Ο μύθος των καλικάντζαρων – που πολύ θα «παίξει» γύρω στα Θεοφάνια – έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Οι αρχαίοι πίστευαν πώς όταν οι νεκροί έβρισκαν την πόρτα του Αδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον επάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού χωρίς έλεγχο και περιορισμούς, όπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο  ειδικός επί του θέματος καθηγητής Ειδικής Αγωγής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Στέλιος Πελασγός.

Αργότερα, οι Βυζαντινοί γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα! Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους, έκαναν με πολύ θάρρος και χωρίς ντροπή ό,τι ήθελαν.

Ολες οι παραδόσεις θέλουν τους καλικάντζαρους νυχτερινά δαιμόνια, δύσμορφα και σκοτεινά. Ζητούσαν φαγητό και γλυκά και οι νοικοκυραίοι, για να γλιτώσουν απ’ αυτούς, έκλειναν πόρτες και παράθυρα. Εκείνοι όμως έβρισκαν πάντα τρόπο να μπαίνουν στα σπίτια, κυρίως από την καμινάδα. Μπορεί να κλέψουν τη μιλιά αν καλέσουν κάποιον και τους απαντήσει. Τα δύο πιο γνωστά θέματα παραμυθιών με καλικάντζαρους είναι «Οι καλικάντζαροι στον μύλο» και «Η μαμμή και η καλικάντζαροι». Εχουν γυναίκες και παιδιά, ζευγαρώνουν και γεννούν σαν άνθρωποι. Είναι άμορφοι και μπορούν να αλλάζουν μορφή ή να μεταμορφώνονται. Στο Βυζάντιο, απ’ τις καμινάδες έμπαιναν οι βερβελούδες.

Τους γεννά ο φόβος της μεγάλης νύχτας του χειμώνα και τους διώχνουν η αναμμένη φωτιά, το θυμιατό και ο αγιασμός. Ολα αυτά διαρκούσαν 12 ημέρες, μέχρι και την ημέρα των Φώτων, οπότε με τον Μεγάλο Αγιασμό οι κατεργάρηδες σταματούσαν και όλοι ηρεμούσαν.