Τελικά ίσως υπάρχει και η… καλή πλευρά: ότι όσο ζει κανείς μαθαίνει. Γιατί να που έρχεται η ώρα το αδιανόητο όχι απλώς να γίνεται πραγματικό, μα να επιβάλλεται ως κυρίαρχο. Εν προκειμένω δε, μοιάζει με το Σύνδρομο της Στοκχόλμης σε… πολιτική παραλλαγή: πώς αλλιώς να περιγράψει κανείς με δύο λέξεις την υποδοχή του επιστρέφοντος Τσίπρα, η οποία, κακά τα ψέματα, έχει κάτι από φαινόμενο, που η ερμηνεία του δεν είναι απλή υπόθεση, ούτε και εξαντλείται στο ότι αυτοί που άφησε πίσω του φεύγοντας τα έκαναν μαντάρα, ανίκανοι όχι να κρατήσουν το τιμόνι, αλλά να μοιράσουν δυο γαϊδουριών άχυρα.
Να επανακάμψει με… ολίγη από Μεσσία δεν θα ήταν δυνατό αποκλειστικά με αυτή την προϋπόθεση. Επρεπε παράλληλα να συντελεστεί κάτι ακόμα, πολύ βαθύ και σύνθετο: κάτι σαν μαζική, πλήρης εθελοντική αφαίρεση μνήμης και κρίσης όχι ως προς τους διαδόχους του, αλλά για τον ίδιο. Και όχι μόνο σε ζητήματα που οι τεχνικές παράμετροί τους επιτρέπουν να θολώνει τα νερά στην κοινή γνώμη, μα και σε άλλα που είναι αδύνατον να αλλοιώσει την πραγματικότητα για όποιον διαθέτει την ελάχιστη δυνατή κρίση και θέλει βέβαια να τη χρησιμοποιήσει. Και δεν είναι ούτε λίγα, ούτε μικρά, ούτε ανώδυνα: πληρώθηκαν πολύ ακριβά από όλους, μεταξύ των οποίων και οι… πιστοί που συνέρρευσαν ξαφνικά μαζικά για να τους πει τι; Οτι όλοι οι άλλοι είναι για πέταμα ενώ εκείνος, ο υπεύθυνος για όλα, περπατούσε πάνω στο νερό. Και να δηλώσει ότι φτιάχνει ένα νέο κόμμα αυτοοργάνωσης της κοινωνίας, την ώρα που αυτό είναι ήδη ξεκάθαρο ότι θα καταστεί ό,τι πιο προσωποκεντρικό, προσωπολατρευτικό και, προδήλως, συγκεντρωτικό και «ενός ανδρός αρχή» που έγινε εδώ και δεκαετίες – τέτοια… αυτοοργάνωση της κοινωνίας! Και τον χειροκροτούν ενώ τους κάνει το άσπρο – μαύρο κατάμουτρα! Δεν είναι δηλαδή μόνον τα τερατώδη σε σχέση με το παρελθόν που ενώ το διέγραψε ή το αλλοίωσε με το έτσι θέλω κατάφερε και του είπαν μπράβο. Είναι και το μέλλον που τους τάζει ξεκινώντας το με ένα εξόφθαλμο πολιτικό ψέμα πρώτης γραμμής και, αντί να ακούσουν τι λέει και να το βάλουν δίπλα σε αυτό που πραγματικά κάνει για να κρίνουν με τι έχουν να κάνουν, του κάνουν τεμενάδες.
Αυτά δεν έχουν ξαναγίνει. Οχι με τέτοια ποιοτικά χαρακτηριστικά – ή, μάλλον, με τέτοια παντελή έλλειψη κάθε ίχνους ποιοτικών χαρακτηριστικών. Κάτι που, πλέον, από μειονέκτημα έχει μεταλλαχθεί σε στοιχείο ισχύος.
Φαινομενικά, οι πιο θλιβερές φιγούρες της παράστασης ήταν οι διάφοροι ηγετίσκοι, ο θεός να τους κάνει, των δήθεν κομμάτων που προέκυψαν από τους καβγάδες για την καρέκλα. Τους είχε πετάξει στον εξώστη και εκείνοι καθόντουσαν με τα κεφάλια κάτω και τον άκουγαν να τους λέει ξεπερασμένους, ανίκανους, άχρηστους και δεν είχαν την ελάχιστη τσίπα να σηκωθούν να φύγουν. Οχι. Επρεπε να δηλώσουν υποταγή στον… αριστερό σουλτάνο που γύρισε και παίρνει κεφάλια. Κατά βάθος όμως, στον εξώστη ήταν οι πολίτες. Και δεν τους έβαλε ο Τσίπρας. Πήγαν μόνοι τους. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα διολισθαίνει ασταμάτητα. Γιατί; Επειδή μπορεί. Επειδή οι πολίτες δεν απαιτούν πλέον ούτε ελάχιστη λογοδοσία, ελάχιστη ευθύνη και συνέπεια από εκείνους που εκλέγουν να τους κυβερνήσουν. Τους επιτρέπουν τα πάντα. Εχουν ουσιαστικά παραιτηθεί από πολίτες. Και αυτό δεν αφορά μόνον τον Τσίπρα. Αφορά εξίσου και τον Μητσοτάκη: λ.χ. τις τερατώδεις υποκλοπές που ουδεμία είχαν επίπτωση στις κάλπες – και όχι μόνον. Χωρίς μία ελάχιστη έστω κρίσιμη μάζα αληθινών πολιτών, το πολίτευμα, κάποτε, δεν λειτουργεί πια. Οχι όπως παλιά, διά κατάλυσης. Πλέον η τραγωδία είναι ενδογενής. Απλά ουδείς ενδιαφέρεται αν λειτουργεί ή όχι αφού πλέον ο αποδεκτός κανόνας είναι ότι στην εξουσία ουδείς ποτέ ευθύνεται για τίποτα. Και, στο τέλος, αυτό θα πληρωθεί ακριβά.







