Το ιδιότυπο του σημερινού πολιτικού σκηνικού δεν είναι ούτε η φθορά της κυβέρνησης, ούτε πως μέρος των πολιτών εκδηλώνει κάθε μορφή δυσαρέσκειας. Είναι η αδυναμία ή και ανικανότητα των δυνάμεων της προοδευτικής αντιπολίτευσης – και εννοούμε την Κεντροαριστερά – και να πείσουν για το σχέδιό τους, και να επανακτήσουν όρους εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Οι δύο αυτές διαστάσεις είναι που συμβάλλουν όχι απλώς σε μια περαιτέρω απαξία της πολιτικής μα και στην ίδια την αποδόμηση του ιδεολογικού περιεχομένου που οι φορείς αυτοί φέρουν.
Την όλη δε κρίση του χώρου δυναμιτίζουν δύο πολιτικές κινήσεις σε αναμονή, του Αλέξη Τσίπρα και της Μαρίας Καρυστιανού, που τορπιλίζουν επιπροσθέτως κάθε σοβαρή διαδικασία και κατακερματίζουν κι άλλο τις εν λόγω πολιτικές γεωγραφίες. Η δε συνθήκη εντείνει την ανισομετρία του πολιτικού συστήματος που με τη σειρά της έχει ως αποτέλεσμα την πλημμελή άσκηση θεσμικών αντιπολιτευτικών καθηκόντων και ελέγχου των κυβερνητικών πολιτικών.
Οι σημερινοί αρχηγοί στην Κεντροαριστερά ίσως θεωρούν πως και χρόνος υπάρχει και χώρος για να εκτελέσουν τις μικροπολιτικές τους χορογραφίες και απλώς να περιμένουν την κάλπη ώστε να επιβεβαιώσει ο καθείς τη στρατηγική του. Προφανώς δεν έχει γίνει κατανοητό πως ένας ακόμη πολιτικός και εκλογικός κύκλος με εκείνους στη θέση μικρομεσαίων κομμάτων θα αποβεί μοιραίος και για τη σχέση τους με τον κόσμο. Μια πραγματικότητα που και χώρο θα δώσει σε άλλες δυνάμεις και θα κλονίσει με ταυτοτικούς και ιστορικούς όρους τα εν λόγω κεντροαριστερά κόμματα.







