγαινε άφηνε έργο».

Η μάνα, μια ήσυχη γυναίκα που διατηρούσε στο σπίτι το ήρεμο εκείνο κλίμα που

επέτρεπε στον πατέρα να εργάζεται συνέχεια στην ενορία του.

Ο μικρός Κώστας τελείωσε το Δημοτικό και τα πέντε χρόνια του Γυμνασίου στη

Χώρα Τριφυλλίας, όπου μετακινήθηκε ο πατέρας του, και τα δύο τελευταία χρόνια

του Γυμνασίου στην Κυπαρισσία. Καλός μαθητής και με λογοτεχνικές τάσεις είχε

την πρώτη του διάκριση στα 17, όταν η έκθεση που έγραψε με θέμα… «Το

παιδομάζωμα» πήρε το δεύτερο βραβείο στον πανελλήνιο διαγωνισμό.

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ

Ζωηρός δεν υπήρξε. Υπήρξε όμως ανήσυχος και φιλομαθής. «Μου άρεσε να βλέπω, να

ακούω, να μαθαίνω, να συναναστρέφομαι με μεγαλύτερους, να μιλάω μαζί τους, να

ακούω τις απόψεις του». Βεβαίως, εκείνη την εποχή, για βιβλία ούτε λόγος.

«Βιβλία δεν υπήρχαν, τα κτίρια των σχολείων ήταν ετοιμόρροπα, ευτυχώς όμως

είχαμε δασκάλους με περίσσευμα ψυχής. Στο δικό μας το Γυμνάσιο ένας φυσικός ­

ο εξαίρετος Μπακάκος ­ και ένας φιλόλογος μας δίδασκαν όλα τα μαθήματα

καταβάλλοντας τεράστια προσπάθεια. Τους θυμάμαι πάντα με ευγνωμοσύνη.

Και από αυτό το περιβάλλον της επαρχίας, μιας χώρας που προσφάτως είχε βγει

από τον Εμφύλιο, ο 18χρονος Κωνσταντίνος βρίσκεται ξαφνικά στο Παρίσι για να

σπουδάσει ιατρική. «Στο Παρίσι ήταν τότε αρχιμανδρίτης στον Άγιο Στέφανο ­ κι

έγινε μετά δεσπότης ­ ο Γαλλίας Μελέτιος με καταγωγή από την Καλαμάτα, φίλος

του πατέρα μου». Με τη δική του βοήθεια, ηθική και οικονομική, ο νεαρός από τη

Χώρα Μεσσηνίας μπόρεσε να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που αναπόφευκτα

συνάντησε. «Ήταν χρόνια δύσκολα, αλλά και πολύ δημιουργικά. Με πολλά

προβλήματα στην αρχή, τα οποία κατόρθωσα να ξεπεράσω παραμένοντας κάπως

συντηρητικός. Τι σημαίνει αυτό; Για πολύ καιρό απέφευγα να συμμετέχω στις

πολλές δραστηριότητες που προσφέρει το Παρίσι που σου δίνουν τη δυνατότητα να

αποκτήσεις μιαν ευρύτερη παιδεία, αλλά μπορεί να χάσεις τον κύριο στόχο που

έχεις. Ενώ εγώ για μεγάλο διάστημα ήμουν δουλειά σπίτι, σπίτι δουλειά. Θυμάμαι

μια φορά μια κυρία που είχε έρθει από την Αθήνα και μου λέει «θα σε δω στο

Καφέ ντε Πε, δίπλα στην Όπερα». Εγώ δεν ήξερα πού είναι αυτό, λες και ζούσα

ακόμη στην Κυπαρισσία κι εκείνη με ειρωνεύτηκε. Τόσο γνωστό και κεντρικό είναι…».

ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ


Και στις καλές (εδώ κατά την παρασημοφόρηση από τη γαλλική κυβέρνηση) και στις

δύσκολες στιγμές, η σύζυγός του Όλγα ήταν πάντα μια τρυφερή και δυναμική σύντροφος

Στη σχολή του στο Παρίσι δεν περιορίστηκε απλώς στο να περνά τα μαθήματα.

Συμμετείχε διαρκώς σε προαιρετικούς μεν διαγωνισμούς, που άνοιγαν όμως νέους

δρόμους και προετοίμαζαν όσους ήθελαν να κάνουν καριέρα ή να γίνουν ηγετικά

στελέχη στο Πανεπιστήμιο. Μετά τις σπουδές του έμεινε άλλα 8 χρόνια στο

Παρίσι, εργάστηκε και μετεκπαιδεύτηκε σε διάφορα νοσοκομεία και επέστρεψε στην

Ελλάδα ως διευθυντής της ουρολογικής κλινικής στο Κρατικό Νοσοκομείο και

υφηγητής στο Πανεπιστήμιο (αργότερα καθηγητής, πρόεδρος της σχολής κ.λπ.).

«Στην Ελλάδα η πανεπιστημιακή ουρολογική κλινική οργανώθηκε κατ’ αρχήν στο

Λαϊκό, αργότερα και στο Σισμανόγλειο, όπου εγκαταστάθηκε σχεδόν ταυτοχρόνως με

την υπόλοιπη Ευρώπη η μονάδα λιθοτριψίας. Στα 18 χρόνια που είμαι καθηγητής ­

και είμαι γι’ αυτό πολύ ικανοποιημένος ­ και την ουρολογική κλινική κατόρθωσα

να φτιάξω ώστε να παρέχει υψηλού επιπέδου νοσηλεία και να αναδείξει γιατρούς

υψηλού επιπέδου, πολλοί των οποίων έχουν γίνει καθηγητές τώρα σε άλλα Πανεπιστήμια».